Όταν θυμάμαι τον Χρήστο Λαμπράκη η πρώτη εικόνα που μου έρχεται στο νου είναι παράξενη αλλά απόλυτα ενδεικτική για τον άνθρωπο. Πεσμένος στα τέσσερα, κάτω από το τραπέζι της τραπεζαρίας μου, να συνομιλεί με ένα γάτο που είχε καταφύγει εκεί.
Γατόφιλος και γενικά ζωόφιλος, μανιακός για την φύση και τις απλές χαρές της, ο Χρήστος Λαμπράκης ήταν ένας απλός και σοφός άνθρωπος γεμάτος τρυφερότητα. Όλα όσα έγραψαν γι αυτόν (ευπατρίδης, καλλιεργημένος, ευφυής, κλπ.) είναι σωστά και μαζί λίγα. Ήταν σπάνια προσωπικότητα. Αισθάνομαι τυχερός που για μερικά χρόνια υπήρξα συνεργάτης του.
Γεννήθηκε προικισμένος με πολλά χαρίσματα, είχε μία εξαίρετη μόρφωση, κληρονόμησε έναν οργανισμό με πολλές δυνατότητες. Τις οποίες αξιοποίησε όχι για προσωπικό του όφελος (ήταν λιτός, σχεδόν ασκητικός) αλλά για το κοινό καλό.
Όλοι έγραψαν για τα επιτεύγματά του – τον ΔΟΛ, το Μέγαρο, το Ίδρυμα. Δεν ήταν όμως η ζωή του ανέφελη, όλο νίκες και επιτεύγματα. Είχε και δύσκολες στιγμές. Πάλεψε αρκετά με δαίμονες.
Άρχισα να συνεργάζομαι με το Βήμα το 1983. Σύντομα ο Λαμπράκης μου ζήτησε συμβουλές για γενικότερα θέματα. Έτσι μπόρεσα να τον γνωρίσω καλύτερα. Η σχέση εξελίχθηκε σε (σχεδόν) φιλία. Η λέξη αυτή είναι δύσκολο να ισχύσει για κάποιον που κρατούσε πάντα απόσταση από όλους. Μετά την απομάκρυνσή μου από το Βήμα (που προσπάθησε με κάθε τρόπο να αποτρέψει) βλεπόμασταν πια μόνο στο Μέγαρο.
Την εποχή εκείνη (αρχές της δεκαετίας του 80) είχε κουραστεί. Δεν του πήγαινε να είναι εκδότης και επιχειρηματίας – ένιωθε πολύ καλύτερα στο καΐκι του. Αντιμετώπιζε σχέδια αποχώρησης. Έγιναν και συζητήσεις με Έλληνα εφοπλιστή της Νέας Υόρκης για πώληση του ΔΟΛ.
Τον ξύπνησε η υπόθεση Κοσκωτά. Υπήρξε το ερέθισμα που τον ώθησε να δραστηριοποιηθεί και να επικεντρωθεί στην δουλειά. Τότε άρχισε η μεγάλη ανάπτυξη του ΔΟΛ, που πολλαπλασίασε το μέγεθος, τις εταιρίες και τα έντυπά του.
Και μετά ήρθε το Μέγαρο. Θυμάμαι πως με ξενάγησε στο γιαπί, που είχε μείνει ημιτελές τόσα χρόνια, περιγράφοντας ζωντανά, σαν οραματιστής, όλα ό,σα έγιναν μετά. «Να», μου είπε, «γιατί χρειαζόταν ο ΔΟΛ!». Εκείνη τη στιγμή δεν τον έβλεπε σαν σκοπό, αλλά σαν μέσο για την επίτευξη του μεγάλου του ονείρου.
Πρόλαβε να ολοκληρώσει το όνειρο. Έτσι θα ήθελε να τον θυμούνται. «Ο Λαμπράκης που ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις», ήταν ένας φτηνός μύθος, άλλο ένα εφεύρημα της ελληνική παράνοιας. Δεν νομίζω ότι τον ενδιέφερε αυτό. «Ο Λαμπράκης που ανεβοκατέβαζε όπερες», ήταν η πραγματικότητα. Ο Λαμπράκης, που ως «Αντώνης Καστελλάνος» έκανε μία από τις πιο ωραίες μουσικές εκπομπές στο ελληνικό ραδιόφωνο. Ο Λαμπράκης, που έπαιζε με τις γάτες.
Θυμάμαι: είχα γράψει ένα μεγάλο, ολοσέλιδο ταξιδιωτικό για την Φλωρεντία. Όταν τυπώθηκε, κάποιος είχε επέμβει και είχε (σωστά) διορθώσει τις "όχθες του Άρνο" σε Lungarni. Ρώτησα: ήταν αυτός. Που αθόρυβα διάβαζε τα πάντα.
Ο Χρήστος Λαμπράκης.