Καθώς έστελνα ευχές στον Σταύρο για την γιορτή του, θυμήθηκα με νοσταλγία το «Ποτάμι».
Τι ωραίοι καιροί! Γύρω σε ένα τραπέζι δέκα άνθρωποι,
ξύπνιοι, ζωντανοί, νέοι οι περισσότεροι, σχεδίαζαν ένα μέλλον για τον τόπο.
Κανείς από πολιτικό «τζάκι». Κανείς με κολλήματα και
προκαταλήψεις.
Μετά τις πρώτες εκλογές θυμήθηκα κάτι «ανοιχτές επιστολές»
που είχα απευθύνει στον ανερχόμενο τότε Τσίπρα. Τον καλούσα να αξιοποιήσει τα
νιάτα του και γοητεία που εξέπεμπε στους νέους και να μην πάρει τον δρόμο του
λαϊκισμού (φαίνονταν οι πειρασμοί του) αλλά του ορθού λόγου.
Έγιναν οι εκλογές και ο Τσίπρας ανάμεσα στο Ποτάμι και τον Καμμένο
διάλεξε τον Καμμένο. Ό,τι χειρότερο: Λαϊκίστικο, εθνικιστικό, παλαιοκομματικό.
Από εκεί και πέρα άρχισε η παρακμή του Ποταμιού. Σίγουρα
έγιναν και λάθη – ένα από αυτά με ανάγκασε να παραιτηθώ. (Γι όσους δεν
θυμούνται: είχα γράψει, ανάμεσα σε άλλα, τρεις αράδες στο Πρόταγκον, για την γνωστή
απάτη του «Αγίου Φωτός». Και ο Σταύρος, στην τηλεόραση του Μέγκα, με πούλησε.
Να σκεφθεί κανείς ότι πρώτο θέμα στο πρόγραμμα του «Ποταμιού» ήταν ο χωρισμός
κράτους και εκκλησίας… Ο άπειρος Σταύρος απάντησε ότι «πρέπει να σεβόμαστε τα
πιστεύω του λαού»).
Αλλά αυτό ήταν πλημμέλημα. Κανένα από τα ιδρυτικά μέλη του
«Ποταμιού» δεν είχε πολιτική πείρα. Και από την στιγμή που έμεινε το κόμμα μόνο
και ανυπεράσπιστο, έγινε λεία των
μεγάλων που εποφθαλμιούσαν τα στελέχη του.
Στις 8 Σεπτεμβρίου γράφει ο σοφός Απόστολος Δοξιάδης πάλι στο Πρόταγκον: «Γιατί δεν μιλάνε οι
διανοούμενοι». Από την αρχή του άρθρου:
…οι «διανοούμενοι», οι
ενίοτε και «πνευματικοί άνθρωποι» χαρακτηριζόμενοι, άρχισαν κάποια στιγμή να
μιλάνε δημόσια, αν όχι όλοι, πάντως πολλοί. Κάπου εκεί, κατά την αρχή της
οικονομικής κρίσης, αρχές της δεκαετίας του 2010, πολλοί συγγραφείς, δημιουργοί
άλλων τεχνών, στοχαστές, επιστήμονες, πανεπιστημιακοί κάθε είδους, που ως τότε
ασχολούνταν αποκλειστικά με το έργο τους, άρχισαν να παρεμβαίνουν στον δημόσιο
λόγο, μιλώντας για προβλήματα του τόπου που επί κάποιες δεκαετίες τα είχαμε
όλοι θάψει— όχι μόνο οι διανοούμενοι— βαθιά στη συνείδησή μας. Τα έβγαλε στη
φόρα, πιεστικά και δυσάρεστα, η κρίση.
Ναι, μερικοί διανοούμενοι άρχισαν να μιλάνε και να γράφουν.
Αλλά τους σάρωσε η ίδια η αντιμετώπιση της κρίσης: θυμηθείτε: Βαρουφάκης (ο
σουρεαλισμός στην οικονομία), δημοψήφισμα,
κωλοτούμπα, επιμνημόνιον. Τι να γράψεις και τι να πεις;
Τουλάχιστον τώρα έχουμε μία κυβέρνηση φαινομενικά ορθολογική.
Της ήρθαν πολύ ανάποδα τα πράγματα (σκέπτεστε τον Τσίπρα να αντιμετωπίζει
πανδημία και πυρκαγιές;). Πολλά με ενοχλούν σε αυτή (π.χ. η Αγία Τριάς των
ακροδεξιών: Γεωργιάδης, Βορίδης, Πλεύρης).
Και, όπως οι περισσότεροι Έλληνες, δεν κατάλαβα κι εγώ την έξωση του Μιχάλη
Χρυσοχοΐδη.
Αχ! για ένα υγιές, κεντρώο κόμμα, με νέους ανθρώπους και
ζωντανές ιδέες. Φρέσκα, νέα μυαλά, όχι απομεινάρια του ΠΑΣΟΚ. Έτοιμους να
αντιμετωπίσουν την οικολογική θύελλα με την νέα τεχνολογική επανάσταση.
Έστω. Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι δύο-τρεις Πιερρακάκηδες
να μας στρώσουν την γραφειοκρατία, και μερικούς σοβαρούς οικονομολόγους για τα
οικονομικά. Ευτυχώς ο πρωθυπουργός φαίνεται να γνωρίζει οικονομικά. Όσο για τον
διάλογο που ζητάει ο Δοξιάδης, με την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε δεν
υπάρχει αντικείμενο. Η Αντιπολίτευση δεν διαλέγεται – απλώς βρίζει. Έναν
σπουδαγμένο οικονομολόγο έχει ο Σύριζα – αλλά έχετε ακούσει τους τελευταίους
μήνες κάποια ουσιαστική πρόταση από τον κύριο Τσακαλώτο;