Κυριακή, Μαρτίου 20, 2022

Αλήθεια, είμαι τόσο φθονερός;

«Φθόνος: ζήλια και μίσος που αισθάνεται κάποιος, λόγω της υπεροχής, της ευημερίας ή των επιτευγμάτων άλλου προσώπου».

Επειδή δεν ήμουν σίγουρος για τον ορισμό της λέξης «φθόνος» κατέφυγα στο χρηστικό λεξικό της Ακαδημίας. Η φράση που παραθέτω είναι κατά λέξιν ο επίσημος ορισμός.

Ένας άνθρωπος που εκτιμώ και διαβάζω από χρόνια (ο Ανδρέας Δρυμιώτης, σύμβουλος επιχειρήσεων και τακτικός συνεργάτης της «Καθημερινής»), στο φύλλο της 13ης Μαρτίου δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Αλήθεια γιατί είμαστε τόσο φθονεροί;» Ο πληθυντικός ήταν προσχηματικός: τελικά αφορούσε εμένα.

Έμεινα κατάπληκτος. Ο φθόνος είναι ένα από τα ελάχιστα συναισθήματα που δεν έχω νιώσει ποτέ μου (γι΄ αυτό και έψαχνα τον ορισμό). Τα «επιτεύγματα των άλλων  προσώπων» δεν τα ζήλεψα ποτέ – μου αρκούσαν τα δικά μου. Και φυσικά δεν ένιωσα ποτέ μίσος (τι βαριά λέξη!) για οποιονδήποτε άνθρωπο. Απέχθεια, περιφρόνηση, αποτροπιασμό – ναι, σπάνια. Αλλά μίσος;

Ποιος ήταν ο λόγος που κατηγορήθηκα;

Όταν ανακοινώθηκε η ανάθεση της οργάνωσης του εορτασμού των 200 χρόνων από το 21 είχα γράψει ένα άρθρο (εδώ στο «Βήμα») αναφέροντας αυτά που φοβόμουνα ότι μπορεί να συμβούν. (14.8.19). Φυσικά ήξερα πως η κυρία Αγγελοπούλου είχε πετύχει θαύματα στην οργάνωση των Ολυμπιακών – αλλά φοβόμουνα ότι ο κλασικός εθνο-θρησκευτικός ενθουσιασμός των Ελλήνων, θα την παρέσυρε σε μία γιορτή «φουστανέλας». Άλλο οι Ολυμπιακοί – άλλο η μεγάλη εθνική επέτειος.

Δεν υπήρχε κανένας φθόνος στο κείμενό μου – μόνο μία παραίνεση. Φυσικό να  προέρχεται από έναν άνθρωπο που όπως όλοι οι Έλληνες, έχει κουραστεί να ακούει πανηγυρικούς και να υφίσταται ανύπαρκτους μύθους σαν την Αγία Λαύρα και το Κρυφό Σχολειό.

Όταν έληξαν οι εορτασμοί έγραψα ένα άρθρο με τίτλο «Κακός προφήτης – ευτυχώς». Το οποίο ουσιαστικά ήταν μία παραδοχή του ότι είχα πέσει έξω ή είχα εισακουσθεί, στο πρώτο άρθρο. Και ότι ο εορτασμός (βοήθησε κι ο κορονοϊός) ήταν σεμνός, ουσιαστικός και  (το μεγαλύτερο κέρδος) μας άφησε πίσω νέα, πολύτιμα ιστορικά βιβλία Ελλήνων και ξένων.

Δεν θα συγκρουσθώ με τον κ. Δρυμιώτη για τον ρόλο της εκκλησίας στην επανάσταση. Μπορεί ο Απόστολος Παύλος να έγραψε εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια το περίφημο: «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην…» αλλά το Πατριαρχείο, τα χρόνια πριν την επανάσταση, χαρακτήριζε τον Σουλτάνο σαν πατέρα μας και την σκλαβιά μας σαν οδό σωτηρίας». Ας διαβάσει ένα βιβλίο για τον «Ελληνικό Διαφωτισμό» (Π. χ. του κ. Πάσχάλη Κιτρομηλίδη).

Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι από που του προέκυψε ο «φθόνος» μου για την κυρία Αγγελοπούλου. Μάλλον με μπέρδεψε με άλλους που αναφέρει. Δεν έχω κανένα λόγο να την φθονώ – ίσα-ίσα που αναγνωρίζω και χαίρομαι τα επιτεύγματά της. Και το γεγονός (που δεν γνώριζα) ότι τα έξοδα του εορτασμού δεν επιβάρυναν τον Έλληνα φορολογούμενο είναι πραγματικός άθλος.

Αναγκάζομαι λοιπόν  να γράψω και τρίτο άρθρο για το ίδιο θέμα, διότι με ενόχλησε πολύ το ότι ένας άνθρωπος που εκτιμώ, με φόρτωσε με μία ιδιότητα που ουδέποτε ένιωσα: τον φθόνο. Αν κάθε κριτική – είτε προληπτικός σχολιασμός, είτε κατόπιν εορτής, θεωρείται θέμα φθόνου, τότε αυτό θα ήταν το τέλος της διανόησης και του διαλόγου στον τόπο μας. Βαριά λέξη, κάνει bullying στην ελεύθερη σκέψη.

Λίγο μετά την δημοσίευση του πρώτου άρθρου, η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου με πήρε τηλέφωνο και μου ζήτησε να συναντηθούμε. Δέχθηκα ευχαρίστως. Της απάντησα ότι είμαι στην διάθεσή της. Δεν μου ξανατηλεφώνησε.

Αλλά δεν την …φθόνησα, καθόλου γι αυτό.