Το πρώτο μου αντίκρισμα: πριν να χτιστεί το Τείχος. Ουσιαστικά ήταν ακόμα η προπολεμική πόλη, με μερικά μπαλώματα και πολλά ερείπια. Υπήρχαν τότε οι συμμαχικοί τομείς – ο γαλλικός, ο αγγλικός και ο αμερικανικός. Ο ρωσικός ήταν ήδη η πρωτεύουσα της DDR – της Γερμανικής Δημοκρατικής Δημοκρατίας. (Τι πλεονασμός! Λες και αναγράφοντας δύο φορές την δημοκρατία στην επωνυμία του κράτους, θα γινόταν πιο δημοκρατικό. Το πόσο δημοκρατικό ήταν, είχε ήδη φανεί στην εξέγερση της 17 Ιουνίου 1953).
Από την πρώτη επίσκεψη θυμάμαι: την γκρεμισμένη εκκλησία στο KuDamm, την συνοικία Hansa Viertel, μουσείο σύγχρονης αρχιτεκτονικής του Bauhaus, τα πάμφθηνα βιβλία που αγοράσαμε στο Ανατολικό Βερολίνο – όλα, τυχαία, αριστερών συγγραφέων, συγγενών και φίλων. Ακόμα έχω την Αισθητική του Hegel, (έκδοση του 1955 με πρόλογο Lukács, 1173 σελίδες, πανόδετη – αν θυμάμαι καλά, μάρκα τρία). Αριστερός ο Έγελος; Η μόνη σχέση του με τον Μαρξ, ήταν το αναποδογύρισμα της Διαλεκτικής του.
Το πέρασμα ήταν ελεύθερο για τους τουρίστες και κυκλοφορούσαμε στο Ανατολικό Βερολίνο. Το περπάτημα στην Λεωφόρο Στάλιν (Stalin Allee) για την οποία το κράτος έδειχνε πολύ περήφανο, ήταν ένας εφιάλτης. Έκτοτε έχει χρησιμεύσει σαν σκηνικό στα χειρότερα όνειρά μου. Την έχει (πολύ σωστά) διατηρήσει το σημερινό καθεστώς και αξίζει μία επίσκεψη. Είναι η τέλεια αρχιτεκτονική έκφραση της απόλυτης και ωμής απολυταρχίας.
Οι επόμενες επισκέψεις μου είχαν, σαν σήμα κατατεθέν, το Τείχος. Ακόμα και τις νύχτες, στο ξενοδοχείο, το ένιωθα να με βαραίνει, σαν να είχε οικοδομηθεί επάνω στο στήθος μου. Ο αποκλεισμός της πόλης έδινε στη ζωή ένα τόνο υστερίας – ιδιαίτερα στις διασκεδάσεις. Νόμιζες πως παίζονταν συνεχώς «οι τελευταίες ημέρες της Πομπηίας».
Έτσι άρχισα να αποφεύγω το Βερολίνο. Λειψία, Βαϊμάρη – οι επόμενοι ανατολικοί προορισμοί.
Πολλές επισκέψεις πια στη δεκαετία του 90 – όπου οργίαζαν οι γερανοί. Ανοικοδόμηση παντού: όλη η πόλη ένα μελίσσι. Άρχισα να την χαίρομαι μετά το 2000 – όπου μπορούσες να την χαζέψεις χωρίς σκαλωσιές και ικριώματα.
Η πόλη δίχως κέντρο. Δάση, άλση, ποτάμια, νησιά χωρίζουν τις συνοικίες της. Ανοίξτε το Google Earth. Ένα απέραντο πάρκο και ανάμεσα στις συστάδες των δέντρων, συστάδες σπιτιών. Δίπλα στην Πύλη του Βρανδεμβούργου, η τύψη των Γερμανών. Στην ακριβότερη περιοχή της πόλης, το απέραντο μνημείο του Ολοκαυτώματος. Εκατοντάδες τεράστιοι μαύροι κύβοι σχηματίζουν ένα λαβύρινθο ενοχής.
Κάθε φορά που πηγαίνω, το Βερολίνο έχει αλλάξει. Κάθε φορά μου επιφυλάσσει μία έκπληξη. Και τώρα, που ετοιμάζομαι, έχω μία προαίσθηση – και δεν ξέρω αν είναι καλή ή κακή. Γιατί το Βερολίνο εξελίσσεται – αλλά εγώ γερνάω.
Από όλες τις σημερινές μεγαλουπόλεις πρέπει να είναι η πιο ζωντανή. Και η πιο πλούσια σε μνήμες. Μέσα σε εκατό χρόνια έχει συμπυκνώσει ιστορία αιώνων.
Σίγουρα είναι η πιο δυνατή σε καλλιτεχνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Έχεις τόσες επιλογές που ζαλίζεσαι. Εδώ καλπάζουν μαζί όλες οι πρωτοπορίες!
Το Μόναχο είναι η δεύτερη πατρίδα μου: σπούδασα και έζησα εκεί έξη χρόνια. Αλλά το Βερολίνο είναι το μέτρο – κάθε επίσκεψη και ένας σταθμός.
Όταν θα διαβάζετε αυτό, εγώ θα έχω ήδη επιστρέψει (αχ, αυτή η χρονική διολίσθηση του εβδομαδιαίου φύλλου). Και θα ξέρω ήδη πόσο έχω γεράσει…