Κυριακή, Δεκεμβρίου 30, 2012

Υστερόγραφο στην αυτοβιογραφία μου


Ο χρόνος τελειώνει – και δεν εννοώ μόνο το 2014. Μπαίνω στα 79 και μου φαίνεται απίθανο. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου γέρο, ούτε τώρα μπορώ. Ξαφνιάζομαι κάθε φορά που το συνειδητοποιώ.
Νιώθω την ανάγκη μίας apologia pro vita sua – για να δανειστώ τον τίτλο του Newman. Όχι βέβαια απολογία αλλά απολογισμός και αν θέλετε υπεράσπιση της ζωής μου.
Για τα περισσότερα χρόνια μου το έχω ήδη κάνει στην τετράτομη αυτοβιογραφία μου. (Η έκδοση σε ένα τόμο έχει τον τίτλο: «Οι Δρόμοι μου»). Ωστόσο αυτό το βιβλίο έκλεισε τέλος του 2004. Από τότε μου συνέβησαν αρκετά, που αξίζει να καταγραφούν.
Ήταν πράγματα απρόσμενα. Νόμιζα πως η ζωή μου είχε τελειώσει – και σε πνεύμα αποχωρισμού και παραίτησης τέλειωνα το βιβλίο. Πού να ήξερα πως ακόμα και σε παρωχημένη ηλικία καραδοκούν εκπλήξεις. Η ζωή δεν τελειώνει ποτέ. Για τους δημιουργούς μάλιστα συνεχίζεται και μετά θάνατον, από το έργο τους. Π. χ. η μεταθανάτια ζωή του Κάφκα είναι ασύγκριτα πιο πλούσια, ενδιαφέρουσα και δυναμική από την άλλη. (Δυστυχώς, όχι για τον ίδιο…).

Το πρώτο που συνέβη: ενάμιση χρόνο μετά την κυκλοφορία των «Δρόμων» ξεκίνησα το πρώτο μου blog. Το δεύτερο σημαντικό: από τον Σεπτέμβριο το 2007 άρχισα να γράφω μία στήλη στο εβδομαδιαίο freepress LiFO, που συνεχίζει στον έκτο χρόνο της. Τρίτο: από το 2011 το βιβλίο μου «Η Δυστυχία του να είσαι Έλληνας» (λόγω της Ελληνικής κρίσης) έγινε διεθνές μπεστ σέλερ. Κυκλοφορεί ήδη σε οκτώ γλώσσες σε πάνω από είκοσι χώρες και έπεται συνέχεια. Και το τέταρτο: ξεπερνώντας την αγοραφοβία μου, κατάφερα φέτος να κάνω 9 δίωρες διαλέξεις στο Ίδρυμα Θεοχαράκη, συμπυκνώνοντας τα πιστεύω μου. (Σύντομα θα αναρτηθούν και στο Διαδίκτυο).

Όπως έχω ήδη γράψει, για ένα συγγραφέα το blog είναι μία αποκάλυψη. Το βιβλίο, αυτό το εμβληματικό όχημα, ξαφνικά μοιάζει στατικό και αδρανές. Η διαδικασία της έκδοσης, της κυκλοφορίας, της ανάγνωσης, της αποτίμησης – που στο βιβλίο διαρκούν μήνες και χρόνια, εδώ συμπυκνώνονται σε ώρες. Ο συγγραφέας έχει το κοινό κοντά του – όπως ο ηθοποιός – και απολαμβάνει αμέσως τις αντιδράσεις: τον έπαινο, τον ψόγο, την αντίρρηση. Ακούει να γεννιούνται παράλληλες με την δική του ιστορίες, που ο ίδιος τις πυροδότησε.
Χωρίς δαπάνες, εκδότες, τυπογράφους, βιβλιοδέτες, βιβλιοπώλες, ανεβάζεις μόνος σου το κείμενό σου στο Διαδίκτυο και οι αναγνώστες σε βρίσκουν. Με μαγικό τρόπο σε ανακαλύπτουν, κι αν είσαι καλός κάθε μέρα πληθαίνουν. Ήμουν παρών στο Διαδίκτυο από το 1997 με δικό μου Δικτυακό Τόπο (www.ndimou.gr) που υπάρχει ακόμα. Αλλά αυτές οι ιστοσελίδες είναι στατικές – δεν έχουν την ζωντάνια του διαλόγου. Ξεκίνησα το πρώτο μου blog (nikosdimou.blogspot.com) στις δύο Ιανουαρίου του 2006. Ήδη την πρώτη μέρα, χωρίς να αναγγελθεί πουθενά, κατέγραψα 400 επισκέψεις και 50 σχόλια. Μέχρι τα μέσα Μαΐου οι επισκέψεις είχαν φτάσει τις 240.000 και τα σχόλια 24.200 από 1.110 διαφορετικούς σχολιαστές. Στο τέλος του χρόνου σε αυτό και το doncat.blogspot.com  τα σχόλια είχαν περάσει τις 100.000. (Ευρετήρια υπάρχουν στην πρώτη σελίδα του ndimou.gr).
Σήμερα το blog συνεχίζεται (το διαβάζετε) χωρίς σχόλια (κάποια στιγμή τα έκλεισα – δεν προλάβαινα ούτε να τα δω) και με μικρότερη επισκεψιμότητα. Συνολικά, σε όλα μου τα blogs, έχω δημοσιεύσει πάνω από 600 κείμενα και 1000 φωτογραφίες. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση έργο μου - ίσως και σε σημασία. Μαζί με τα εξαιρετικά σχόλια των πρώτων ετών είναι ένα συλλογικό επίτευγμα που με ξεπερνάει.
Η στήλη στην LiFO μού έδωσε ανταμοιβή μεγαλύτερη από τις ανάλογες συνεργασίες μου σε περιώνυμα έντυπα (Κυριακάτικες εφημερίδες: Βήμα, Καθημερινή, Ελευθεροτυπία). Σχόλια, email, μηνύματα, στατιστικές, έδειχναν μία εντυπωσιακή απήχηση. Στα 75 μου – όταν άλλοι είναι δέκα χρόνια στην σύνταξη – κέρδισα την διάκριση «Δημοσιογράφος της χρονιάς».
Όσο για την διεθνή επιτυχία της «Δυστυχίας», έχει πικρή γεύση. (Θα προτιμούσα να μην είχε χτυπήσει η κρίση τη χώρα μου). Πάντως αυτό που με ικανοποίησε πολύ περισσότερο από τις στατιστικές των πωλήσεων, είναι η αντιμετώπιση του βιβλίου από τους κριτικούς. Σε κατεβατά ολόκληρα ανέλυαν το πρόβλημα της ταυτότητας των Ελλήνων, την τραγική μοίρα του να φορτώνεσαι ένα υπερβολικά ένδοξο παρελθόν και να πρέπει να διαχειριστείς την δύσκολη σχέση με μία Δύση που σου είναι ξένη. Τελικά νομίζω πως η κυκλοφορία του βιβλίου βοήθησε σε μία πιο ουσιαστική αντιμετώπιση του Ελληνικού προβλήματος.
Αυτά ήταν τα θετικά των τελευταίων χρόνων. Τα αρνητικά μένουν τα ίδια. Τα γνωστά στερεότυπα παραμένουν και εμποδίζουν το πνευματικό μας κατεστημένο να με αντιμετωπίσει σαν ισότιμο μέλος. Τον «έπαινο του δήμου» τον κέρδισα αλλά οι «σοφιστές» αμύνονται ακόμα.
Στην πράξη το είδα αυτό όταν μία επανέκδοση κειμένου του Παναγιώτη Κονδύλη οδήγησε όλους τους κριτικούς να του αναγνωρίσουν την διαπίστωση για την ανυπαρξία αστικής τάξης στην Ελλάδα. Την διαπίστωση αυτή την είχα κάνει εγώ με το βιβλίο μου «Η Χαμένη Τάξη» εννέα χρόνια πριν από τον Κονδύλη. Αλλά πώς να το ξέρουν αυτό οι κριτικοί αφού (εκτός από έναν) δεν είχαν διαβάσει το βιβλίο μου; (Κι ας έκανε οκτώ ανατυπώσεις).
Γενικά οι κριτικοί και οι διανοούμενοι δεν ασχολούνται με τα βιβλία μου. Παλιά έγραφαν. Αλλά μετά την επιτυχία της «Δυστυχίας» (1975) έγινα ξαφνικά «ο διαφημιστής». Και στις βραβεύσεις (παντός είδους) τα βιβλία μου δεν έμπαιναν ούτε καν στις λίστες των υποψήφιων – σαν να μην υπήρχαν. Επιπλέον η ανθρωποφοβία μου δεν με βοήθησε στον τόσο σημαντικό τομέα των δημοσίων σχέσεων.
Το 2013 συμπληρώνω εξήντα χρόνια εκδοτικής παρουσίας στα γράμματα (η πρώτη μου ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε το 1953), με εξήντα δύο τίτλους και πωλήσεις πάνω από μισό εκατομμύριο αντίτυπα. (Προσοχή: ούτε ένα μυθιστόρημα…). Ίσως γι αυτό δυσκολεύομαι πια να βρω εκδότη…
Πορεύομαι προς το τέλος με μία γεύση αποτυχίας. Από παιδί ήθελα να γίνω συγγραφέας, μάγος των λέξεων – όπως αυτοί που με μάγευαν. Το πέτυχα; Νιώθω πως ναι, αλλά οι ομότεχνοι (το peer group της κοινωνιολογίας) δεν το αναγνώρισαν.  Μου φόρεσαν ένα καπέλο γενικού διανοούμενου (που με ενοχλεί). Τα βιβλία που έγραψα από αντίδραση (τα περί Ελλάδος) επισκίασαν εκείνα που έγραψα από αγάπη. Εγώ νιώθω ότι βρίσκομαι στο «Παρόλα αυτά», το «Βιβλίο των Γάτων», το «Ημερολόγιο του Καύσωνα», τα ποιήματα, τα δοκίμια και τα διηγήματα. Στην «Δυστυχία» και την «Απολογία ενός Ανθέλληνα» βρίσκεται μόνον η τσατίλα μου.
Ας είναι.

Τι περιμένω; Τίποτα το ιδιαίτερο – αν και δεν αποκλείεται να υπάρξουν πάλι εκπλήξεις. (Ελπίζω, όχι δυσάρεστες). Ο γάτος μου ο Don, που έδωσε το όνομά του σε αυτό το blog, είναι γέρος και πολύ άρρωστος. Εύχομαι και γι αυτόν και για μένα, με τα λόγια του Χρυσόστομου, να είναι «ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά τα τέλη» όταν θα έρθουν.