Ο Σεφέρης πήγε για λίγες μέρες στον Πόρο, τον Αύγουστο του 1946, από τις 11 ως τις 17. Έμενε στην βίλα «Γαλήνη». Στις 16, μία ημέρα πριν φύγει, είδε την βυθισμένη «Κίχλη»:
«Το πρωί πήραμε τη βάρκα και πήγαμε γύρω στο Δασκαλειό για μπάνιο. Ανάμεσα στο νησάκι και την ακτή, βουλιαγμένη η Κίχλη. Μόνο η καμινάδα ξεπερνά λίγα δάχτυλα την επιφάνεια».
Τον Οκτώβριο πήρε δύο μήνες άδεια από το υπουργείο («την πρώτη από το καλοκαίρι του 37») και ξανάφυγε για τον Πόρο στις 2 Οκτωβρίου. Έμεινε ως τις 3 Δεκεμβρίου. Στο διάστημα αυτό έγραψε την «Κίχλη» (ίσως το πιο σημαντικό του ποίημα) και την διάλεξη για τον Καβάφη. Την πορεία δημιουργίας του ποιήματος (που τέλειωσε στις 31.10.46) έχει περιγράψει με λεπτομέρεια στις σελίδες του ημερολογίου του. (Μέρες 1945-1951, σελίδες 51-83).
να’ ναι τα χρόνια δίσεχτα – πόλεμοι, χαλασμοί, ξενιτεμοί
και παρακάτω:
ακόμη
καμιά φορά κοντά στη θάλασσα, σε κάμαρες γυμνές
μ’ ένα κρεβάτι σιδερένιο χωρίς τίποτε δικό μου
Η βίλα «Γαλήνη» είναι επάνω στη θάλασσα (την χωρίζει μόνο ο δρόμος) και βέβαια δεν ήταν δική του.
Αλλά περισσότερο κατάλαβα τον ρόλο που έπαιξε αυτό το σπίτι όταν θυμήθηκα το τέλος του ποιήματος, που το θυμάμαι απέξω:
και είσαι
σ’ ένα μεγάλο σπίτι με πολλά παράθυρα ανοιχτά
τρέχοντας από κάμαρα σε κάμαρα, δεν ξέροντας από πού να κοιτάξεις πρώτα,
γιατί θα φύγουν τα πεύκα και τα καθρεφτισμένα βουνά και το τιτίβισμα των πουλιών
θ’ αδειάσει η θάλασσα, θρυμματισμένο γυαλί, από βοριά και νότο
θ’ αδειάσουν τα μάτια σου από το φως της μέρας
πώς σταματούν ξαφνικά κι όλα μαζί τα τζιτζίκια.
Το μεγάλο σπίτι είναι η ζωή – αλλά και η βίλα «Γαλήνη». Από τα πολλά παράθυρα και την βεράντα, βλέπεις τα καθρεφτισμένα βουνά, ακούς τα πουλιά και τα τζιτζίκια που σταματάνε όλα μαζί όταν «αδειάσουν τα μάτια σου από το φως της μέρας»…
«Το πρωί πήραμε τη βάρκα και πήγαμε γύρω στο Δασκαλειό για μπάνιο. Ανάμεσα στο νησάκι και την ακτή, βουλιαγμένη η Κίχλη. Μόνο η καμινάδα ξεπερνά λίγα δάχτυλα την επιφάνεια».
Τον Οκτώβριο πήρε δύο μήνες άδεια από το υπουργείο («την πρώτη από το καλοκαίρι του 37») και ξανάφυγε για τον Πόρο στις 2 Οκτωβρίου. Έμεινε ως τις 3 Δεκεμβρίου. Στο διάστημα αυτό έγραψε την «Κίχλη» (ίσως το πιο σημαντικό του ποίημα) και την διάλεξη για τον Καβάφη. Την πορεία δημιουργίας του ποιήματος (που τέλειωσε στις 31.10.46) έχει περιγράψει με λεπτομέρεια στις σελίδες του ημερολογίου του. (Μέρες 1945-1951, σελίδες 51-83).
Το σπίτι όπου έμεινε, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο ποίημα. Το πρώτο μέρος έχει τίτλο: «το σπίτι κοντά στη θάλασσα». Στο κείμενό του «Ένα γράμμα για την Κίχλη» (που αργότερα ονομάστηκε «Μία σκηνοθεσία για την Κίχλη» Δοκιμές ΙΙ, σ.30-56) ο ποιητής, μετά από χρόνια περιπλάνησης, ταυτίζεται με τον πλάνητα Οδυσσέα. Γράφει: «το σπίτι της Κίρκης είναι το πρώτο σπίτι που βλέπει ο Οδυσσέας ύστερα από πολλά βάσανα, φονικά και ανοησίες…»., Κι αφού μιλήσει για τον «ηδονικό» Πόρο, που του θυμίζει Κίρκη, λέει: «Εξ άλλου η ‘Γαλήνη’, το βικτωριανό εκείνο σπίτι, κόκκινο Πομπηίας, μου έδωσε για πρώτη φορά, ύστερα από πολλά χρόνια, το αίσθημα του στέρεου σπιτιού, όχι της προσωρινής κατασκήνωσης…». Και παρακάτω: «Έτσι ο Οδυσσέας… συλλογίζεται αυτό το αλλόκοτο πράγμα που ο κόσμος ονομάζει σπίτι». Αρχίζει:
Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν. Έτυχενα’ ναι τα χρόνια δίσεχτα – πόλεμοι, χαλασμοί, ξενιτεμοί
και παρακάτω:
ακόμη
καμιά φορά κοντά στη θάλασσα, σε κάμαρες γυμνές
μ’ ένα κρεβάτι σιδερένιο χωρίς τίποτε δικό μου
Η βίλα «Γαλήνη» είναι επάνω στη θάλασσα (την χωρίζει μόνο ο δρόμος) και βέβαια δεν ήταν δική του.
Αλλά περισσότερο κατάλαβα τον ρόλο που έπαιξε αυτό το σπίτι όταν θυμήθηκα το τέλος του ποιήματος, που το θυμάμαι απέξω:
και είσαι
σ’ ένα μεγάλο σπίτι με πολλά παράθυρα ανοιχτά
τρέχοντας από κάμαρα σε κάμαρα, δεν ξέροντας από πού να κοιτάξεις πρώτα,
γιατί θα φύγουν τα πεύκα και τα καθρεφτισμένα βουνά και το τιτίβισμα των πουλιών
θ’ αδειάσει η θάλασσα, θρυμματισμένο γυαλί, από βοριά και νότο
θ’ αδειάσουν τα μάτια σου από το φως της μέρας
πώς σταματούν ξαφνικά κι όλα μαζί τα τζιτζίκια.
Το μεγάλο σπίτι είναι η ζωή – αλλά και η βίλα «Γαλήνη». Από τα πολλά παράθυρα και την βεράντα, βλέπεις τα καθρεφτισμένα βουνά, ακούς τα πουλιά και τα τζιτζίκια που σταματάνε όλα μαζί όταν «αδειάσουν τα μάτια σου από το φως της μέρας»…
Υ. Γ. Διαβάζω στο Ιντερνετ: "Η Βίλα "Γαλήνη", κτίριο του 1892, αποτελεί ιδιωτική οικία του 19ου αιώνα και μια από τις πιο παραδοσιακές, αρχιτεκτονικά, οικίες του Πόρου. Η ανέγερση της οικίας ανατέθηκε στον Αναστάσιο Μεταξά, έναν από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής. Η αγορά του κτήματος κόστισε 150 χρυσές δραχμές και η οικία με την επίπλωση 60.000 χρυσές δραχμές.
Στην κομψή νεοκλασική βίλα, που λειτούργησε αργότερα ως πανσιόν έχουν φιλοξενηθεί πολιτικοί και διακεκριμένες προσωπικότητες της τέχνης και των γραμμάτων, όπως συγγραφείς και καλλιτέχνες. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τον Γεώργιο Σεφέρη, το 1946 (όπου έγραψε και το ''Κίχλη''), τον Χένρι Μίλερ (Henry Miller), το 1939 και τον Ελευθέριο Βενιζέλο".
Υ. Γ. 2 Με ρωτάνε: γιατί 2η γραφή; Η πρώτη έγινε στον Πόρο όπου είχα λίγα βοηθήματα και έγραφα από μνήμης. Όταν γύρισα σπίτι, εμπλούτισα το κείμενο. Και τώρα προσθέτω κάτι ακόμα. Ο φίλος Νώντας Τσίγκας βρήκε στο Διαδίκτυο το δοκίμιό μου για την "Κίχλη". Δεν ήξερα πως υπάρχει. Για όσους ενδιαφέρονται είναι
εδώ