Σάββατο, Φεβρουαρίου 25, 2023

Ρακή και Ταξί

Το πρώτο αυτοκίνητό μου ήταν μικρό και κόκκινο. Το κράτησα πάνω από δύο χρόνια και γυρίσαμε την μισή Ελλάδα. Μάλιστα φτάσαμε κι ως την Κρήτη. Δεν σας κάνει εντύπωση; Σκεφτείτε ότι τότε δεν υπήρχαν φέριμποτ. (Ούτε ενοικιάσεις αυτοκινήτων). Ο μόνος τρόπος να εξερευνήσεις την Κρήτη με το αυτοκίνητό σου ήταν να το φορτώσεις με βίντσι σε ένα επιβατικό πλοίο που είχε κατάστρωμα αρκετά μεγάλο για να το υποδεχθεί.

Όπερ και εγένετο. Μπήκαν ξύλινοι τάκοι κάτω από τις ρόδες, δέθηκαν με κάποιο γερανό στο κατάστρωμα ο οποίος σήκωσε το αυτοκίνητο ψηλά, έστριψε και το απίθωσε μπροστά στη γέφυρα.

Με το αυτοκίνητο αυτό γύρισα όλη την Κρήτη. Την πρωτόγονη Κρήτη του Καζαντζάκη, λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του. Επικίνδυνο εγχείρημα γιατί σε όποιο χωριό έμπαινα με σταματούσαν κι αφού δήλωνα όνομα και προέλευση, εμφανιζόταν αμέσως η ρακή. Δεν υπήρχε σωτηρία: «Μια ρακή θα την πιούμε για το καλό!». Μάταια εξηγούσα πως η ρακή δεν πάει με το οδήγημα (ιδιαίτερα στους ορεινούς δρόμους). Η κρητική φιλοξενία είναι ανένδοτη.

Τρεις εβδομάδες έμεινα στην Κρήτη και κόντεψα να γίνω αλκοολικός. Ας αφήσουμε τα κιλά που πήρα.

Αυτά για το κόκκινο αυτοκίνητο. Το επόμενο είχε χρώμα… ταξί! ‘Όταν γύρισα στην Αθήνα είχαμε κερδίσει ένα νέο πελάτη. (Η εταιρία ήταν διαφημιστική). Επειδή είθισται να χρησιμοποιείς τα προϊόντα που διαφημίζεις, έπρεπε να αλλάξω και αυτοκίνητο.

Ο νέος μας πελάτης είχε μόλις λανσάρει ένα νέο σπορ μοντέλο με τολμηρό σχέδιο. Φυσικά οι συνεργάτες μου είχαν παραγγείλει ένα για μένα.

Όταν ήρθε στο τελωνείο, όλοι ήταν ενθουσιασμένοι. Μετά από δύο μέρες ήρθε στο γραφείο. Κατέβηκα να το δω. Εξαιρετική γραμμή, πρωτότυπο σχέδιο, καταπληκτικές ζάντες…

…αλλά το χρώμα!

Ήταν ένα κίτρινο προς το ανοιχτό καφέ. Δηλαδή το χρώμα που είχε αποφασιστεί για τα ταξί της Αθήνας.

Άλλο χρώμα προς το παρόν δεν υπήρχε – όλη η πρώτη φουρνιά είχε το ίδιο.

Εν τω μεταξύ η εταιρία μας είχε πουλήσει το παλιό και η άδεια του καινούργιου είχε βγει στο όνομά μου. Νέα σειρά, σε άλλα χρώματα θα κυκλοφορούσε σε δύο μήνες.

Έτσι έγινα …ταξιτζής για δυο-τρεις μήνες.

Φυσικά δεν είχαμε βάλει φωτεινή επιγραφή. Αλλά μόλις ο κόσμος έβλεπε το χρώμα, μου έκανε σήμα να σταματήσω. Στην αρχή αδιαφορούσα. Μερικοί βιαστικοί χτυπούσαν τις πόρτες (ήταν πάντα κλειδωμένες).

Κάποια στιγμή άρχισα να αλλάζω στάση. Αν είχα χρόνο και έβλεπα ένα βιαστικό ζευγάρι ή μια γιαγιά με το εγγόνι, σταματούσα. Όταν με ρωτούσαν γιατί δεν είχα ταξίμετρο απαντούσα «είναι καινούργιο – δεν πρόφτασα να βάλω. Πληρώνετε ότι θέλετε.»

Αν κάποιος νέος συγγραφέας θέλει να γράψει ωραία διηγήματα, του συνιστώ να δουλέψει μερικά φεγγάρια ταξιτζής. Ακούς εκεί απίθανες ιστορίες. Ολόκληρο μυθιστόρημα γράφεις – όχι μόνο διηγήματα. Αξίζει τον κόπο… 

Κυριακή, Φεβρουαρίου 19, 2023

Εφηβικό κέφι!

Ήταν μία ζεστή μέρα του Σεπτέμβρη 1987. Μερικές εβδομάδες πριν είχα αναγκασθεί να παραιτηθώ από το «Βήμα», μετά από μία δυσάρεστη σύγκρουση με τον τότε διευθυντή Σταύρο Ψυχάρη. Περπατούσα στην οδό Σταδίου όταν με σταμάτησε ένας καλοντυμένος κύριος, γύρω στα πενήντα.

-          Συγγνώμη – δεν είστε ο κύριος Δήμου;

-          Μάλιστα, απάντησα.

-          Γιατί δεν γράφετε πια στο Βήμα;

-          Παραιτήθηκα. Η, μάλλον, εξαναγκάστηκα να παραιτηθώ. Ήταν θέμα αξιοπρέπειας…

Ακολούθησε μία σιγή – και μετά ο κύριος με ρώτησε:

-          Καλά, κι εμάς δεν μας σκεφθήκατε καθόλου;

Έμεινα άναυδος. Είχε απόλυτο δίκιο. Οι μόνοι που δεν είχα σκεφθεί, ήταν οι αναγνώστες. Ίσως από σεμνότητα. Δεν είχα σκεφθεί πως θα τους λείψω.

Θυμήθηκα την σκηνή αυτή όταν συζητούσα με ένα φίλο πριν μερικές μέρες. Του έλεγα πόσο νιώθω κουρασμένος και πόσο με πιέζει η ιδέα πως πρέπει να γράφω ένα καινούργιο κείμενο κάθε εβδομάδα.

-          Είναι καιρός να βγω στην σύνταξη, είπα.

(Ποια σύνταξη; Ας είναι καλά η ΕΣΗΕΑ που για μερικές ημέρες με απέκλεισε από το συνταξιοδοτικό της πρόγραμμα. Ήμουν 40 ετών και μερικών ημερών όταν έκανα την αίτηση – και το καταστατικό της λέει ότι θα έπρεπε να ήμουν κάτω των 40.

Αν και, εδώ που τα λέμε, οι συντάξεις των δημοσιογράφων δεν έχουν πια καμία σχέση με τις «παχείες» αγελάδες του Αγγελιόσημου.

-          Και θα εγκαταλείψεις τους αναγνώστες σου; Είπε ο φίλος.

Θυμήθηκα τότε τον καλοντυμένο κύριο της Οδού Σταδίου. Και πόσο άσκημα είχα νιώσει όταν εγκατέλειψα την θέση μου σαν λιποτάκτης.

-          Όχι, αυτό δεν θα το κάνω. Άλλωστε δεν με πήραν και τα χρόνια. Ο Κώστας Μητρόπουλος έχει από καιρό περάσει τα 90 και παραμένει ζωντανός και σπινθηροβόλος. Εγώ είμαι μόνον 88.

-          Ναι, εδώ που τα λέμε, το να παράγεις κάθε μέρα τουλάχιστον δύο (σκιτσάρει και για να ΝΕΑ!) γελοιογραφίες θέλει εφηβικό κέφι.

-          Θα του ζητήσω να μου δανείσει λίγο – είμαι βέβαιος πως του περισσεύει!

Σύντομα θα συμπληρώσω μία δεκαετία στο «Βήμα». Σε δύο φάσεις που κατέληξαν σε δύο βιβλία: «Τα μικρά Βήματα» και «Η Κουτσοκώσταινα». Ανήκω πλέον στην γερουσία της εφημερίδας, που έχει μέλη εκλεκτά. Ανάμεσά τους τον Γιάννη Μαρίνο παλαιό φίλο και τον άνθρωπο που πρώτος με ανακάλυψε ως συγγραφέα. Γερουσία ακμαία που σφύζει από εφηβικό κέφι!

Κυριακή, Φεβρουαρίου 12, 2023

Σεισμοί και μπαξίσι

Το μόνο μέρος του κόσμου όπου μπορεί κανείς να μην φοβάται τους σεισμούς, είναι το κέντρο του Τόκιο.

Μήπως επειδή δεν είναι σεισμογενής περιοχή; ¨Όχι. Είναι από τις πιο σεισμογενείς στον κόσμο.

Μου έχουν διηγηθεί ιστορίες απείρου κάλλους.

Σύσκεψη εργασίας στο 80ο πάτωμα – παρόντες 7 Ιάπωνες και ένας Έλλην. Ξαφνικά ο ουρανοξύστης αρχίζει να ταλαντεύεται -- πηγαινοέρχεται σαν γλωσσίδι καμπάνας. Οι Ιάπωνες συνεχίζουν την σύσκεψη.  Ο Έλληνας χλομιάζει και αισθάνεται να του έρχεται κόψιμο. Μουρμουρίζει με τρέμουσα φωνή: “Earthquaque…” Ο διπλανός του, σαν να μην συμβαίνει τίποτα, τον ρωτάει: «First time in Tokyo?” (Πρώτη φορά στο Τόκιο;) «Ναι», ομολογεί ακόμα έντρομος ο Έλληνας.

Εκεί λοιπόν κάνουν ένα διάλειμμα για να συνέλθει αφ’ ενός αυτός, και για να του εξηγήσουν ότι η περιοχή είναι από της πιο σεισμογενείς στην Ιαπωνία και πως, πριν μερικά χρόνια, πήραν την απόφαση – αφού ήταν δύσκολο πια να αλλάξουν πρωτεύουσα, να αλλάξουν τις προδιαγραφές για την δόμηση των κτιρίων. Σήμερα οι σεισμοί συνεχίζονται, αλλά ουδείς τους δίνει πια σημασία.

Αφηγούμαι αυτή την ιστορία κάθε φορά που ακούω την γνωστή φράση: «Η Φύση (ή ο Θεός) μας εκδικείται. Αλίμονο! Έχουμε τα μέσα και τις δυνατότητες  να αντιμετωπίσουμε αν όχι όλα – πάντως τα περισσότερα  προβλήματα που μπορεί να παρουσιαστούν από φυσικούς παράγοντες. Ακόμα και για γιγάντια θέματα (όπως τα παγκόσμια κλιματολογικά) ξέρουμε ακριβώς τι πρέπει να κάνουμε. Μόνο που για πολλούς (και φτηνούς) λόγους δεν τα κάνουμε.

Τα σπίτια στην Τουρκία και την Συρία δεν τα έριξε ο σεισμός. Τα έριξε το μπαξίσι. «Να σου δώσω κάτι να κάνεις τα στραβά μάτια και να μου υπογράψεις εδώ».

Έτσι, λοιπόν, με την ίδια σεισμική δόνηση, βλέπουμε την μία πρόσοψη να ρευστοποιείται και να παρασύρει όλη την πολυκατοικία ενώ η διπλανή σείεται λίγο αλλά δεν πέφτει.

Ποιος έριξε την πολυκατοικία; Ποιος σκότωσε τους ανθρώπους που την κατοικούσαν; Όχι, δεν ήταν ο σεισμός. Ήταν ο μηχανικός  που με το μπαξίσι έκανε τα στραβά μάτια.

Σε άλλη, πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, ολόκληρες βιομηχανίες αλλά και κρατικά εργοστάσια παραβιάζουν τις αυστηρές προδιαγραφές  των νέων κανόνων για το περιβάλλον κι έτσι οι διεθνείς συμφωνίες για την καθαρότητα της ατμόσφαιρας αγνοούνται.

Οι πάνινες σκηνές και οι πρόχειροι καταυλισμοί πληγώνουν αλλά σπάνια σκοτώνουν. Οι «μαϊμού» πολυκατοικίες είναι παγίδες  για πτώματα. Και όχι – δεν φταίνε οι σεισμοί. Φταίνε  οι ασυνείδητοι που σιγά-σιγά θα κάνουν την γη ακατοίκητη. Άραγε θα προλάβουμε;

Κυριακή, Φεβρουαρίου 05, 2023

Λέξεις πεζές ή μαγικές…

Πόσα λόγια πάνε χαμένα… Της καθημερινότητας, των ανθρώπων στην δουλειά, των παιδιών στους δασκάλους, των γραφιάδων στις κόλλες που γεμίζουν (τώρα τις προλαβαίνουν οι υπολογιστές…) Αν μπορούσα να θησαυρίζω το ένα χιλιοστό – τι λέω, το ένα εκατομμυριοστό – και πάλι θα γινόμουν εκατομμυριούχος.

Εκατομμυριούχος σε λέξεις… Ίσως είμαι ήδη. Αν αθροίσω τα βιβλία που έχω γράψει, τα άρθρα που έχω δημοσιεύσει, μπορεί και να είμαι. Αλλά από τις λέξεις αυτές ελάχιστες μένουν στη μνήμη.

Λέξεις με πάθος. Λέξεις με μίσος. Και τι με αυτό; Τα πάθη και τα μίση εξατμίζονται γρήγορα.

Λέξεις που έμειναν αθάνατες: Μολών λαβέ! Τις έχει υπογραμμίσει ο θάνατος κι αυτή η υπογράμμιση δεν σβήνει ποτέ. Όσο θα υπάρχουν Έλληνες.

Λέξεις στην πολιτική διαμάχη: τόσο αιχμηρές που έκοβαν και τα χέρια που τις χρησιμοποιούσαν…

Βρισιές στα γήπεδα. Συνθήματα σε διαδηλώσεις. Εκκλήσεις για βοήθεια.

«Έρχεται η άνοιξη. Δεν θα την δω». Επιγραφή δίπλα σε τυφλό ζητιάνο.

Ανάμεσα σε όλες αυτές τις λέξεις μερικές, είχαν μεγάλη αξία. Άλλες – εκ των υστέρων – κόστισαν πολύ. Γιατί πονάνε και οι λέξεις.

Άθλιες συμφωνίες από λέξεις. Έδωσαν τα χέρια, διαβάζοντάς τις, ο Ρίμπεντροπ με τον Μολότοφ. Μαχαιριά στην πλάτη της Ευρώπης: η συμμαχία των Ρώσων με τους Ναζί. Καημένη Πολωνία!

Τελευταίες λέξεις μεγάλων ανδρών. Γκαίτε: «Περισσότερο φως!»

Ερωτόλογα: Πόσο εύκολα, πόσο φτηνά. Πώς να βασιστείς όταν από πίσω σε σπρώχνει ο πόθος. Και το κακό είναι πως συχνά τα πιστεύεις κι εσύ ο ίδιος.

Ευτυχώς που μερικές παλαιές λέξεις, πλέκοντας φράσεις, επιτυγχάνουν αποτελέσματα μαγικά:

«Γλυκά χαϊδεύει δροσερός της ευωδιάς αέρας / μ’ανάκουστους κιλαϊδισμούς και λιποθυμισμένους».

(Διονύσιος Σολωμός)      

«Εξ όσον ηυτύχησα ή εδυστύχισα να γνωρίσω, είμαι, πιστεύω, ο μόνος άνθρωπος όστις, αν τον ονόμαζαν ζώον, δεν θα εθεώρει τούτο ως προσβολήν». (Εμμ. Ροΐδης).

Βαθεία ειρήνη εβασίλευεν επί της μορφής του. Μία υπερκόσμιος αίγλη, εν είδει μειδιάματος βαθμηδόν αποσβεννύμενου έπαιζε με τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. […]  Διότι ο καημένος ο παππούς συνεπλήρωνε αληθώς τώρα το μόνον της ζωής του ταξίδιον. (Γεώργιος Βιζυηνός).

«Ήτο όνειρον, πλάνη, γοητεία. Και οπόσον διέφερεν  από όλας τας ιδιοτελείς περιπτύξεις, από όλας τας λυκοφιλίας, από όλους τους κυνέρωτας του κόσμου, η εκλεκτή, η αιθέριος εκείνη επαφή. Δεν ήτο βάρος εκείνο το φορτίον το ευάγκαλον αλλά ήτο ανακούφισις και αναψυχή». (Αλεξανδρος Παπαδιαμάντης: «Όνειρο στο κύμα».)

Αχ αυτή η τόσο συκοφαντημένη καθαρεύουσα….