Σάββατο, Οκτωβρίου 28, 2017

Περί υγείας και ασθενείας

Ίδιος λέμε πως είναι ο κόσμος, αλλά αλλιώς τον βλέπει ο καθένας. Ιδιαίτερα αν βρίσκεται σε κάποια ιδιαίτερη κατάσταση. Δεν αναφέρομαι σε εξωτερικά γεγονότα αλλά σε εσωτερικές διαθέσεις. Αλλιώς βλέπει το ίδιο σκηνικό μπροστά του ο πεινασμένος κι αλλιώς ο χορτάτος, αλλιώς ο νέος κι αλλιώς ο γέρος. Άλλα προσέχει ο σοφός κι άλλα ο αμόρφωτος. 

Και, κυρίως, άλλα βλέπει ο άρρωστος. 

Οι εφημερίδες δεν γράφουν για ασθένειες παρά μόνο όταν γίνουν επιδημίες που αποτελούν είδηση. Εμφανίζονται σοφοί καθηγητές που δίνουν πληροφορίες και συμβουλές. Ο λαός πρέπει να ενημερωθεί. 

Κάποτε έγραψε ο Σεφέρης: «Συλλογίστηκε κανένας τι υποφέρει ένας ευαίσθητος φαρμακοποιός που διανυκτερεύει;»

Και τι τραβάει (γράφω εγώ) ένας ελκοπαθής πολιτικός συντάκτης, που προσπαθεί να βγάλει νόημα από τις ανακοινώσεις και τα non paper του Μαξίμου;

Ο υπερτασικός μετράει την πραγματικότητα με την πίεσή του, ο αλλεργικός με τις αντιδράσεις του, ο καρκινοπαθής με τις χημειοθεραπείες του κι ο διαβητικός με την πίκρα του.

Πόσο διαφορετικά θα ερμηνεύσει ένας ιστορικός τις προοπτικές που ξετυλίγονται μπροστά του, αν πάσχει από έστω ήπια κατάθλιψη;

Αλλά εδώ έρχονται οι ψυχίατροι και λένε πως οι δημιουργικοί άνθρωποι (μουσικοσυνθέτες, ποιητές, ζωγράφοι, σκηνοθέτες) είναι συνήθως διπολικοί (αυτοί που παλιά τους λέγαμε: μανιοκαταθλιπτικοί).

Και ο Απόστολος Δοξιάδης έχει γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Από την Παράνοια στους Αλγόριθμους» όπου εξετάζει την στενή σχέση της μαθηματικής ιδιοφυίας με την ψυχική νόσο – μέσα από τις βιογραφίες των διασημότερων μαθηματικών της εποχής μας.

Πόσες ασθένειες δημιουργούν τον κόσμο μας…

Παίρνουμε πάντα σαν κριτήριο έναν άνθρωπο υγιή – στο σώμα και στο νου. Αλλά πόσοι είναι οι πραγματικά υγιείς;

Δεν θα έφτανα στην υπερβολή του Κίρκεγκωρ: «Η ζωή είναι μία ασθένεια προς θάνατον».

Αλλά «ο υγιής» είναι μία αφαίρεση: ακόμα και οι υγιείς δεν είναι ίδιοι μεταξύ τους. Υπάρχει και εκείνος ο ύπουλος «υποκειμενικός παράγων».

Κάποτε μου έγραψε ένας αναγνώστης: «Μα αυτή είναι η υποκειμενική σας άποψη!»

Και του απάντησα: «Γνωρίζετε εσείς μία – έστω μόνο μία – άποψη  που να μην είναι υποκειμενική;»

Αυτή θα ήταν η άποψη του Θεού – περί του ονόματος και της υπάρξεως του οποίου ερίζουν πολλοί.
σκίτσο του W. Busch

Αυτό το κείμενο το έγραψε ένας σχολιαστής που υποφέρει από άθλιο κρυολόγημα, (γελοία αλλά άκρως ενοχλητική νόσος). Έπρεπε να το παραδώσει εγκαίρως. Δεν μπόρεσε να επινοήσει κάτι πιο ευχάριστο.

Και ταυτόχρονα αισθάνθηκε την ανάγκη, σε μία υγιή εφημερίδα, να ακουστεί και η φωνή ενός (ελαφρώς) ασθενούς.
_________________________

...και πάντα στο Βήμα της Κυριακής

Κυριακή, Οκτωβρίου 22, 2017

Σώστε την Ελλάδα!

          -  Ο Νίκος Δήμου;
       -  Μάλιστα, εγώ!
       - Τυχεροί είμαστε!

Το νέο ζευγάρι, που με συνάντησε τυχαία, φαινόταν πολύ ικανοποιημένο από την σύμπτωση. Ο άνδρας κοντοστάθηκε, με κοίταξε με σοβαρότητα και είπε:

- Πρέπει κάτι να κάνετε. Πρέπει να σώσετε την Ελλάδα!

Κρατήθηκα να μην γελάσω. Ψέλλισα αμήχανα: - Εγώ; 

- Όλοι εσείς, οι διανοούμενοι, οι σοφοί, οι συγγραφείς – εσείς που ξέρετε περισσότερα και ο λαός σας ακούει!

Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που δέχομαι μία τέτοια παραίνεση. Αλλά κάθε φορά απορώ με την αφέλεια και την ανεδαφικότητά της. Είπα στα νέα παιδιά ένα απόσπασμα στίχου του Ελύτη: «Εγώ φεύγω. Εσείς να δούμε τώρα» και …έφυγα.

Ω, ναι, τους καταλαβαίνω απόλυτα. Ασφυκτιούν όπως όλοι, περισσότερο ακόμα γιατί είναι τόσο νέοι, και αναζητούν απελπισμένα σωσίβιο σωτηρίας. Νομίζουν ότι εμείς που γράφουμε «ξέρουμε περισσότερα». Λάθος πρώτο. Και ότι «ο λαός μας ακούει». Λάθος δεύτερο και πολύ χειρότερο.

Ούτε ξέρουμε πολλά παραπάνω, αλλά ούτε μας ακούνε. Καθόλου.

Από κοντά έρχονται και οι άλλοι, οι επικριτές και φωνάζουν: «Πού είναι οι διανοούμενοι, οι γραφιάδες, οι φιλόσοφοι; Γιατί σωπαίνουν – τώρα που τους χρειαζόμαστε!»

Αμ δεν σωπαίνουν! Μιλάνε, φωνάζουν, διαμαρτύρονται, «εις ώτα μη ακουόντων». Έχουν γραφτεί αρκετά σοβαρά πράγματα για την Κρίση, τις αιτίες και τα αδιέξοδά της – αλλά χάνονται και πνίγονται μέσα στην παραταξιακή βαβούρα και αντιπαράθεση. Κι όσα επιπλεύσουν, επειδή δεν είναι εκείνα που θα ήθελαν να ακούσουν οι περισσότεροι, παραγράφονται και εξαερώνονται. 

Όχι, αγαπητοί φίλοι, δεν μπορούμε εύκολα να απαλείψουμε τις αιτίες των προβλημάτων μας. Γιατί οι κύριες αιτίες είμαστε εμείς. Και για να αλλάξουμε εμείς, χρειάζονται  δεκαετίες και πολλές μικρές και μεγάλες επαναστάσεις. Όχι μεταρρυθμίσεις – επαναστάσεις. 

Για να έρθουν νέες γενιές πρέπει να αλλάξουν όχι μόνο τα προγράμματα αλλά και οι δάσκαλοι. Πόσα χρόνια θα πάρει αυτό; (Χωρίς να υπολογίσουμε τις οπισθοδρομήσεις). 

Θυμήθηκα τον Καζαντζάκη: «…Να λες: εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο».

Ηρωικό βέβαια – αλλά: «μονάχος μου»; Συμπτωματικά, ένας μόνο το κατάφερε αυτό, ο Ρώσος επιστήμονας Στανισλάβ Πετρόφ που στις 26 Σεπτεμβρίου 1983, μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα, αγνόησε τις οθόνες που έδειχναν μαζική πυρηνική επίθεση των Αμερικανών και δεν πάτησε το κουμπί του ολέθρου. Αυτός, μόνος, έσωσε τον πλανήτη.

Αλλά εμείς, για να αλλάξουμε, θα χρειαστεί να βοηθήσουν πολλοί. Να μάθουμε να συνυπάρχουμε, να συνεργαζόμαστε, γιατί όπως 
είπε ο άλλος μεγάλος:

…για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή.

Πολλή από πολλούς. Τώρα είμαστε χωμένοι στην αγανάκτηση, τη διχόνοια και την διεκδίκηση. «Πρέπει να αγαπήσουμε ο ένας τον άλλο – ή να πεθάνουμε». (Ένας τρίτος ποιητής, ο W. H.  Auden).

Κυριακή, Οκτωβρίου 15, 2017

Ο Λούθηρος δεν πέρασε από εδώ…



Φέτος τον Οκτώβριο όλος ο κόσμος της Δύσης γιορτάζει τα 500 χρόνια από την ημέρα που ο Μαρτίνος Λούθηρος θυροκόλλησε τις «95 Θέσεις» του στην εκκλησία της Βιτεμβέργης, αλλάζοντας τον Χριστιανισμό και μαζί του την σκέψη και την συνείδηση  του σύγχρονου ανθρώπου.  

«’Όλος ο κόσμος της Δύσης…» έγραψα και ταυτόχρονα συνειδητοποίησα πόσο δεν ανήκουμε σε αυτόν. Αν εξαιρέσουμε δύο ομιλίες του καθηγητή Πασχάλη Κιτρομηλίδη στο Μέγαρο και ένα άρθρο του στο «Βήμα», δεν είδα άλλη εκδήλωση.

Και νομίζω ότι αυτό δεν είναι τυχαίο. Ο Λούθηρος και οι μεταρρυθμιστές που τον ακολούθησαν (Καλβίνος και Τσβίνγκλι) είναι κατά κάποιο τρόπο η αρχή της ενηλικίωσης του δυτικού ανθρώπου. Αν ακολουθήσουμε τον ορισμό του Καντ για τον Διαφωτισμό («μην υποκύπτεις στην αυθεντία – έχε το θάρρος της σκέψης σου») η κίνηση του Λούθηρου ήταν και η πρώτη απαρχή του Διαφωτισμού. Ένας μοναχός, ένας καλόγερος, τα έβαλε με την μεγαλύτερη εξουσία της εποχής – την καθολική εκκλησία. Και κέρδισε. Λίγες δεκαετίες νωρίτερα ο Γουτεμβέργιος είχε ανακαλύψει την τυπογραφία. Οι «Θέσεις» τυπώθηκαν μόλις εξαγγέλθηκαν και κυκλοφόρησαν σε όλη την Ευρώπη. Η νεοτερικότητα ήταν εκεί.

«Η σημαντικότερη επίπτωση της θρησκευτικής διδασκαλίας του Λούθηρου» γράφει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης, «υπήρξε η συμβολή της στην πνευματική θεμελίωση του εξισωτικού ατομικισμού, που αναδύθηκε από την ιδέα του ιερατείου όλων των πιστών και την κατάργηση του διαμεσολαβητικού ρόλου του κλήρου, μεταξύ των πιστών και του Θεού. Με τις ιδέες αυτές η Μεταρρύθμιση απέβη πηγή της πολιτικής και ηθικής φιλοσοφίας που κατ’ εξοχήν διερμήνευσε το πνεύμα της νεοτερικότητας».

Και με την Μεταρρύθμιση έρχεται η «Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας», ο εξαγιασμός του μόχθου και της παραγωγής, που είναι η απαρχή για το «Πνεύμα του Καπιταλισμού» (Μαξ Βέμπερ) και την μεταμόρφωση του Δυτικού ανθρώπου.

Όλα αυτά μας είναι εντελώς ξένα. Η δική μας εκκλησία βασιλεύει επί δύο χιλιετίες χωρίς αντίλογο. Κάτι πήγε να γίνει με την Εικονομαχία, αλλά νίκησαν οι αυτοκράτειρες που έσωσαν τα «καλά τους νινία». (Τα παιδάκια τους, τις εικόνες). Ούτε η Μεταρρύθμιση, ούτε ο «επικατάρατος» (σύμφωνα με τον μακαριστό Χριστόδουλο) Διαφωτισμός πάτησαν πόδι στην Ελλάδα. Μερικοί μεμονωμένοι και ηρωικοί, πλήρωσαν ακριβά την τόλμη τους. Ο τραγικός πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρις βρήκε μαρτυρικό θάνατο μόνον επειδή έγραψε (αν την έγραψε αυτός) μία Καλβινίζουσα «Ομολογία» την οποία όμως δεν θέλησε να διαδώσει, ή να επιβάλει.

Έτσι μείναμε απέξω. Δυο κουβέντες λένε τα σχολικά βιβλία για τον Λούθηρο και την Μεταρρύθμιση – φυσικό, διότι δεν μας αφορά.


Ξαναδιαβάζοντας τις σκέψεις του Λούθηρου και των άλλων μεταρρυθμιστών, συνειδητοποίησα σε ποιο στάδιο εξέλιξης βρισκόμαστε σήμερα εμείς. Πεντακόσια χρόνια πίσω και παραπάνω. Ούτε μας έχουν καν προβληματίσει τα θέματα που έθιξε. Όσο κι αν φανεί περίεργο, πολλά από τα τωρινά μας προβλήματα, ακόμα και η σημερινή Κρίση, έχουν τις ρίζες τους στο γεγονός ότι σε πολλά παραμένουμε μία προ-νεωτερική κοινωνία.

(Από το "Βήμα της Κυριακής")

Κυριακή, Οκτωβρίου 08, 2017

Γενέθλια πάντα!

 Πριν από δύο δεκαετίες είχα ανεβάσει ένα κείμενο στο Διαδίκτυο (ναι, υπήρχε και το 1997 Διαδίκτυο, μόνο που τότε το ονόμαζαν μόνον Ιντερνέτ).

Το αντιγράφω από εκεί:

ΕΠΤΑ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΔΕΝ ΓΙΟΡΤΑΖΩ ΓΕΝΕΘΛΙΑ:

1.       Δεν βλέπω κανένα λόγο να πανηγυρίζω επειδή γερνάω. Έχω πει ότι ίσως μετά τα 80 θα άξιζε κανείς να τα αναφέρει, ως άθλο επιβίωσης.

2.       Θεωρώ την ημερομηνία της γέννησής μου «απόρρητο προσωπικό δεδομένο». Κι ας με υποχρεώνουν διάφοροι γραφειοκράτες να την αναγράφω. (Π.χ. σήμερα στον ΑΜΚΑ).

3.       Η επέτειος των γενεθλίων μου είναι ατομική υπόθεση. Την ονομαστική μου γιορτή την μοιράζομαι με χιλιάδες άλλους Νίκους – αλλά στα γενέθλιά μου δεν ξέρω με ποιους συμπίπτω (και ούτε με ενδιαφέρει).

4.       Θεωρώ άκρως βαρετή την ανταλλαγή ευχών και ευχαριστιών (συνήθως τυπικών και τυποποιημένων). Αυτό ισχύει για όλες τις γιορτές.

5.       Τα γενέθλιά μου ενδιαφέρουν τους αστρολόγους – ένας λόγος παραπάνω να μην ενδιαφέρουν εμένα.

6.       Το μόνο που κάνω στα γενέθλιά μου είναι ένας προσωπικός απολογισμός της χρονιάς που πέρασε. Όχι, δεν τον κάνω την πρωτοχρονιά. Όπως πολλές εταιρίες κλείνουν ισολογισμό με βάση την ημερομηνία ίδρυσης, έτσι κι εγώ σουμάρω από γενέθλια σε γενέθλια. Και πάλι απόρρητο προσωπικό δεδομένο, ο απολογισμός.

7.       Τέλος, δεν μου γουστάρει το άσμα “Happy Birthday to you” και παθαίνω αλλεργικό σοκ με την ελληνική του εκδοχή («Να ζήσεις Νικάκη…»). Άσε που οι πνεύμονές μου δεν επαρκούν πια να σβήσουν δάση κεριών.

Αν νομίζετε πως έγραψα αυτό το κείμενο επειδή έχω συντόμως γενέθλια, έχετε δίκιο. Αλλά (για όλους τους λόγους που αναφέρω παραπάνω)  ΔΕΝ εορτάζω.

Αυτά το 1997.

Είκοσι χρόνια μετά δικαιούμαι να αναθεωρήσω. Άλλωστε στην παράγραφο 1 αναφέρεται το όριο των 80 – το οποίον έχω ήδη (δυστυχώς) ξεπεράσει.

Το κείμενο των «7 λόγων» τώρα μου φαίνεται εγωιστικό και μισάνθρωπο (όπως ένιωθα τότε και εγώ). Τα γενέθλια δεν τα εορτάζει κανείς για τον εαυτό του και μόνο. Τα γιορτάζει για τους δικούς του και τους φίλους του. Χαίρεται που είναι ακόμα μαζί τους. Και (ελπίζω να) χαίρονται κι αυτοί.

Το συνειδητοποίησα αυτό τιμώντας τα γενέθλια ενός στενού φίλου που – αλίμονο! – είχε προγραμματισμένο το Μεγάλο Ταξίδι. Και το γνώριζε.

Ήταν η τελευταία φορά που ήπιαμε μαζί.

Όλη η ζωή ανάμεσα στις δύο φράσεις του Θαλή: «Ούπω καιρός… Ουκέτι καιρός». (Ακόμα δεν είναι καιρός… Δεν είναι πια καιρός).

Γιορτάζετε λοιπόν πάντα τα γενέθλια αγαπητοί αναγνώστες. Γιατί οι φίλοι είναι λίγοι και οι χρόνοι επίσης.


Και κανείς μας δεν ξέρει ποια επέτειος του θα είναι η τελευταία…

Κυριακή, Οκτωβρίου 01, 2017

Μακρόν ζεϊμπέκικο για το Κέντρο


Γεννήθηκα Κεντρώος - από αντίθεση. Ήδη μικρό παιδί απεχθανόμουν τα άκρα. Μεγάλωσα σε μία πολυπληθή  οικογένεια όπου οι μισοί ήταν αριστεροί («κομμουνιστοσυμμορίτες») και οι άλλοι μισοί δεξιοί – και μάλιστα βασιλόφρονες («μοναρχοφασίστες»). Καυγάδιζαν συνεχώς, πράγμα που με έκανε να τους αντιπαθώ ακόμα περισσότερο. Υπήρχε και ένας θείος Βενιζελικός (μιλάμε για την δεκαετία του 40) ο οποίος εκινείτο ως εκκρεμές.

Ακόμα και μέσα στο σπίτι, στην μικρή οικογένεια (ήμουν μοναχοπαίδι), αισθανόμουν να με ενοχλούν τα άκρα. Ο πατέρας, συντηρητικός, βασιλόφρων, η μητέρα συμπαθούσε τους αριστερούς, για ανθρωπιστικούς λόγους. «Είναι πιο δίκαιοι» ψιθύριζε, μην τολμώντας να μιλήσει δυνατά μπροστά στο πατέρα. 

(Το περίεργο είναι πως και οι δύο πήγαιναν κόντρα στην καταγωγή τους. Η μητέρα καταγόταν από πλούσιο αρχοντικό σόι, ενώ ο πατέρας από ορεσίβιους ποιμένες).

Αλλά εγώ πάντα στη μέση, στο κέντρο. Κρατούσα αποστάσεις. Έπαιρνα και από τους μεν και από τους δε και προσπαθούσα να συγκεράσω τις απόψεις. Πράγμα βέβαια όχι εύκολο για ένα παιδί.

Αργότερα, έφηβος, διάβασα Αριστοτέλη και ενθουσιάστηκα. Η «μεσότης» μου πήγαινε γάντι. Γενικά μου πήγαινε ο Αριστοτέλης: πιο θετικός, πιο προσγειωμένος και πιο δημοκράτης από τον Πλάτωνα. Για τον οποίο κόντεψα να φάω αποβολή όταν τον χαρακτήρισα «φασίστα». Τι φταίω όμως εγώ αν η «Πολιτεία» και, ακόμα χειρότερα, οι «Νόμοι», περιγράφουν ως ιδανικό ένα απόλυτα αυταρχικό κράτος;

Κάποτε ενηλικιώθηκα και άρχισα να ψηφίζω. Ένωση Κέντρου, φυσικά. Και στην Μεταπολίτευση συνεργάστηκα με τον Γεώργιο Μαύρο για την προβολή της παράταξης «Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις». Που ήταν πραγματικά το κόμμα το πιο πλούσιο σε στελέχη των τελευταίων δεκαετιών.

Πράγμα που δεν εκτίμησε όμως ο Έλληνας ψηφοφόρος. Η λαϊκίστικη ρητορική του Ανδρέα Παπανδρέου παρέσυρε τα πάντα και κονιορτοποίησε την Ε. Κ.

Τότε άρχισε να μου γεννιέται μία φοβερή υποψία, που με τα χρόνια επιβεβαιώθηκε. Ο Έλληνας ψηφοφόρος μπορεί να λέει στις δημοσκοπήσεις ότι πρόσκειται στο Κέντρο, ότι νιώθει Κεντρώος – αλλά στην πραγματικότητα ρέπει προς πιο ακραίες θέσεις. Ψηφίζει με το συναίσθημα, το θυμικό, το πάθος – και το Κέντρο του πέφτει νερόβραστο. Η μεσότης και ο ορθολογισμός, δεν του πάνε.

Έτσι τελικά το Κέντρο αφορά τους λίγους που ψηφίζουν με το μυαλό. Διανοούμενους, «ελίτες» (κατά Α. Π.), μορφωμένους. Εκτός εάν…

Εκτός εάν προκύψει κάποια δυνατή κεντρώα
ηγετική μορφή – ένας Μακρόν – και ο ψηφοφόρος προσδεθεί συναισθηματικά σε αυτόν. Τότε θα ψηφίσει Κέντρο, προσωποποιημένο. (Την τελευταία φορά που κυβέρνησε το Κέντρο, υπήρχε ο «Γέρος της Δημοκρατίας» Εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσών, αλλά ήδη μύθος).


Ζητείται Έλλην Μακρόν – ο Νέος της Δημοκρατίας. Ο ευρών αμοιφθήσεται! 

Υ. Γ. Ναι, πράγματι έγραψα την περασμένη Κυριακή ότι η ανάμιξη στην πολιτική έβλαψε το χρονογράφημα. Αλλά αυτό που υπογράφω σήμερα δεν είναι πολιτικό χρονογράφημα. Είναι πολιτικό ψυχογράφημα.

______________________________

Πάντα και στο Βήμα της Κυριακής