Κυριακή, Μαΐου 29, 2022

Το παράπονο του ταλαίπωρου διαχειριστή

Τελικά μόνο την φύση μπορείς να εμπιστεύεσαι σε αυτή τη χώρα – κι αυτή, όχι πάντα. Δεν θα ξεχάσω τον φετινό  Μάρτιο. Η θερμοκρασία στο υπνοδωμάτιο σπάνια περνούσε τους 16 βαθμούς ενώ, τόσα χρόνια, κυμαινόταν από 18 σε 20. Οι μισοί κάτοικοι της πολυκατοικίας είχαν επαναστατήσει (ιδιαίτερα οι ηλικίες άνω των 60). Μέχρι που τους ήρθε ο πρώτος «πολεμικός» λογαριασμός και επιτέλους κατάλαβαν στην πράξη όσα διάβαζαν  μέχρι τότε στις εφημερίδες.

Ξαφνικά θυμήθηκαν την εποχή πριν το αέριο, που οι λογαριασμοί κοινοχρήστων ήταν διπλάσιοι.

Όμως, εκεί που ανακουφιστήκαμε, ήρθε ο πόλεμος… Και τα τιμωρητικά μέτρα εναντίον της Ρωσίας που – προς το παρόν – τιμώρησαν …εμάς.

Θυμάμαι μία φορά που ένας πελάτης μου (ήμουν ακόμα στην διαφήμιση) μου ζήτησε να του βρω έναν υπάλληλο για σημαντική θέση εξωτερικών πληρωμών στο λογιστήριο. Έπρεπε να μπορεί να συμβιβάσει δύσκολα ποσά. Στα βιογραφικά που έφτασαν στα χέρια μου ξεχώρισα ένα. Ο υποψήφιος είχε κάνει καλές σπουδές και είχε αρκετά προσόντα. Ανάμεσα σε αυτά είχε γράψει: «14 χρόνια διαχειριστής σε πολυκατοικία τριάντα διαμερισμάτων». Τον πρότεινα, προσελήφθη και ανεδείχθη σε «αστέρι» στις διαπραγματεύσεις.

Ελπίζω να τελειώσει σύντομα αυτός ο βάρβαρος πόλεμος (όλη η βαρβαρότητα από την πλευρά του αδικαιολόγητα επιτιθέμενου) και να ομαλοποιηθεί η αγορά. Αλλιώς βλέπω τους διαχειριστές πολυκατοικιών να συνδικαλίζονται και να κηρύσσουν το επάγγελμά τους υπό διωγμόν. Θα μου πείτε ότι η διαχείριση πολυκατοικιών δεν είναι επάγγελμα. Πράγματι, δεν ήταν, μέχρι πρότινος. Ήταν μία πρόσθετη απασχόληση (αγγαρεία)  του πιο …ενδοτικού από τους ιδιοκτήτες. (Έλα βρε Γιάννη – καιρός να αναλάβεις κι εσύ!).

Αλλά με τις σημερινές συνθήκες κοντεύει να γίνει. Όπως έχει προβιβασθεί σε επαγγελματικό κλάδο και η διαχείριση των κοινοχρήστων. Κι αλίμονο σε όποιον την αναλάβει. Θα πρέπει να συμβιβάσει την γλισχρότατη σύνταξη της χήρας με τα υπερκέρδη του μεγαλέμπορου.

Ευτυχώς λοιπόν που η φύση θυμήθηκε πως το τέλος Μαΐου είναι αρχή καλοκαιριού και μας πέταξε κάτι τριαντάρια. Οι διαχειριστές ανακουφίστηκαν και ετοιμάστηκαν να πάνε διακοπές. Να χαλαρώσουν λιγάκι. Να κάνουν κανένα μπάνιο!

Αλίμονό τους. Τον πόλεμο δεν τον βλέπω να τελειώνει γρήγορα. Αυτοί οι Ουκρανοί αποδείχθηκαν πολύ σκληροτράχηλοι πολεμιστές. Μου θυμίζουν το δικό μας Αλβανικό Έπος. Η μικρή Ελλάδα εναντίον της μεγάλης και υπερεξοπλισμένης  Ιταλίας. Δικές μας η κάθε νίκη, η μία κατάκτηση μετά την άλλη. Κρίμα που ο Πούτιν είναι δισύλλαβος. Αλλιώς θα μπορούσαμε να τους δανείσουμε τα τραγούδια του 40. («Κορόιδο Μουσολίνι», κλπ.).

Άντε λοιπόν Ρωμιοί, διαχειριστές και διαχειριζόμενοι – απολαύστε «τα μπάνια του λαού». (Που’σαι Ανδρέα;). Το φθινόπωρο μας περιμένει. Τουλάχιστον, ας ευχηθούμε, ειρηνικό.

Κυριακή, Μαΐου 22, 2022

Αυτά τα άθλια social media

Και τι δεν ακούνε! Κυρίως το Facebook αλλά και το Twitter… Οχετοί, λύματα, βρισιές, κουτσομπολιό της γειτονιάς… Για χρόνια τα απέφευγα για να μην με πιάσει η μπόχα… Μέχρι που άρχισα να συμμετέχω και εγώ αντιγράφοντας το blog μου στο Facebook. Είχα κακοσυνηθίσει στον διάλογο και οι περισσότερες ελληνικές εφημερίδες δεν συνηθίζουν να δημοσιεύουν επιστολές και σχόλια αναγνωστών. (Γιατί άραγε; Οι ξένοι εκδότες θεωρούν την στήλη των επιστολών ύλη – και μάλιστα μεγάλου ενδιαφέροντος και αναγνωσιμότητας).

Μετά από μερικά χρόνια εμπειρίας, έχω αρχίσει να αλλάζω άποψη για τα «κοινωνικά δίκτυα». Φυσικά υπάρχει πολύ σκουπίδι ανάμεσα στις αράδες. Αλλά και πού δεν υπάρχει; Στην καθημερινότητα, στα άλλα έντυπα, στα άλλα βιβλία, στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο. Η απλή συνταγή λέγεται ΕΠΙΛΟΓΗ. Αποφεύγεις τον ρύπο και περπατάς τους καθαρούς και ευχάριστους δρόμους. Ανάμεσα σε ασήμαντα κουτσομπολιά ή παράπονα, δημοσιεύονται αξιόλογα ποιήματα, δοκίμια, μεταφράσεις, σύντομα διηγήματα, ταξιδιωτικές περιγραφές… Εκτυλίσσονται διάλογοι σοβαροί με ουσιαστικά θέματα – υπάρχουν αντιπαραθέσεις απόψεων που αφορούν πολύ κόσμο.  

Το Twitter παρουσιάζει λιγότερο ενδιαφέρον για ένα συγγραφέα, αλλά μάλλον περισσότερο για έναν πολιτικό. Τα κείμενα είναι πιο σύντομα, οξύτερα και οι αντιπαραθέσεις πιο μαχητικές. Προσωπικά απλώς καταχωρώ εκεί την εμφάνιση του blog και σχεδόν ποτέ δε υπάρχουν σχόλια. Αντίθετα στο Facebook υπάρχουν πάντα σχόλια – που μερικές φορές απλώνονται και τα ακολουθούν μακροσκελείς διάλογοι.

Ως συνήθως, αυτοί που κατηγορούν και ψέγουν ένα από αυτά τα μέσα δικτύωσης δεν τα γνωρίζουν και μεταφέρουν εντυπώσεις τρίτων. Το ότι αυτά τα μέσα συνδέουν πια δισεκατομμύρια ανθρώπους μεταξύ τους (πράγμα που δεν θα πίστευε κανείς πριν μερικά χρόνια) το ότι σε περιπτώσεις πολέμων και διενέξεων κρατάνε τους ανθρώπους συνδεδεμένους και καλλιεργούν τον διάλογο, τους φαίνεται ασήμαντο. Κι όμως ένα ουσιαστικό μέρος της ηρωικής αντίστασης των Ουκρανών τροφοδοτήθηκε από αυτά τα μέσα.

Κι από εκεί και πέρα – τα πάντα. Παράπονα, εξομολογήσεις, αναμνήσεις, μνημόσυνα, πανηγυρισμοί, καυγάδες, συγκρούσεις, πολιτικές διενέξεις… Όλη η «Ανθρώπινη Κωμωδία» του Μπαλζάκ κυλάει μπροστά στον αναγνώστη. Υπάρχουν ομάδες με κοινά ενδιαφέροντα, υπάρχουν σύλλογοι με επίκεντρο κάποιον σημαντικό (ή και όχι) άνθρωπο.

Τα πάντα μπορεί να σου συμβούν περιδιαβάζοντας τα «Κοινωνικά Μέσα» εκτός από ένα πράγμα – να πλήξεις. Όχι πως δεν υπάρχουν πληκτικά κείμενα και θέματα. Άφθονα. Απλώς μόλις αρχίσεις να πλήττεις πας παρακάτω.

Ως λόγιος, αισθάνομαι άβολα να υπερασπίζομαι τα Μέσα. Η σωστή στάση ενός μορφωμένου ανθρώπου είναι να τα προσπερνά με μία γκριμάτσα υπεροψίας. Ναι, ο κώδικας συμπεριφοράς αυτό απαιτεί. Αλλά ανάμεσα στην αριστοκρατία και τον λαϊκισμό, υπάρχουν εκατοντάδες αποχρώσεις. Έτσι, ανάμεσα σε βαρετές κοινοτοπίες, φυτρώνουν ξαφνικά ποιήματα του Σιώτη και του Κεφάλα και μεταφράσεις του Κουτσουρέλη…

Η πείρα μου έχει δείξει πως κάθε τι το απόλυτο, είναι λάθος. Νομίζω ότι αυτό ισχύει και με την απόλυτη απόρριψη και καταδίκη των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης.

Κυριακή, Μαΐου 15, 2022

100 (+4 +5) χρόνια «ΒΗΜΑ»

Στο σπίτι διαβάζαμε «Καθημερινή». Ο πατέρας την έφερνε, μέγας θαυμαστής του Γ.Α.Β. (Γεωργίου Αγγέλου Βλάχου). Αργότερα, που διάβασα τα άρθρα του εναντίον του Βενιζέλου (κατάφερε ακόμα και τον επικήδειο να τον κάνει υβριστικό) απόρησα. Αλλά μήπως ήταν το μόνο πράγμα στο οποίο διαφωνούσα με τον πατέρα;

Άρχισα να διαβάζω το «Βήμα» όταν γύρισα από την Γερμανία – μετά το 60. Και έγινε η εφημερίδα μου. Μου ταίριαζαν τα περισσότερα πράγματα και ιδιαίτερα τα χρονογραφήματα και οι επιφυλλίδες. (Τερζάκης, Δημαράς, Παπαδούκας και αργότερα Μαρωνίτης…)

Διάβαζα και τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο». Εκεί δημοσιεύθηκε και η πρώτη κριτική για βιβλίο μου. Ήταν μία σειρά από κείμενα που είχα δημοσιεύσει στο περιοδικό «Δημοσιότης και Προβολή» όπου παρίστανα τον αρχαίο «ευφημιστή» Νικόδημο (ο οποίος θεωρούσε πως αυτός που προβάλει προϊόντα έπρεπε να ονομάζεται ΕΥφημιστής και όχι ΔΙΑφημιστής μια και μιλούσε υπερθετικά για τα προϊόντα. Νέο επάγγελμα τότε και ο Σωκράτης με διαλόγους προσπαθούσε να βρει άκρη με τον Νικόδημο. Τίτλος: «Νικοδήμου Άπαντα τα Σωζόμενα». Οι διάλογοι ήταν σε άψογο Σωκρατικό ύφος – μέχρι που μερικοί σοβαροί φιλόλογοι άρχισαν να ψάχνονται.

Είχα στείλει μερικά αντίτυπα σε οικονομικά έντυπα. Και ξαφνικά βλέπω στον Ο. Τ. μία κριτική με την υπογραφή Γιάννης Μαρίνος! Θυμάμαι δύο αράδες:  «Μου είπαν πως ο Νίκος Δήμου είναι νέος ανερχόμενος διαφημιστής. Εγώ, διαβάζοντας το βιβλίο του, βρήκα ότι είναι πολύ καλός συγγραφέας».

Αυτά συνέβησαν το 1980. Εγώ είχα ήδη μία στήλη στο περιοδικό «Επίκαιρα» που έβγαζε ο Γιάννης Πουρνάρας. Όταν κάποια στιγμή αναγκάστηκα να παραιτηθώ (η πρώτη από τις 11 παραιτήσεις μου) διότι δεν συμφωνούσα με τις αντιρρήσεις της Ιεράς Συνόδου για τον Πολιτικό Γάμο και άλλα θεοτικά, ο Γιάννης Μαρίνος  (με τον οποίο είχα γνωριστεί εντωμεταξύ) με σύστησε στον Σταύρο Ψυχάρη. Πέρασε μία κενή εποχή (ήταν τότε που ο Χρήστος Λαμπράκης αποπειράθηκε να κάνει το Βήμα βραδινή εφημερίδα) και όταν βρέθηκε ο τελικός ρυθμός έκδοσης, από το 83 μέχρι το 87 έγραφα στην αρχή στο καθημερινό φύλλο και μετά στο Κυριακάτικο – στην αρχή χρονογράφημα και μετά άρθρο.

Ήταν η καλύτερη εποχή μου στο Βήμα. Χωρίς να ζητήσω εγώ τίποτα, κάθε τόσο ανέβαινε η αμοιβή μου. Μερικά φύλλα χτύπησαν ρεκόρ (π. χ. «Ο Μπούφος). Μερικές επιλογές άρθρων εκδόθηκαν σε βιβλία, με επιτυχία. Μέχρι που ενοχλήθηκε η τότε διεύθυνση και εξαναγκάστηκα στην επόμενη παραίτησή μου. 

Πέρασαν 30 χρόνια: από τον Σεπτέμβριο 87 μέχρι τον Σεπτέμβριο 2017. Ξαφνικά άλλαξαν τα πάντα στον ΔΟΛ και μέσα στην αλλαγή κάποιοι θυμήθηκαν παλαιούς συνεργάτες. Έτσι με χαρά ξαναβρήκα την παλιά μου στήλη. Μια και από το 2005 είχα ξεκινήσει ένα blog το οποίο στις καλές του στιγμές μάζευε χιλιάδες σχόλια κάθε μέρα (αριθμοί και δείγματα υπάρχουν στο ndimou.gr) αποφάσισα να συγχωνεύσω στήλη και blog.

Αγαπώ το «Βήμα» γιατί εδώ βρήκα και ξαναβρήκα ένα χώρο όπου μπορούσα να εκφραστώ ελεύθερα (άλλωστε, μετά το «Βήμα» ακολούθησαν είκοσι χρόνια ελεύθερου Διαδικτύου). Ο λόγος που παραιτήθηκα ήταν εντελώς προσωπικός. Μία ολόκληρη νύχτα τον συζητούσαμε με τον παλαιό πια φίλο Χρήστο Λαμπράκη και λυπάμαι που δεν πρόφτασα να του πω, ότι τελικά είχε δίκιο.

Λίγο καιρό αφού έφυγα με σταμάτησε στον δρόμο ένας σοβαρός κύριος: «Ο Νίκος Δήμου;» «Μάλιστα». «Συγγνώμη – αλλά γιατί φύγατε από το Βήμα;» «Προσωπικό θέμα». Με κοίταξε: «Πέστε μου, γράφετε για σας ή για μας – τους αναγνώστες;»

Ήταν λοιπόν ευκαιρία να επιστρέψω. Το blog έγινε το όχημα.  Στέλνεται στην εφημερίδα τρεις μέρες πριν, αλλά δημοσιεύεται Κυριακή πρωί και στην διεύθυνσή του (doncat.blogspot.com). Χωρίς να επιβαρύνει τον προϋπολογισμό της Alter ego.Τα blog είναι πάντα δωρεάν.

Κυριακή, Μαΐου 08, 2022

Ρέκβιεμ για 4 αδέσποτα

Ζούσαμε ήδη αρκετά χρόνια σε αυτό το σπίτι. Ισόγειο, έβλεπε από τρεις μεριές σε ένα μεγάλο κήπο που περιλάμβανε κι άλλο ένα συγκρότημα, αλλά τόσο μακριά, που δεν βλεπόμαστε.

Εμείς είχαμε τις δικές μας «εσωτερικές» γάτες, πότε δύο, πότε τρεις. Σπάνια έβγαιναν στον κήπο, ήταν κλασικές σπιτόγατες. Κατά καιρούς εμφανιζόταν και κάποια αδέσποτη. Την ταΐζαμε βέβαια και έμενε λίγο ή και περισσότερο χρόνο. Δυστυχώς ο δρόμος που περνούσε έξω από το σπίτι είχε πάρα πολλή κίνηση με αποτέλεσμα να υπάρχουν θύματα που σπάνια τα βλέπαμε χτυπημένα αλλά η απουσία τους γινόταν αισθητή.

Ξαφνικά, πριν τέσσερα χρόνια, εμφανίστηκε μία αγέλη γάτων. Χρησιμοποιώ επίτηδες την λέξη «αγέλη» γιατί είναι οξύμωρη έκφραση. Είναι γνωστό ότι, αντίθετα με τους σκύλους, που αμέσως σχηματίζουν αγέλες με αρχηγό και ιεραρχία, οι γάτες δεν το κάνουν ποτέ. Κι όμως αυτές το κάνανε. Πήγαιναν πάντα, όλες μαζί, είχαν αρχηγό (τον ονομάσαμε «Κανέλλο», λόγω χρώματος) στον οποίο είχαν αναθέσει να φωνάζει, προκειμένου να βγει το συσσίτιο.

Υπήρχαν και άλλα περίεργα πράγματα: ήταν όλες στειρωμένες. Στα τέσσερα χρόνια που παρεπιδημούσαν στον κήπο μας δεν είχαμε καμία εγκυμοσύνη, ούτε γέννηση. Ούτε την οξεία μυρωδιά που εκλύουν οι αρσενικοί, όταν «ψεκάζουν» για να οριοθετήσουν τον χώρο τους. Είχαν διατελέσει σαφώς σπιτόγατες, μπαίνανε άνετα μέσα στο σπίτι και δεν πάθαιναν πανικό όταν κάποιος έκλεινε το παράθυρο. Ο μόνος λόγος που δεν τις φιλοξενούσαμε όλες ήταν ο κανονισμός της πολυκατοικίας που προέβλεπε μέχρι δύο γάτες – και είχαμε ήδη μία.

Άλλος ένας ισόγειος γείτονας τάιζε. Αυτός, ένα νεαρός εργένης, εκτός από φαΐ παρείχε και ύπνο. Είχε στρώσει στην βεράντα του πατάκια, όπου κοιμόταν όποια έβρισκε πρώτη θέση.

Η μέρα ξεκινούσε με το άνοιγμα της πόρτας της κουζίνας. Αγώνας δρόμου ποια θα φτάσει πρώτη. Τάισμα με διάφορες γατοκονσέρβες – ενώ υπήρχαν πάντα και μόνιμα μπολ με ξηρά τροφή για όσους  πεινούσαν ενδιάμεσα. Μαζί με την τροφή παρεχόταν και χάδι – πάντοτε ευπρόσδεκτο. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ, παρόντες. Την υπόλοιπη μέρα τους χάναμε. Μάλλον στον κήπο.

Περιττό να πω ότι είχαν εξαφανιστεί τα ποντίκια και οι αρουραίοι – βρίσκαμε κατά καιρούς υπολείμματα. Αυτή ήταν και η «επίσημη» δικαιολογία για την παρουσία τους.

Κοίταγα τα «αδεσποτάκια» μας και τα χαιρόμουνα. Ήμερα, ευγενικά και χαδιάρικα. Πως καταλάβαινα τους Ουκρανούς πρόσφυγες, που μαζί με τις βαλίτσες και τους μπόγους ρούχων, κρατούσαν και ένα καλαθάκι με ένα ζωάκι συντροφιάς. Τα παίρναν μαζί τους – ήταν μέλη της οικογένειας!

Ξαφνικά κάποιο πρωί άνοιξε η πόρτα της κουζίνας και δεν εμφανίστηκε κανείς. Κανείς! Αργότερα πέρασαν από εκεί ένα δύο κακόμοιρα αδέσποτα, που ζούσαν από τα αποφάγια των τεσσάρων. Δέκα πέντε ημέρες τώρα, μόνον αυτοί μας έχουν μείνει.

Νιώθουμε ορφάνια. Τί έγιναν ο Κανέλλος, η Πραλίνα, η Νίνα, και το Νάχι; Πάντα μαζί, με πεντακάθαρη τη γούνα τους, διακριτική την παρουσία τους, τρυφερή την φιλία τους. Τα άλλα μας παιδιά…                       

(Στους στύλους του ηλεκτρικού: «Προσοχή! Φόλες!» Τις κατάρες τις φυλάω μέσα μου…)