Παρασκευή, Ιουλίου 29, 2011

Φαντάσματα


Κάνω διακοπές στο νησί των προγόνων μου. Δύσκολες διακοπές... Οι πρώτες μέρες ήταν ειδυλλιακές. Αλλά μετά χτύπησε το Κακό Πνεύμα των Διακοπών όπου σου συμβαίνουν όλα τα στραβά.

Άλλο ήθελα να πω: Περνώντας εχθές βράδυ απο τον προγονικό Πύργο - δεν μας ανήκει πια - είδα όλα τα παράθυρα φωτισμένα. Ξαφνικά ζωντάνεψαν για μένα όλες οι αφηγήσεις της μητέρας μου για τα παιδικά της χρόνια στις αρχές του περασμένου αιώνα. Δεν τον είχα ξαναδεί νύχτα, φωτισμένο. Ήταν αλλιώς. Και μετά, στον ύπνο μου, έβλεπα συνέχεια παράξενα όνειρα.

Τετάρτη, Ιουλίου 20, 2011

Η εποχή της απόλυτης ανασφάλειας…









Δεν ξέρω αν η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει, πότε και με ποιόν τρόπο. Εξαρτάται από την Μέρκελ, την Λαγκάρντ τον Τρισέ και άλλους δεκαπέντε νοματαίους. Που αποφασίζουν για μας. Δεν εξαρτάται από τους πολιτικούς μας. Αυτοί μας έφεραν εδώ (συχνά με την συνενοχή μας) αλλά δεν μπορούν να μας βγάλουν. Απλώς κάθε μέρα γίνονται πιο γελοίοι με τις κοκορομαχίες τους.

Δεν ξέρω αν μεθαύριο γίνουν εκλογές ποιους θα ψηφίσω – μια και όλοι έχουν ακυρωθεί στα μάτια μου. Οι μεγάλοι γιατί ευθύνονται για το χάλι μας και οι μικροί γιατί δεν δείχνουν να έχουν καταλάβει τίποτα και επαναλαμβάνουν μονότονα τα πατερημά τους.

Κι αν χρεοκοπήσουμε θα είναι ανώδυνο – όπως προσπαθούν να μας πείσουν μερικοί – ή αυτό θα σημαίνει ότι ξαφνικά θα χάσουμε μέρος ή όλον από τους μισθούς, τις αποταμιεύσεις, τις συντάξεις και το βιός μας;

Δεν ξέρω αν αύριο θα υπάρχουν Πανεπιστήμια, φαρμακεία, τηλεοπτικά κανάλια, καταστήματα, τράπεζες, ταξί, ΕΣΥ – και πολλά άλλα πράγματα που χρειάζομαι.
Επίσης δεν ξέρω αν θα έχω κάθε μέρα νερό, ηλεκτρικό, τηλέφωνο, βενζίνα – εξαρτάται από τους α΄ή β΄ συνδικαλιστές.

Δεν ξέρω αν, γυρίζοντας από τις διακοπές, θα έχω δουλειά, αν θα πληρώνομαι, πόσο θα πληρώνομαι (σε δραχμές ή σε ευρώ) και αν θα μου φτάνουν τα λεφτά για τις ανάγκες μου.

Δεν ξέρω καν αν θα μπορέσω να φύγω για διακοπές. Εξαρτάται από τον ΣΑΤΑ (ταξί) την ΠΝΟ (ναυτεργάτες) και άλλες συνδικαλιστικές δυνάμεις.
Κατά τα άλλα εύχομαι σε όλους μας Καλό Καλοκαίρι!

_______________________________________________
Η επιγραφή στη φωτογραφία είναι από το πιο τουριστικό μέρος ενός από τα πιο τουριστικά νησιά μας. Θεμελιώνει την απόλυτη αδυναμία μας να προσφέρουμε τις πιο στοιχειώδεις υπηρεσίες.

Δευτέρα, Ιουλίου 18, 2011

Το καλοκαίρι του Ιντερνέτ


Μετά τις 15 Ιουλίου, παρέλυσε και το Διαδίκτυο. Ακόμα και τα spam που έρχονταν κατά εκατοντάδες, λιγόστεψαν. Με τους 40 υπό σκιάν δεν τα βάζει κανείς. Καιρός για φυγή.

Η φυγή προϋποθέτει μερικά πράγματα. Χρήματα (λιγόστεψαν…). Δρόμους ανοιχτούς και λιμάνια σε λειτουργία. Και μετά, κάποιον προορισμό που να προσφέρει ησυχία και χαλάρωση. (Οι προτεραιότητες αλλάζουν με την ηλικία…).

Δυστυχώς ο προορισμός που μας φιλοξενούσε κάθε καλοκαίρι επί είκοσι χρόνια (το κτήμα κάποιου φίλου) έπεσε κι αυτός θύμα  πολλαπλών κρίσεων. Έτσι τώρα επιστρέφουμε σε παλιότερα λημέρια ελπίζοντας πως δεν θα απογοητευθούμε όπως πέρυσι στην Λευκάδα όπου σμήνη από παιδάκια κόντεψαν να μας εξοντώσουν ενώ η απεργία των φορτηγατζήδων μας κρατούσε δέσμιους.

Πάντως όπου και να πάμε (ελπίζουμε να) υπάρχει Δίκτυο. Έστω και κινητό. Και θα μπορούμε τουλάχιστον να εξιστορούμε τα πάθη μας…

Τρίτη, Ιουλίου 12, 2011

Με τα μάτια του παιδιού

Μελετώντας επισταμένα τον Παπαδιαμάντη, ξεχνάμε συχνά το αυτονόητο. Ήταν ένας θαυμάσιος αφηγητής. Έτσι τον γνώρισα παιδί, σαν παραμυθά που μου έλεγε ωραίες ιστορίες. Οι ήρωές του έγιναν οικεία πρόσωπα: Ο Μπάρμπα Διόμας με την βάρκα του την «Υπηρέτρα», ο Γιάννης ο Παλούκας από της «Κοκκώνας το σπίτι», ο Γιαννιός στην «Μαυρομαντηλού», η θεια Αχτίτσα (με τον Γέρο και την Πατρώνα) από την «Σταχομαζώχτρα», ο Γιάννης ο Κούτρης από την «Αγία Αναστασά», ο Παπά- Φραγκούλης,  («Ο Χριστός στο Κάστρο»), ο Φάλκος στα «Κρούσματα».
Φάνταζαν σαν εξωτικοί όλοι αυτοί οι νησιώτες, οι χωριανοί, με τα παρατσούκλια και τα παράξενα ονόματα, για ένα παιδί που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, δεν είχε ακόμα δει την θάλασσα (ήταν τόσο απόμακρη στην Κατοχή!).  
Πρέπει να ήμουν 5-6 ετών όταν μου χάρισαν ένα βιβλίο (το θυμάμαι, πανόδετο με καφέ εξώφυλλο). Νομίζω πως ονομαζόταν: «Τα παιδικά» και ήταν διηγήματα του Παπαδιαμάντη διασκευασμένα από τη Γεωργία Ταρσούλη. Διάβαζα ήδη άνετα πριν πάω στο δημοτικό (νηπιαγωγεία τότε δεν υπήρχαν) και καταβρόχθιζα οτιδήποτε τυπωμένο κυκλοφορούσε στο σπίτι.
Μάλιστα επειδή τα περισσότερα έντυπα που κυκλοφορούσαν γύρω μου ήταν γραμμένα στην καθαρεύουσα (τα νομικά και οι επιθεωρήσεις του πατέρα,  η καθημερινή εφημερίδα, ο Ιούλιος Βερν στις εκδόσεις Σιδέρη) έμαθα πολύ μικρός να διαβάζω και καθαρεύουσα. Έτσι όταν λίγο αργότερα βρήκα στην πατρική βιβλιοθήκη το πρώτο βιβλίο του Παπαδιαμάντη στο πρωτότυπο (το έχω ακόμα: «Πασχαλινά Διηγήματα» εκδότης Ηλ. Ν. Δικαίος, εν Αθήναις, 1918) ήμουν έτοιμος γι αυτό.
(Γλωσσικά παράδοξα: Διάβασα – και σχεδόν αποστήθισα – ολόκληρο τον Ιούλιο Βερν στις υπερρεαλιστικά καθαρευουσιάνικες μεταφράσεις του Σιδέρη. Όταν αργότερα τον συνάντησα στην δημοτική, μου φάνηκε φτωχός. Ακόμα και τα γαλλικά πρωτότυπα δεν είχαν την λάμψη της «Εμπειρίκιας» διαλέκτου. Αντίθετα, βέβαια, ο Παπαδιαμάντης κέρδισε όταν τον βρήκα στο πρωτότυπο).
Η αναφορά μου στον «παιδικό» Παπαδιαμάντη γίνεται για να εστιάσω στην αφηγηματική του δεξιότητα. Ένα παιδί είναι ο πιο δύσκολος αναγνώστης, ο πιο αυστηρός και αδιάψευστος κριτής μίας αφήγησης. Αν δεν είναι ζωντανή, συναρπαστική με δυνατούς χαρακτήρες και ενδιαφέρουσα πλοκή, το βιβλίο μένει στη μέση. Κι όταν βρίσκεται στο ίδιο ράφι με το «Νησί των Θησαυρών», τον «Ιβανόη» ή την «Μυστηριώδη Νήσο», πρέπει να έχει πολύ έντονη παρουσία για να αντέξει στον ανταγωνισμό.
Το ότι λοιπόν τα «Παιδικά» έγιναν αγαπημένο βιβλίο, το ότι ακόμα θυμάμαι τις πρώτες εντυπώσεις που μου άφησε η συνάντηση με τους ήρωες και τις ιστορίες τους, είναι για μένα κριτήριο. Φυσικά η ωραία αφήγηση δεν είναι η μόνη, ίσως ούτε η σημαντικότερη αρετή του Παπαδιαμάντη. Αλλά είναι η βάση στην οποία ακουμπάνε όλες οι άλλες, το θεμέλιο επάνω στο οποίο οικοδομείται ο ποιητικός και ερωτικός λόγος, η μυστική και μεταφυσική   εμπειρία, η ποιότητα και η ενάργεια.
Θα έλεγα μάλιστα πως η περίτεχνη γλώσσα του Παπαδιαμάντη κερδίζει την προσοχή του αναγνώστη, τον παρασύρει και τον γοητεύει, έτσι που να ξεχνάει πως όλη αυτή η τέχνη στηρίζεται σε ένα στέρεο ικρίωμα πλοκής και χαρακτήρων. Μερικές φορές μου θυμίζει αρχιτεκτονήματα του μπαρόκ – των οποίων η επιζωγραφισμένη και διακοσμημένη επιφάνεια κρύβει την στέρεη δομή. Και μόνο στην κατάληξη του διηγήματος, όπου επέρχεται πάντα μία κάθαρση – τραγική ή και κωμική – συνειδητοποιεί ο αναγνώστης τον μύθο που τον οδήγησε ως εδώ.
Ο Παπαδιαμάντης κατάφερε να ξεπεράσει τον σκόπελο της ηθογραφίας (που τόσο εύστοχα σατιρίζει ο Ροΐδης, ο οποίος είχε σιχαθεί: «τας στάνας, τας στρούγγας, τα λημέρια, τας φλογέρας, τους κολλήγους, τους λεβέντηδες, τας ζηλεμένας κόρας, τα μοιρολόγια, τα ασημοχρύσαφα και τους κερατισμούς των τράγων») όχι μόνο χάρη στην ποιητική του δύναμη, αλλά και στην σωστή δομή των αφηγήσεών του. Πολλά από τα σύντομα διηγήματά του έχουν την καίρια αποτελεσματικότητα ενός Τσέχοφ.
Φαντάζομαι ότι οι μελετητές του έργου του έχουν ασχοληθεί περισσότερο με τις αφηγηματικές του τεχνικές. Εγώ ήθελα, εβδομήντα χρόνια μετά, να καταθέσω τον θαυμασμό ενός παιδιού που αγάπησε αυτές τις ιστορίες.  

_______________________________________

Δημοσιεύεται στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού "Δέντρο".

Τρίτη, Ιουλίου 05, 2011

Η μοίρα του Azzuro


Για το γατάκι με τα καταγάλανα μάτια που του έδωσαν το όνομά του (ιταλικά azzuro=γαλάζιο) είχα ξαναγράψει παλιότερα, τον Γενάρη του 2010. http://doncat.blogspot.com/2010/01/blog-post_24.html
Ζούσε στον κήπο των Κιούρκων και σε μία φάση της ζωής του είχε μουτζουρωθεί τόσο πολύ που μετονομάστηκε σε Ατζούρο-μουτζούρω. Καθάρισε όμως μετά και έγινε πάλι κάτασπρο.
Ωστόσο η μοίρα του ήταν κακή. Το χάσαμε, κι όταν το βρήκαμε, το ένα του πόδι ήταν λιωμένο. Πρέπει να είχε πιαστεί σε δόκανο και τραβώντας απεγνωσμένα για να ξεφύγει, ουσιαστικά αυτοακρωτηριάστηκε. Είχε χάσει πολύ αίμα και ήταν μισοπεθαμένο.
Ο κτηνίατρος μας είναι εναντίον της ευθανασίας. «Θα του κάνω πλήρη ακρωτηριασμό και να δείτε ότι θα είναι μία χαρά» μας είπε.
Έτσι και έγινε. Πήρε καιρό βέβαια να συνέλθει, κι ακόμα χάνει καμία φορά την ισορροπία του σε δύσκολες φιγούρες – αλλά κατά τα άλλα μπορεί τα πάντα. Τρέχει, πηδάει, σκαρφαλώνει – ακόμα και επιτίθεται σε γάτους αρτιμελείς και διπλάσιους σε μέγεθος. Μένει βέβαια μέσα στο σπίτι. Δεν θέλουμε να έχει την τύχη του Τέρι που (ανάπηρο κι αυτό) χτυπήθηκε από αυτοκίνητο.
Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, το τρίποδο γατάκι Ατζούρο μου δίνει κουράγιο όποτε το βλέπω.