Κυριακή, Σεπτεμβρίου 25, 2022

Μετά την καταστροφή…

Τότε

που η μισή Ελλάδα συνάντησε

την άλλη μισή.

Δεν ξέρω άλλο λαό που να έζησε χωρισμένος σε δύο τόπους, σχεδόν δύο πατρίδες, αιώνες ολόκληρους.

Μία γλώσσα, μία πίστη, μία ιστορία. Χώματα πατρογονικά πολλές γενιές πίσω.

Και ξαφνικά διατάθηκε να αλλάξει χώρα ο μισός λαός και να γίνουν ένας.

Έγινε αυτό σαν κεραυνός και μούδιασαν όλοι.

Και τώρα εμείς διαβάζουμε τις αφηγήσεις όσων πρόλαβαν να φύγουν. «Η Έξοδος», έκδοση του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών. Δώδεκα τόμοι επάνω στο γραφείο μου, από κάθε γωνιά της Μικρασίας, της Ανατολικής μας Πατρίδας.

Από όλες αυτές τις χιλιάδες σελίδες, ελάχιστες δεν περιέχουν πόνο, βασανιστήρια και θάνατο.

Κάθε χωριό και άλλη τύχη. Κάθε επαρχία και άλλη μοίρα. Σχεδόν τρεις χιλιάδες σελίδες χαμοί, χωρισμοί, μαρτύρια και οδύνες.

Διαβάζω όμως και αναπάντεχα πράγματα: «Και έκλαψαν οι Τούρκοι και οι Έλληνες μαζί. Και βλαστήμησαν αυτούς που έκαναν την Ανταλλαγή».

Δεν ήταν απλό πράγμα η Ανταλλαγή. Υπήρχαν βέβαια νικητές και νικημένοι αλλά μέσα στο χάος δεν τους ξεχώριζες. Αγριεμένοι Τουρκοκρητικοί ήρθαν να παραλάβουν τα χωράφια και τα αμπέλια των Ελλήνων – που όμως τα καλλιεργούσαν ντόπιοι Τούρκοι. Που τα υπερασπίστηκαν. Κι έγινε εμφύλιος…

«Ν’ αδειάσουν τους Χριστιανούς από την Ανατολή; Ούτε είκοσι χρόνια δεν τους φτάνουν». (Μαρτυρία της Ιωάννας του Γωστούρ, στον τρίτο τόμο των μαρτυριών).

Τόσα, στην πράξη, τους χρειάστηκαν, Ιωάννα.

Πόσες ιστορίες περιέχουν αυτά τα βιβλία. Που μιλάνε για το ξερίζωμα. Αλλά εμείς εδώ ζήσαμε και το ρίζωμα. «Τα Προσφυγικά» ήταν ένα παράρτημα, μία απόληξη κάθε συνοικίας της Αθήνας. Στην αρχή παράγκες. Μετά συγυρισμένες μικρές κατοικίες. Γλάστρες παντού έδειχναν την ανάγκη της καλαισθησίας.

Θα μπορούσαν να γίνουν φαβέλες αλλά δεν έγιναν. Πέρασαν από τη φάση της παραγκούπολης, αλλά δεν έμειναν εκεί. Και έφεραν μαζί τους πράγματα ωραία που πλούτισαν τη ζωή μας.

Μαζί με την φτώχια και την ορφάνια τους, έφεραν πολλά αγαθά μαζί τους οι πρόσφυγες. Πρώτα την καλαισθησία και την καθαριότητα. Ναι, οι «παστρικές» που τις κουτσομπόλευαν οι γεροντοκόρες της γειτονιάς, επειδή πλενόντουσαν συχνά, έφεραν μία άλλη αντίληψη και λατρεία του γυναικείου σώματος. Οι μυρωδιές που ξεχύνονταν από τις κουζίνες τους έδειχναν μία γαστρονομική κουλτούρα που δεν γνωρίζαμε. Το «Λαρούς» λέει κάπου ότι οι «μεγάλες κουζίνες της υφηλίου» είναι τρεις: Η Γαλλική (φυσικά!) η Κινεζική (της Νότιας Κίνας) και η Τουρκική. Βέβαια την παραμορφώσαμε την Ανατολίτικη κουζίνα και την βαρύναμε. Όποιος φάει μία απλή μελιτζανοσαλάτα στην Πόλη, θα με θυμηθεί.

Και μετά η μουσική. Δεν ήρθε βέβαια «ο Μπάτης από την Πόλη το εικοσιδυό», Διονύση. Από τα Μέθανα ήρθε. Αλλά η μουσική τους έφτασε κοντά μας. Την έφεραν πολλοί. Και ξεφύγαμε από τις νερόβραστες καντάδες και τις γιαλαντζή οπερέτες.

Όλα αυτά έγιναν με πολύ πόνο και πολλές θυσίες. Ναι, η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν η μεγαλύτερη πληγή στην ιστορία μας. Την κλάψαμε και την θρηνούμε. Αλλά τώρα είναι καιρός να δούμε και την άλλη πλευρά της τραγωδίας. Και ίσως να τραγουδήσουμε το καινούργιο που γίναμε. Χάρη σε αυτούς.