Στην εφημερίδα «Καθημερινή», στις 22. 10. δημοσιεύτηκε μία επιστολή που έστειλε ο γιατρός, Δ/ντης ΕΣΥ, Τηλέμαχος Δασκάλου. Πριν την αναδημοσιεύσω αυτούσια εδώ, εξακρίβωσα την ορθότητα των στοιχείων που αναφέρει:
«Κύριε Διευθυντά
Ως γιατρός του ΕΣΥ με προϋπηρεσία είκοσι πέντε χρόνων, συμβουλεύω τους νέους γιατρούς να φύγουν από την Ελλάδα και να εργαστούν στο εξωτερικό για τους εξής λόγους: α) διότι ο βασικός μισθός του Επιμελητή Β΄ το 2010 ήταν 1740 ευρώ και το 2020, στην εποχή του Κορωνοϊού, είναι 1200 ευρώ, β) διότι ενώ αποκαταστάθηκαν όλα τα Ειδικά Μισθολόγια με απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας στα προ των μνημονίων επίπεδα, η απόφαση εφαρμόστηκε για όλους, εκτός των γιατρών του ΕΣΥ, γ) διότι η αμοιβή της εικοσιτετράωρης (!) εφημεριακής εργασίας για έναν Επιμελητή Β΄ είναι 138 ευρώ προ φόρων, δ) διότι δεν υπάρχουν κίνητρα για ανέλιξη βαθμολογική και μισθολογική, ε) διότι οι εργασιακές συνθήκες στο ΕΣΥ είναι τουλάχιστον τριτοκοσμικές και στ) διότι η τραγική υποστελέχωση σε προσωπικό προκαλεί στους εργαζόμενους αφόρητη πίεση, ιδίως την τρέχουσα περίοδο λόγω πανδημίας, με αποτέλεσμα την εκδήλωση προβλημάτων υγείας. Νέοι γιατροί, φύγετε, λοιπόν, και μην έχετε τύψεις για τίποτε, αφού τελικά δεν έχουν οι καθ΄ ύλην αρμόδιοι».
Από αρμόδια κυβερνητικά στόματα ακούω για προσλήψεις πότε 4000 και πότε 6000 γιατρών και νοσηλευτών, για οχύρωση και ενίσχυση του ΕΣΥ, για μεγάλες δωρεές που εμπλουτίζουν την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια περίθαλψη…
Πήρα την επιστολή και την έδειξα σε φίλους γιατρούς του ΕΣΥ. «Έτσι είναι τα πράγματα;» Ρώτησα. «Ακριβώς έτσι», μου απάντησαν. Και μου έπεσαν τα μούτρα!
Αν είναι έτσι τα πράγματα, θα έπρεπε μετά την δημοσίευση αυτής της επιστολής, να μην ένιωθαν πολύ υπερήφανοι οι κύριοι Κικίλιας και Κοντοζαμάνης…
Οι νέοι αυτοί γιατροί έχουν σπουδάσει έξη χρόνια στο Πανεπιστήμιο και άλλα τέσσερα ως έξη μετά, για την ειδικότητα. Αυτό, εφόσον βρήκαν αμέσως θέση για την εξειδίκευση και δεν περίμεναν σειρά μερικά χρόνια. Αρχίζουν την σταδιοδρομία τους στα 32 με 36 – σε ηλικία που άλλα επαγγέλματα έχουν πλησιάσει την κορυφή. Η δουλειά τους είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Και αμείβονται – για μία ευαίσθητη και κρίσιμη εργασία – όσο ένας καλός πωλητής.
Αντί να τους χειροκροτούμε από τα μπαλκόνια, ίσως θα έπρεπε να βγάλουν δίσκο και να τους ενισχύσουμε με το κατά δύναμιν. Μία οικογένεια, έστω και με ένα παιδί, δεν ζει εύκολα με 1200 ευρώ τον μήνα. Και μετά αγανακτούμε με το brain drain και τους θαυμάζουμε όταν διαπρέπουν στην αλλοδαπή. Εδώ σκοτώνονται στις εφημερίες. Όχι καιρό για έρευνα δεν έχουν – ούτε να δουν τα παιδιά τους.
Επίσης η απαραίτητη συνεχής μετεκπαίδευση και ενημέρωση δεν παρέχεται από το κράτος αλλά από την ιδιωτική πρωτοβουλία (φαρμακευτικές εταιρίες). Και αυτή υπόκειται σε περιορισμούς και απαγορεύσεις.
Φυσικά υπάρχουν και οι «μεγαλογιατροί» με τις βίλες, τις πισίνες και τα σκάφη. Είναι λίγοι. Συνήθως είναι χειρουργοί. Και είναι φυσικό να εκμεταλλεύονται την κρίσιμη ειδικότητά τους, όταν το κράτος περιμένει και από αυτούς να χειρουργούν (συχνά 2 και 3 επεμβάσεις την ημέρα) με 1200 το μήνα. Θα έπρεπε να υπάρχει μία άλλη κλίμακα. Δεν τραβάνε το ίδιο ζόρι ο καρδιοχειρουργός που κάνει ένα πολύωρο πενταπλό μπάι πας και ο εργαστηριακός γιατρός (μικροβιολόγος) που βασίζεται στους αυτόματους αναλυτές…
Πάντως, πάνω από όλα, το ΕΣΥ, είναι οι γιατροί και οι νοσηλευτές του. Αυτή την άγρια εποχή, περιμένουμε από αυτούς τα πάντα. Μήπως θα έπρεπε να τους στηρίξουμε λίγο περισσότερο;