Ξέρω πως έχω περάσει το εθνικό προσδόκιμο επιβίωσης και τα χρόνια που μου μένουν είναι λίγα.
Οι μπαταρίες που αγόρασα χθες έχουν ημερομηνία λήξης το 2024 – πολύ πιθανό να έχω λήξει νωρίτερα.
Κοιτάζοντας πίσω βλέπω πολλά σκοτεινά διαστήματα: κατοχή, εμφύλιος, δικτατορία, κρίση.
Υπάρχουν βέβαια και φωτεινές στιγμές: Πόσο ζωντανή ήταν η χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 60!
Όμως το τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα δεν εκπέμπει κανένα φως και καμία ελπίδα.
Θα πουν: όλοι οι γέροι γκρινιάζουν – έτσι κι αυτός.
Αλλά μια χώρα υποθηκευμένη για 99 χρόνια, με το χρέος της ακόμα να μεγαλώνει κάθε μέρα που περνάει, τι να ελπίζει; (Σχεδόν κανένας από τους σήμερα ζωντανούς Έλληνες δεν θα δει το τέλος
της υποθήκης).
Το τι έφταιξε για όλα αυτά το συζητάμε κάθε μέρα – και κάθε μέρα διαφωνούμε.
Θα έλεγα πως το μοναδικό χαρακτηριστικό στοιχείο όλης μας της κοινωνίας (και ιστορίας μας) είναι η διαφωνία.
Που από διαφωνία εύκολα γίνεται διχασμός, διαμάχη και μάχη.
Πώς να συνομιλήσουν οι πολλοί που πιστεύουν ότι τα μνημόνια είναι τιμωρίες που μας επιβλήθηκαν από τους κακούς δανειστές, με τους λιγότερους που θεωρούν ότι τα μνημόνια περιέχουν μεταρρυθμίσεις ευεργετικές για την εξέλιξη της χώρας, και ότι οι ξένοι μας έσωσαν δανείζοντάς μας με σχεδόν μηδενικά επιτόκια.
Και τώρα μας έχουν βαρεθεί και θέλουν απλώς να απαλλαγούν από μας.
Χάος χωρίζει τους συνομιλητές όταν αναλύουν τα αίτια της κρίσης.
Ακόμα μεγαλύτερο, όταν συζητάνε τι πρέπει να γίνει στο μέλλον.
Η χώρα είναι διασπασμένη, κατακερματισμένη σε μικρά κομματάκια. Οι περισσότεροι αγωνίζονται για το ατομικό τους συμφέρον, πολλοί πια δεν αγωνίζονται για τίποτα. Απελπισμένοι περιμένουν απλώς μία οποιαδήποτε βοήθεια.
Και φοβούνται: το μέλλον, τους Γείτονες, την εγκληματικότητα, την δολιότητα.
Και τελευταία τους αμφισβητείται και η πραγματικότητα – ακόμα και ο ίδιος ο φόβος τους!
Η πολιτική έχει γίνει υπολογισμός και τακτικισμός. Να ψηφίσουμε αυτό που θα μας φέρει περισσότερες ψήφους. Να μην ψηφίσουμε εκείνο (κι ας είναι δίκαιο) γιατί θα χάσουμε κουκιά.
Οι θεσμοί παραζαλισμένοι παραπαίουν. Η δικαιοσύνη έχει δεχτεί τόσα χτυπήματα που δεν μπορεί να κρίνει πια ψύχραιμα. Και είναι τόσο αργή, σαν χαλασμένη ταινία.
Η κοινωνική συνοχή; Ο ένας φθονεί τον άλλο, ο ένας υπονομεύει τον άλλο, ο ένας υποψιάζεται τον άλλο, όλοι υποβλέπουν όλους.
Μακάρι να κάνω λάθος. Αλλά με τρομάζουν αυτοί που διαβάζουν βιβλία για την Ελλάδα που έγραψα πριν 50 χρόνια – και νομίζουν πως τα έγραψα τώρα!
Κρίμα. Μια τόσο όμορφη χώρα κι ένας τόσο ξύπνιος λαός.
Ίσως όμως να παραήταν ξύπνιος για το καλό του…