Κυριακή, Δεκεμβρίου 04, 2022

Δεκέμβριοι

Ο Δεκέμβριος ήταν, από  την παιδική μου ηλικία, ο αγαπημένος μου μήνας. Είχε μέσα του την γιορτή μου, τα Χριστούγεννα, και την Πρωτοχρονιά. Βέβαια οι πρώτοι δικοί μου Δεκέμβριοι ήταν μέσα στην Κατοχή – και μετά στον Εμφύλιο. Παρόλα αυτά τους ξεχώριζα από τους άλλους μήνες. Ίσως φταίει και ο μεγάλος γητευτής των παιδιών, ο Κάρολος Ντίκενς. Είχα διαβάσει το «Χριστουγεννιάτικο Παραμύθι» (Christmas Carol: Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα ήταν ο αγγλικός τίτλος) και με είχε επηρεάσει τόσο βαθιά, που σκεπτόμουνα: Δεν είναι δυνατόν… κάποιο θαύμα θα γίνει.

Θαύμα δεν έγινε, εκτός αν λογαριάσουμε το 44, την φυγή του πατέρα μου, (τελευταία στιγμή) προς την «Σκομπία» (έτσι ονομάζαμε το κέντρο της Αθήνας όπου έκανε κουμάντο ο Στρατηγός Σκόμπυ, και την άφιξη ενός εξαδέλφου μου με ένα νοσοκομειακό, που μας έφερε για δώρα μία πλάκα πραγματική σοκολάτα (είδος πολύ σπάνιο) και τρία αυγά – ακόμα πιο σπάνια. (Έχω γράψει αλλού για τα «Χριστουγεννιάτικα αυγά»).

Ωστόσο, ακόμα και σήμερα δεν παραλείπω τις μέρες αυτές να κατεβαίνω στο Κέντρο, να επισκέπτομαι μαγαζιά και να αγοράζω («για το καλό» που λένε) διάφορα δωράκια. Δυστυχώς τα ανίψια μου (τα μόνα μικρά παιδιά στην οικογένεια) βρίσκονται στην Άκρη του Κόσμου, την Νέα Ζηλανδία (όπου τώρα έχει καλοκαίρι. Σκέπτεστε να κάνετε Χριστούγεννα με κυνικά καύματα;)

Αλλά ας γυρίσουμε πίσω στον Δεκέμβριο του 1944. Ήμουν εννέα ετών και δεν μπορούσα να κοιμηθώ από τον θόρυβο του πυροβολικού που έστελνε τις οβίδες πάνω από το σπίτι μας. Ιδιαίτερα το «γλουγλούκισμα» των όλμων με αναστάτωνε.

Κι όμως, ο πρώτος αυτός σημαδιακός Δεκέμβρης της ζωής μου (τους προηγούμενους ούτε τους θυμάμαι) δεν μου χάλασε το παραμύθι. Ο Ντίκενς κέρδισε τον εμφύλιο. Το θρησκευτικό αφήγημα της γιορτής, ο μύθος της Γέννησης, δεν με επηρέασε καθόλου. (Έχω την εντύπωση πως γεννήθηκα …άθεος).

Η γιορτή μου όμως εορταζόταν από την αρχή – κι ας μην απολάμβανα τίποτα τα πρώτα χρόνια. Η μητέρα μου είχε καταλάβει ποιο είναι το αγαπημένο μου γλυκό, και παρόλες τις ελλείψεις και τις στερήσεις το έφτιαχνε κάθε χρόνο στις 6 Δεκεμβρίου. Σχεδόν κάθε χρονιά έτρωγα τόσο πολύ, που χαλούσε το στομάχι μου. Ίσως ήταν και η αβυσσαλέα διαφορά ανάμεσα στα καθημερινά χόρτα με την μπομπότα και τα βούτυρα και αυγά της τούρτας. (Πού τα έβρισκε, άραγε;)

Άλλοι Δεκέμβριοι (και γι΄ αυτούς έχω γράψει) ήταν αργότερα οι χιονισμένοι της Γερμανίας. Οικογενειακή συγκέντρωση με παμπάλαια Χριστουγεννιάτικα τραγούδια και ύμνους, δώρα – και  μετά τα μεσάνυχτα οδοιπορικό σε βαθύ χιόνι για να φτάσουμε στην εκκλησία και να ακούσουμε μία θεία λειτουργία, έργο πάντα μεγάλου μουσουργού. Κι εκεί πάλι η τέχνη έσωζε την πίστη.

Φέτος όμως δεν το βλέπω να λειτουργεί το φλερτ μου με τον Δεκέμβριο. Έχω βάλει τον θερμοστάτη στους 18 βαθμούς (κι αυτό για μία ώρα το πρωί και μιάμιση το βράδυ) κυκλοφορώ στο σπίτι με παλτό και τη μισή μέρα κοιμάμαι. Ξέρω το τραγουδάκι: «Δεν κάνει κρύο στην Ελλάδα», αλλά δεν νομίζω πως θα το τραγουδήσω αυτές τις μέρες… Το μόνο που μου μένει για να θυμηθώ την Κατοχή, είναι να βγάλω και χιονίστρες.

Και καλά – την Κατοχή ήμουν παιδί. Και θυμάμαι τους παππούδες και θείους που κορόιδευα, γιατί κρύωναν και κοιμόντουσαν όρθιοι. Τώρα μόνο με τα μούτρα μου και τον Πούτιν μπορώ να τα βάλω…

 Καλό Δεκέμβριο! αναγνώστες!