Για το περασμένο μου – Πασχαλινό – μπλογκ, ο αναγνώστης κ. Νίκος Λιολιόπουλος, έστειλε το επόμενο σχόλιο:
«κ. Δήμου σταθήκατε πηγή έμπνευσης για πολλούς από εμάς όλα
αυτά τα χρόνια που σας διαβάζουμε.
Μέσα από τα άρθρα σας καυτηριάσατε πολλά από τα αρνητικά του
νεοέλληνα όπως η προγονολατρεία, η παραδοσιολαγνεία, αλλά και η δημιουργία μια
ψεύτικης γλώσσας όπως η καθαρεύουσα.
Αυτή η ανάρτηση είναι ότι λιγότερο Νίκος Δήμου έχουμε
διαβάσει».
Θυμίζω (ή πληροφορώ, για όσους δεν το διάβασαν) ότι το
περασμένο μπλογκ, με τίτλο «Αθηναϊκό Πάσχα 1892» αφορούσε ένα ρεπορτάζ του
Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στην εφημερίδα «Ακρόπολη», γραμμένο σε άπταιστη
καθαρεύουσα, όπου διαμαρτυρόταν για την αταξία και το χάος της πρωτεύουσας και
σε μία ποιητική παράγραφο περιέγραφε στο τέλος την δική του ιδανική πασχαλινή
τελετή, σε ένα χωριάτικο ξωκλήσι με μόνη συντροφιά ένα παπά και ένα ψάλτη:
«Χρόνον με τον χρόνον, όσον γηράσκει τις, κυριεύεται από την
επιθυμίαν, να ευρίσκετο τας ημέρας αυτάς
εις μικρόν, σμικρότατον χωρίον, να
ήκουεν όλας τας ακολουθίας των αγίων εορτών εις εν μικρόν εξωκκλήσιον, όπου να
υπήρχε εις ιερεύς σεβάσμιος, πράος, ενάρετος, και εις ψάλτης με ταπεινήν αλλά
γλυκείαν φωνήν – δια να αισθανθεί όλην
την ποίησιν και το κάλλος των εορτών…».
Ψεύτικη γλώσσα – ναι. Μάλλον τεχνητή θα την έλεγα. Αλλά
μερικές φορές πόσο ποιητική, πόσο μελωδική, πόσο ζωντανή… Κι ας μην μιλήθηκε
ποτέ!
Είναι περίεργο πως τρεις σημαντικότεροι πεζογράφοι μας:
Ροΐδης, Παπαδιαμάντης, Βιζυηνός, έγραψαν στην καθαρεύουσα. Ίσως επειδή η
τεχνητή αυτή γλώσσα, τους έδωσε την ευχέρεια να την διαμορφώσουν όπως την
ήθελαν. Η σάτιρα του Ροΐδη χάνεται εντελώς όταν μεταφραστεί στην δημοτική.
Αλλά και ποιητές μας μεγάλοι χρησιμοποίησαν την δική τους
καθαρεύουσα. Εκτός από τον Κάλβο (100% καθαρευουσιάνος) ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο
Εμπειρίκος, ο Εγγονόπουλος…
Το ότι αγαπώ την γλώσσα του Παπαδιαμάντη δεν σημαίνει πως
ασπάζομαι και τις ιδέες του – όπως με κατηγόρησαν άλλοι αναγνώστες. Δεν έγινα
φανατικός χριστιανός ορθόδοξος, ούτε ελληνολάτρης που απεχθάνεται και μισεί την
Δύση. Παραμένω πιστός οπαδός του Ροΐδη, που οι φανατικοί αντίπαλοί του ονόμαζαν
«Έλληνα του εξωτερικού». Και πράγματι ο Ροΐδης ήταν ίσως ο μόνος Έλληνας της
εποχής του που, παραμένοντας στην Αθήνα, ζούσε στην Δυτική Ευρώπη, παρακολουθούσε τις εξελίξεις και τις
πνευματικές τάσεις της εποχής της, και διάβαζε Ντοστογιέφκη και Μπωντελέρ, όταν
οι συμπατριώτες του δόξαζαν τον «εθνικό ποιητή» Βαλαωρίτη.
Κάποτε είχα γράψει, σε ένα δοκίμιο, πως υπήρχαν (και
υπάρχουν ακόμα) δύο Ελλάδες: η εξωστρεφής
(των νεωτεριστών, ευρωπαϊστών, εκσυγχρονιστών, ορθολογιστών) και η
εσωστρεφής (των παραδοσιακών, εθνοκεντρικών, αντιδυτικών, λαϊκιστών,
μυστικιστών). Με άλλα λόγια: του Ροΐδη και του Παπαδιαμάντη.
Σίγουρα εγώ ανήκω στην πρώτη ομάδα. Χωρίς αυτό να σημαίνει
πως δεν μπορώ να απολαύσω το ύφος του Παπαδιαμάντη. Είναι αναμφισβήτητα ο
μεγαλύτερος πεζογράφος μας. Όπως όμως ορισμένα σπουδαία κρασιά «δεν ταξιδεύουν»
και πρέπει να καταναλώνονται επί τόπου, έτσι και ο Παπαδιαμάντης δεν
μεταφράζεται. Στην μετάφραση, όλη η μουσική και η ποίηση της γλώσσας του,
χάνονται.
Αλλά ας μην ανησυχούν οι πιστοί αναγνώστες. Ο Δήμου δεν
προσχώρησε στους εσωστρεφείς και εθνοκεντρικούς. Απλώς – αντίθετα με την ρήση
του Γάλλου φυσιοδίφη Μπυφόν: «το ύφος είναι ο άνθρωπος», διαχωρίζω το ένα από
το άλλο. Έτσι έγινε και με τον Μακρυγιάννη. Γοητεύτηκα από το ύφος της
αυτοβιογραφίας του (με παρέσυρε και ο Σεφέρης) αλλά όταν γνώρισα τον βίο του,
τις πράξεις του και τα άλλα του κείμενα, αποστασιοποιήθηκα.
Άλλωστε σήμερα γιορτάζουμε τον «άπιστο» (για μένα: δύσπιστο)
Θωμά.
: