
Χθες συνάντησα μία κυρία, Γερμανικής καταγωγής, που ζει από χρόνια στην Ελλάδα.
Στο πρόσωπό της αντίκρυσα κάτι που είχα ξεχάσει. Μία καθαρότητα, εντιμότητα, διαφάνεια, που είχα καιρό να δω. Δεν μιλάμε για ομορφιά – δεν ήταν ιδιαίτερα όμορφη, ούτε όμως άσκημη. Μιλάμε για κάτι άλλο, κάτι που σε έκανε να την εμπιστεύεσαι απόλυτα, δύο λεπτά μετά την γνωριμία της.
Η αίσθηση που έδινε η φυσιογνωμία της θα μπορούσε να εκφραστεί με την φράση: «Δεν μπορώ να πω ψέματα». Καστανόξανθη, με γαλανά διάφανα μάτια, που ενώ ήταν «ψυχρά» για τα δικά μας κριτήρια, έκρυβαν ένα μικρό γέλιο.
Είχα χρόνια να δω τέτοιο πρόσωπο. Μού θύμισε τα πρώτα μου χρόνια στην Γερμανία. Τότε μου είχε κάνει εντύπωση το γενικότερο επίπεδο ειλικρίνειας των ανθρώπων που συναντούσα. Οι Έλληνες συμφοιτητές μου θεωρούσαν τους Γερμανούς χαζούς, ακριβώς λόγω της ευθύτητας και της ευπιστίας τους. «Ό,τι και να τους πεις, το χάβουν!». (Απορούσα: αποκαλείς κάποιον χαζό επειδή σε θεωρεί αξιόπιστο; ).
Η διαφορά έμοιαζε ακόμα πιο εμφανής στις γυναίκες. Στην χώρα μας ήταν τότε μαθημένες να ζουν με το βλέμμα κατεβασμένο (χαμηλοβλεπούσες) να μη σε κοιτάνε κατάματα και να κρύβουν την σκέψη και τα συναισθήματά τους. Εκεί ήταν σχεδόν ωμές. Τους άρεσες; Σου το έλεγαν αμέσως. Ούτε κόνξες ούτε τσαλίμια. Αν δεν τους άρεσες μπετόν αρμέ. Ξεκάθαρα, από την αρχή.
Από τότε άλλαξαν πολλά – και οι γυναίκες στον τόπο μας. (Ευτυχώς). Ωστόσο όμως αυτή την αθωότητα (ή και αφέλεια) την συναντάς ακόμα και τώρα λιγότερο σε μας και περισσότερο στα Βόρεια κλίματα.
Λόγω της ιστορίας και της ψυχοσύνθεσής μας, εμείς οι νότιοι και Μεσογειακοί έχουμε ανάγκη το παραμύθι. Έχουμε επιβιώσει χάρη σε αυτό. Πλάθουμε τους μύθους που μας βολεύουν, κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, πλέκουμε πλεκτάνες, υπερβάλλουμε ή πλειοδοτούμε, υποψιαζόμαστε παντού συνωμοσίες ή «δούλεμα». Και δεν εκθέτουμε ποτέ στον αντίπαλο τα αδύνατά μας σημεία – σίγουροι πως θα τα εκμεταλλευθεί. Όσοι έχουν ζήσει στο Βορρά, γνωρίζουν αυτή τη διαφορά.
Αυτό δεν φαίνεται μόνο στις καθημερινές σχέσεις – αλλά και στις τέχνες: την λογοτεχνία, τον κινηματογράφο. Την ωμή, σπαρακτική ειλικρίνεια ενός Μπέργκμαν, ενός Ίψεν ή Στρίντμπεργκ, δεν την συναντάς στους Νότιους.
Φυσικά δεν είναι όλοι οι Βόρειοι ειλικρινείς – ούτε όλοι οι Νότιοι ψεύτες. (Όχι γενικεύσεις!). Αλλά νομίζω πως υπάρχουν σαφείς διαφορές στα ποσοστά. Και βέβαια εμείς είμαστε, μέσα στο παραμύθι μας, πολύ πιο ενδιαφέροντες!
Μία γυναίκα, σαν αυτή που γνώρισα σήμερα, οι δικές μας ίσως την αποκαλούσαν «ξενέρωτη». Ακόμα και χαζή. Αλλά εμένα μου έκαναν καλό αυτά τα δέκα λεπτά εμπιστοσύνης που πέρασα κοντά της.
Το καθαρό βλέμμα.
Το σκίτσο είναι του Lucas van Leyden (1494-1533). Δεν μοιάζει καθόλου στην κυρία που γνώρισα - εκτός από το βλέμμα.