Κυριακή, Ιανουαρίου 31, 2021

Ο ακατανόητος βιασμός

Πώς είναι δυνατόν να βιάσει κανείς μία γυναίκα; Αυτό το ερώτημα με βασανίζει πολλές δεκαετίες – από τότε που ήμουν έφηβος. Μπορώ να καταλάβω, να φανταστώ, πώς είναι δυνατόν να σκοτώσει κανείς έναν άνθρωπο. Πατάς μία σκανδάλη, χώνεις ένα μαχαίρι, σφίγγεις ένα βρόγχο. Αλλά για να βιάσεις πρέπει να ακολουθήσεις μία διαδικασία που δεν μπορώ να την φανταστώ. Πρέπει να εξουδετερώσεις την αντίσταση του θύματος. Αυτό σημαίνει ότι ο πραγματικός βιασμός γίνεται πριν από την σεξουαλική πράξη.

Αλλά κι η ίδια η σεξουαλική πράξη προϋποθέτει μία – έστω και εκβιαστική –συναίνεση. Που επίσης προϋποθέτει μία παράδοση. Αν την πετύχεις με σωματική βία – όπως οι βιαστές στον πόλεμο – μετά κάνεις έρωτα με ένα αναίσθητο πλάσμα, δηλαδή με πτώμα, πράγμα που αναιρεί την έννοια της συνεύρεσης. Το «συν» δεν υπάρχει πια, και είναι σαν μία μοναχική πράξη αυνανισμού με ένα ξένο σώμα. Δεν καταλαβαίνω τι ικανοποίηση σου προσφέρει μία τέτοια διαδικασία.

Μπορεί να είμαι αδιόρθωτος ρομαντικός – να πιστεύω ακόμα στην γνωστή φράση «έρωτας είναι ο ασπασμός των αγγέλων προς τα άστρα» αλλά ακόμα και εκεί υπάρχουν δύο πράγματα: οι άγγελοι και τα άστρα. Στο βιασμό υπάρχει ένα μόνο πράγμα: ο βιαστής.

Φυσικά μπορώ να φανταστώ τι σκέπτεται ένας βιαστής. Ότι, όσο κι αν αμύνεται και αποκρούει μία γυναίκα, όταν πετύχει έστω και με τον ζόρι την διείσδυση, θα την ξυπνήσει ο φοβερός ανδρισμός του. Άλλωστε, οι περισσότεροι βιαστές πιστεύουν ακράδαντα ότι «τελικά όλες οι γυναίκες το θέλουν, απλώς ντρέπονται να το ομολογήσουν». Είναι μία πρόσθετη ύβρις αυτή, που υποβιβάζει την γυναίκα σε αντικείμενο χωρίς βούληση που έχει τόση ελευθερία συνείδησης, όσο ένας Παβλοβιανός σκύλος.

Αντίθετα πιστεύω πως η μεγαλύτερη ικανοποίηση για έναν άντρα είναι να νιώθει την επιθυμία της γυναίκας, να καταλαβαίνει τον πόθο της και να ενδίδει σε αυτόν.  Το να γίνει ποθητός είναι η μεγαλύτερη ερωτική του καταξίωση. Είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτό που νιώθει ο βιαστής.

Γι αυτό και δεν μπορώ να παρακολουθήσω την σκέψη και την πορεία του βιαστή. Προφανώς έχει τόση λίγη αυτοπεποίθηση που δεν μπορεί ούτε να φανταστεί ότι θα τον ποθήσει μία γυναίκα – έστω και αν ενδόμυχα προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του ότι, κρυφά και μυστικά, τον ποθούν όλες.

Και τι γίνεται θα μου πείτε με τους άντρες που από αντικειμενικούς λόγους – φυλακή, στρατόπεδο, καράβι, κλπ.- στερούνται την γυναικεία παρουσία. Σίγουρα αυτοί μπορούν να προτάξουν μία δικαιολογία. Αλλά δεν πείθει. Πρώτα γιατί δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει ένα τόσο απεχθές έγκλημα όπως ο βιασμός. Και δεύτερον έχει αποδειχθεί πως η μόνιμη απουσία της γυναίκας μπορεί στην αρχή να οξύνει την επιθυμία – όμως με τον χρόνο την αμβλύνει.

Άλλωστε ελάχιστοι βιαστές ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Οι περισσότεροι ένοχοι των περιπτώσεων «me too», είναι στην αντίθετη όχθη. Πάσχουν όχι από στέρηση αλλά από υπεραφθονία γυναικών.

Ξαναγυρίζω στην αρχική μου πρόταση: μου είναι αδύνατο να καταλάβω τον βιασμό. Η ερωτική πράξη έχει την ομορφιά του αμοιβαίου πόθου, την τρυφερότητα της επιθυμίας, την κορύφωση της αμοιβαίας έκστασης. Είναι ίσως το ωραιότερο πράγμα που ένας άνθρωπος μπορεί να απολαύσει στη ζωή του.

Όλα αυτά τα καταστρέφει ο βιασμός, αφήνοντας πίσω του τραύματα και πληγές. Επιμένω να μην τον καταλαβαίνω…