Σάββατο, Φεβρουαρίου 27, 2016

Τα λάθη των ξένων



Προκαταρκτικό: αυτό το θέμα θα μπορούσε (και ίσως θα έπρεπε) να γεμίσει έναν ή και περισσότερους ...τόμους. Εδώ σημειώνω πρόχειρα τα βασικά σημεία που μου έρχονται στο νου – και καλώ τους συνομιλητές να συμπληρώσουν, διορθώσουν, ακόμα και να απαλείψουν ό,τι  νομίζουν σωστό ή λάθος. Εφόσον δεν είμαι οικονομολόγος, οι παρατηρήσεις μου είναι εντελώς εμπειρικές και καθόλου επιστημονικές.

Πρώτο λάθος: Η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Φυσικά αυτό δεν είναι αποκλειστικά λάθος των ξένων. Εμείς το ζητήσαμε. Αλλά κατά τη γνώμη μου δεν έπρεπε να μας δεχθούνε. Κι ας «μαγειρέψαμε» τα στοιχεία. Μία οικονομία με χαμηλή παραγωγικότητα και κακή οργάνωση αποκτά ένα σκληρό νόμισμα, χάνει την δυνατότητα της υποτίμησης και αναγκάζεται να ανταγωνιστεί πολύ πιο προηγμένα κράτη. Από εκεί ξεκινάει όλη η κρίση. Ας μην φωνάξει κάποιος: τότε πίσω στη δραχμή! Διότι από την στιγμή που μπήκαμε είναι σχεδόν αδύνατο να βγούμε χωρίς τεράστιες ζημίες.

Δεύτερο λάθος: Υποτίθεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα παρακολουθούν και ελέγχουν όλα τα κράτη. Δεν είδαν τις σπατάλες και τον υπερδανεισμό μας μετά την ένταξη; Είτε ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες (που κόστισαν πολλαπλάσια με την μέθοδο του «κατεπείγοντος») είτε οι μαζικοί διορισμοί που διπλασίασαν τα έξοδα του κράτους στην περίοδο Καραμανλή-Παυλόπουλου. Το ευρώ έκανε εύκολο και φαινομενικά φτηνό τον δανεισμό. Όπως έγραψα στο γερμανικό μου βιβλίο: «ήταν σαν να αμολάς ένα πεντάχρονο παιδί σε ξέφραγο ζαχαροπλαστείο». Που ήταν οι κηδεμόνες του παιδιού; Η Ευρωπαϊκή τράπεζα που με το παραμικρό ανησυχεί και παρεμβαίνει – γιατί άφησε το χρέος να γιγαντωθεί;

Τρίτο λάθος: Φτάσαμε στο σημείο μηδέν: την χρεοκοπία. Οι θεσμοί που εμείς καλέσαμε (προσοχή: δεν μας επιβλήθηκαν) μας έφεραν τα (απαραίτητα) χρήματα. Μας έφεραν και "βοήθεια" με την μορφή όρων για τον δανεισμό. Στην διαδικασία αυτή έκαναν απανωτά λάθη (εκτός από τους πολλαπλασιαστές). Βιάστηκαν να μας καπελώσουν με ένα γενικό Μνημόνιο λιτότητας (δηλαδή εσωτερικής υποτίμησης) χωρίς να μελετήσουν σε βάθος το δικό μας πρόβλημα. Όμως γρήγορα φάνηκε πως η λιτότητα δεν ήταν λύση. Δέχθηκαν τα τραγικά «ισοδύναμα» των Ελλήνων πολιτικών (π. χ. οριζόντιες περικοπές) αντί για ουσιαστικές περικοπές δαπανών και μεταρρυθμίσεις. Οι πολιτικοί μας βέβαια το έκαναν για ευκολία και για να μειώσουν το δικό τους «πολιτικό κόστος». Αλλά η Τρόικα γιατί το δέχθηκε;

Τέταρτο λάθος: Οι ξένοι γενικά δεν προσπάθησαν ούτε να καταλάβουν την νοοτροπία του Έλληνα, ούτε να επικοινωνήσουν μαζί του. Θα μου πείτε ότι αυτό είναι έργο των Ελλήνων πολιτικών. Ναι, αλλά αφού είδαν πως οι δικοί μας πολιτικοί, δέσμιοι του πελατειακού συστήματος, απλώς τους κορόιδευαν, περνώντας νόμους που κανείς δεν εφάρμοζε, έπρεπε κάτι να κάνουν. Οι τροϊκανοί αρκέστηκαν στο να δίνουν εντολές κι έτσι δεν κατόρθωσαν να υλοποιήσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Δεν εξήγησαν στον λαό γιατί ήταν αναγκαίες και ποιο θα ήταν το όφελος για τον πολίτη. Γενικά υπήρξε ένα τεράστιο πρόβλημα επικοινωνίας ανάμεσα στους ξένους εκπροσώπους και τους Έλληνες πολίτες. Το εκμεταλλεύθηκε η εκάστοτε αντιπολίτευση (ας μην ξεχνάμε πως ο πρώτος φανατικός αντιμνημονιακός ήταν ο Σαμαράς) διαιρέθηκε η Ελλάδα σε μνημονιακούς και αντί-  και άνθισε η φιλολογία περί «τοκογλύφων» και «δυνάμεων κατοχής», που έκανε τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.

Πέμπτο λάθος: Βλέποντας ότι, ιδιαίτερα με την κρατικίστικη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπάρχει ελπίς περιορισμού των δαπανών (ακόμα και οι 300 άχρηστοι οργανισμοί που είχε βρει ο Πάγκαλος το 2010 δεν καταργήθηκαν – αλλά προστίθενται και άλλοι) για να ισοσκελίσουν τον προϋπολογισμό αποδέχθηκαν την αύξηση των φόρων σε επίπεδα παρανοϊκά. Αλλά είναι εμφανές ότι η αύξηση των φόρων δεν θα αυξήσει τα έσοδα (όπως δεν το έκανε τον περασμένο χρόνο) και άρα είμαστε πάλι σε αδιέξοδο.


Αυτά είναι μερικά από τα βασικά λάθη που αναπτύσσω όταν μιλάω προς τους ξένους – και συχνά τα έχω αναφέρει και στην Ελλάδα (όποτε μου δόθηκε ευκαιρία). Λυπάμαι που δεν διαθέτω καμία ευφάνταστη θεωρία συνωμοσίας για να ποικίλω το θέμα. Δέχομαι πάντως συμπληρώσεις και (φυσικά) αντιρρήσεις.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 25, 2016

Τι γυρεύει ο διανοούμενος στο παζάρι;

Η ιστορία άρχισε με τον Σωκράτη.

Ο Σωκράτης έλεγε ότι τον έβαλε ο θεός να τσιγκλάει και να ξυπνάει την πόλη «προσκείμενον  τῇ πόλει ὑπὸ τοῦ θεοῦ ὥσπερ ἵππῳ μεγάλῳ μὲν καὶ γενναίῳ, ὑπὸ μεγέθους δὲ νωθεστέρῳ καὶ δεομένῳ ἐγείρεσθαι ὑπὸ μύωπός τινος, οἷον δή μοι δοκεῖ ὁ θεὸς ἐμὲ τῇ πόλει προστεθηκέναι τοιοῦτόν τινα, ὃς ὑμᾶς ἐγείρων καὶ πείθων καὶ ὀνειδίζων ἕνα ἕκαστον…» (σαν αλογόμυγα σε άλογο μεγάλο και γενναίο, αλλά νωθρό λόγω μεγέθους… κι εμένα με πρόσθεσε ο θεός στην πόλη για να σας ξυπνάω και να πείθω και να σας μαλώνω τον καθένα).

Τα είπε αυτά στην «Απολογία» του – και ξέρουμε πως του φέρθηκε η πόλη…

Πολύ αργότερα ο Βολταίρος ενσάρκωσε τον τύπο του παρεμβατικού συγγραφέα – και εξέδιδε φυλλάδια και κείμενα όπου υπερασπιζόταν αθώους και κατακεραύνωνε αδικίες.

Τέλος ο Ζολά με την διάσημη παρέμβασή του στην «Υπόθεση Ντρέϋφους» καθιέρωσε τον τύπο του σημερινού «δημόσιου διανοούμενου».

Ποια είναι η αποστολή ενός δημόσιου διανοούμενου;

Με δημόσιο διανοούμενο εννοώ αυτόν που δεν κλείνεται στο γραφείο του να γράφει μελέτες, αφηγήματα, ποιήματα και δοκίμια – αλλά αυτόν που εκτίθεται μέσα από τα ΜΜΕ (και το blog είναι ένα τέτοιο) λέει δημόσια τη γνώμη του για θέματα κοινού ενδιαφέροντος και δίνει μάχες υποστηρίζοντας την άποψή του.

Βέβαια και ο άλλος, ο «ιδιωτικός» πνευματικός άνθρωπος, μπορεί να επηρεάσει την Κοινή Γνώμη μέσα από τα βιβλία που εκδίδει – η διαφορά είναι πως η επίδρασή του είναι πολύ πιο αργή και μακροχρόνια. (Μερικές φορές αυτό είναι θετικό).

Ποια πρέπει να είναι η στάση του δημόσιου διανοούμενου απέναντι στη χώρα του και το κοινό της; (Βασική προϋπόθεση: να είναι ανεξάρτητος. Γιατί υπάρχουν και οι κρατικοί διανοούμενοι και οι κομματικοί τοιούτοι).

Ένας Σέρβος συγγραφέας (δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του) είχε πει ότι σε καιρούς κρίσης, ο τίμιος πνευματικός άνθρωπος πρέπει να στηρίζει την γνώμη των αντιπάλων.

Voltaire
Αν αυτό ακούγεται περίεργο (ακόμα και «προδοτικό») εγώ όταν το διάβασα αναπήδησα. Γιατί το έκανα ήδη εδώ και χρόνια (και το πλήρωσα ακριβά) από καθαρό ένστικτο.

Τι νόημα έχει να πηγαίνεις με τους πολλούς; Αυτοί που έχουν την ανάγκη σου είναι οι λίγοι. Δημοκρατία είναι αυτό το πολίτευμα όπου κυβερνάει η πλειοψηφία – αλλά προστατεύεται η μειοψηφία. Αλλιώς έχουμε δικτατορία της πλειοψηφίας και καταπάτηση των δικαιωμάτων των υπολοίπων.

Έτσι στον πόλεμο της πρώην Γιουγκοσλαβίας βρέθηκα – σχεδόν μόνος – από την μεριά των Βόσνιων. Έτσι υπερασπίστηκα τα δικαιώματα της τουρκικής και μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα (ως γνωστόν η πρώτη επισήμως ονομάζεται μουσουλμανική και η δεύτερη …δεν υπάρχει. Κι ας ισχύει διεθνώς το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού:  είσαι αυτό που νιώθεις).)

Από διάφορους σχολιαστές κατηγορούμαι ότι κάνω μονόπλευρη κριτική στους Έλληνες. Μάλιστα κάποιος, μαθαίνοντας ότι στην Γερμανία κυκλοφορεί ένα βιβλίο μου με τίτλο «Για όλα φταίνε οι Γερμανοί», αντέδρασε γράφοντας: Γιατί αυτά δεν τα λέτε εδώ; Όλο με τους Έλληνες τα βάζετε!»

Θεωρώ την απάντηση αυτονόητη – αλλά παρόλα αυτά την παραθέσω. Τι νόημα έχει να κάνω κριτική για τους ξένους στην Ελλάδα, αφού δεν μπορούν ούτε να την διαβάσουν; Το μόνο αποτέλεσμα που έχει μία τέτοια κριτική είναι να δώσει δικαιολογίες και ελαφρυντικά στους Έλληνες – που έτσι κι αλλιώς πιστεύουν πως «για όλα φταίνε οι ξένοι».

Emile Zola
Κριτική για τους ξένους κάνω στη γλώσσα τους και στη χώρα τους. Σε δεκάδες άρθρα, συνεντεύξεις, τηλεοπτικές εκπομπές, αναλύοντας το ελληνικό πρόβλημα, έχω επισημάνει παράλληλα με τις ευθύνες των Ελλήνων, και τις δικές τους ευθύνες.

Και φυσικά είμαι πιο σκληρός με τους Έλληνες («φάπες» αποκαλεί τις απόψεις μου γνωστός σχολιαστής του blog) διότι είμαι ακριβώς το αντίθετο από τους λαϊκιστές πολιτικούς που ο λαός ακούει όλη μέρα. Εκείνοι του χαϊδεύουν τα αυτιά – εγώ τους τα τραβάω. «Οποίος αγαπάει παιδεύει» λέει μία σοφή παροιμία.

Ξαναγυρίζουμε στο αρχικό ερώτημα: πρέπει ο διανοούμενος να κατεβαίνει στην αγορά σαν τον παλαιό Σωκράτη; Και ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του;


Υ. Γ. Ανάλογο κείμενο με παρόμοιο τίτλο είχα γράψει και πολύ παλιότερα. Φιλοξενείται στους «Δρόμους».

Τρίτη, Φεβρουαρίου 23, 2016

Μεταλλαγμένα: ευλογία ή κατάρα;



Εδώ και δεκαετίες παρακολουθώ έναν αγώνα αμφίρροπο. Από την μία μεριά είναι μεγάλες εταιρίες όπως η Monsanto, DuPont, Bayer, κ.ά. που παράγουν γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα (συνήθως ποικιλίες διαφόρων φυτών), καθώς και πολλοί επιστήμονες που είτε συνεργάζονται μαζί τους, είτε είναι πανεπιστημιακοί και ερευνητές, που θεωρούν τα μεταλλαγμένα όχι μόνο ακίνδυνα αλλά σωτήρια. Λένε ότι είναι ο μόνος τρόπος να λυθεί το επισιτιστικό πρόβλημα του πλανήτη. (Πράγμα που ήδη πέτυχε σε αρκετές χώρες – π. χ. στην Ινδία που έγινε όχι μόνο αυτάρκης αλλά και εξαγωγέας ρυζιού).
Από την αντίθετη όχθη στέκονται πάλι επιστήμονες και κυρίως πολλοί οικολόγοι που θεωρούν ότι η καλλιέργεια μεταλλαγμένων ποικιλιών θα αλλοιώσει την οικολογική ισορροπία, θα επιφέρει βλάβες σε χλωρίδα και πανίδα και τελικά θα καταστρέψει την γεωργία.
Δεν είμαι ειδικός και δεν έχω τις γνώσεις να αποφασίσω ποιος έχει δίκιο. Αλλά όταν ακούω τους οικολόγους να υπεραμύνονται για την «παρθένα φύση» που κινδυνεύει, είμαι υποχρεωμένος να τους θυμίσω πως και η παραδοσιακή γεωργία κάθε άλλο από παρθένα είναι – αντίθετα ήταν από την αρχή ένας βιασμός της φύσης. Ο άνθρωπος υποχρέωνε την φύση να παράγει αυτά που εκείνος ήθελε. Και το μπόλιασμα φυτών και η επιλεκτική εξέλιξη των σπόρων είναι πανάρχαιες τροποποιητικές πρακτικές.
Επίσης το γεγονός που υποστηρίζουν οι υπέρμαχοι των μεταλλαγμένων ότι σε δεκαετίες εντατικής στο καλλιέργειας, στο 25% του πλανήτη, δεν διαπιστώθηκε κάποιο αρνητικό αποτέλεσμα, είναι σημαντικό.
Φυσικά στην Ελλάδα, με τον παραδοσιακό συντηρητισμό μας είμαστε εναντίον – και μάλιστα τιμωρούμε τους παραβάτες με υπέρογκα πρόστιμα. Αναρωτιέμαι: άλλοι λαοί, όπως οι Αμερικανοί που τα καταναλώνουν επί χρόνια είναι ανόητοι ή έχουν αυτοκτονικές τάσεις; 
Ένα πρόσφατο δημοσίευμα στο in.gr, με πλούσια τεκμηρίωση, μου έδωσε την αφορμή να ξαναθυμηθώ το θέμα και να το προτείνω για συζήτηση στο blog. Διαβάστε πρώτα το κείμενο του in.gr:

Οι αντιδράσεις στα μεταλλαγμένα «εμποδίζουν μια Πράσινη Επανάσταση»

Ουάσινγκτον
Οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες όχι μόνο δεν είναι επιβλαβείς για την ανθρώπινη υγεία, αλλά αντίθετα έχουν το δυναμικό να ταΐσουν τον αυξανόμενο πληθυσμό του πλανήτη και να περιορίσουν τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, διαβεβαιώνει άρθρο στο περιοδικό Science με τη στήριξη χιλίων και πλέον ειδικών.

Συνολικά 1.400 ερευνητές από ακαδημαϊκά ιδρύματα, μη κυβερνητικές οργανώσεις, εταιρείες και ιδιωτικά ερευνητικά κέντρα υπέγραψαν 
δήλωση με την οποία στηρίζουν την επίσημη θέση της Αμερικανικής Εταιρείας Βιολογίας Φυτών (ASPB): οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες, λέει η Εταιρεία, «αποτελούν ένα αποτελεσματικό εργαλείο για τη βελτίωση της διατροφικής ασφάλειας και τη μείωση των αρνητικών συνεπειών της Γεωργίας στο περιβάλλον».

Οι 1.400 επιστήμονες που υπέγραψαν τη δήλωση έχουν στο ενεργητικό τους περισσότερες από 17.600 επιστημονικές δημοσιεύσεις που καλύπτουν όλα τα επιμέρους πεδία της Βοτανικής.

Διαβάστε επίσης:


Στόχος των ερευνητών είναι να πείσουν το ευρύ κοινό για την ομόφωνη θέση της επιστημονικής κοινότητας ότι η τεχνολογία γενετικής τροποποίησης είναι αποτελεσματική και ασφαλής στη γεωργία.

Διαβάστε επίσης:


Σε γενικές γραμμές, τα γενετικά τροποποιημένα φυτά φέρουν ξένα γονίδια που τους χαρίζουν ανθεκτικότητα σε ασθένειες ή σε δύσκολες συνθήκες καλλιέργειας. Παράδειγμα είναι οι λεγόμενες ποικιλίες Bt, οι οποίες παράγουν ένα εντομοκτόνο βακτηριακής προέλευσης, τόσο ακίνδυνο για τον άνθρωπο ώστε χρησιμοποιείται ευρέως και σε οργανικές καλλιέργειες.

Οι ποικιλίες αυτές έχουν το δυναμικό να περιορίσουν δραστικά τη χρήση εντομοκτόνων που μολύνουν γειτονικές εκτάσεις και σκοτώνουν αδιακρίτως, ακόμα και έντομα που δεν απειλούν τις καλλιέργειες.

Διαβάστε επίσης:


Ακόμα, οι «μεταλλαγμένες» καλλιέργειες είναι συχνά πιο αποδοτικές, δίνουν δηλαδή μεγαλύτερη σοδειά για μια συγκεκριμένη έκταση συγκριτικά με τις συμβατικές ποικιλίες.

Με τον παγκόσμιο πληθυσμό να αυξάνεται, η όσο γίνεται καλύτερη αξιοποίηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων αποτελεί το μεγάλο ζητούμενο προκειμένου να μπει φρένο στην αποψίλωση της φυσικής  βλάστησης.

Διαβάστε επίσης:


Τα «μεταλλαγμένα», εξάλλου, καλλιεργούνται ευρέως εδώ και πάνω από 20 χρόνια, και μέχρι σήμερα δεν έχουν υπάρξει πειστικές ενδείξεις για βλάβες της ανθρώπινης υγείας.

Διαβάστε επίσης:


«Προκειμένου να καλύψουμε τις σημερινές και τις μελλοντικές ανάγκες μας σε τρόφιμα, χωρίς να καταστρέψουμε τον πλανήτη, χρειαζόμαστε κάθε αποτελεσματικό εργαλείο που έχουμε στη διάθεσή μας» γράφουν οι συντάκτες της επιστολής.

Μεταξύ των επιστημόνων που υπογράφουν την αίτηση είναι και ο Μάθιου Σκοτ, πρόεδρος του Πανεπιστημίου Carnegie Mellon: «Εφόσον αναπτυχθούν σωστά, υπό το φως της επιστημονικής γνώσης και των αναγκών του περιβάλλοντος, οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες, μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την ανθρώπινη υγεία και την παραγωγή τροφίμων χωρίς επιπτώσεις στο περιβάλλον».

»Υπάρχουν μάλιστα σημαντικές δυνατότητες προστασίας του περιβάλλοντος με τη χρήση γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών προκειμένου να μειωθεί η υπερβολική χρήση γεωργικών φαρμάκων και λιπασμάτων» διαβεβαιώνει ο Δρ Σκοτ.

Οι ερευνητές επισημαίνουν, τέλος, ότι οι απόψεις τους βρίσκονται σε συμφωνία με τις επίσημες θέσεις άλλων οργανισμών, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο Αμερικανικός Ιατρικός Σύλλογος, η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ και η Αμερικανική Ένωση για την Πρόοδο της Επιστήμης (AAAS), ο οργανισμός που εκδίδει το κορυφαίο περιοδικό Science.

Βαγγέλης Πρατικάκης
Newsroom ΔΟΛ



Σάββατο, Φεβρουαρίου 20, 2016

Το αίνιγμα Τσίπρας

Με τον Αλέξη Τσίπρα άρχισα να αλληλογραφώ εδώ και τέσσερα χρόνια. Όχι δηλαδή πως ανταλλάσσαμε μηνύματα – εγώ έγραφα άρθρα, «ανοιχτές επιστολές», που δεν νομίζω ότι τις διάβασε ποτέ. Απλώς ήταν ένας τρόπος να του απευθύνομαι.

Ήμουν ίσως ο πρώτος που τον αποκάλεσε χαρισματικό – πράγμα που δυσαρέστησε πολλούς αντιτιθέμενους. Όμως το επίθετο χαρισματικός δεν είναι απαραίτητα θετικό. Χαρισματικός ήταν π. χ. ο Αλκιβιάδης (μεγάλο μούτρο).

Τελικά αποδείχθηκε πως ήταν πράγματι  χαρισματικός (4 συνεχόμενες εκλογικές νίκες μέσα σε χάος διαψεύσεων, ανατροπών, αθετήσεων, αντιφάσεων, το πιστοποιούν).

Το πρώτο γράμμα το είχα στείλει τον Μάιο του 2012. Εκεί έγραφα:
« …πρέπει να ομολογήσω πως αυτή τη στιγμή είστε ο MVP του ελληνικού πολιτικού παιχνιδιού. Ουσιαστικά, παίζετε χωρίς αντίπαλο».

(Αυτό βέβαια δεν ισχύει πια).

Και συνέχιζα:

«Μέχρι στιγμής χρησιμοποιείτε την γοητεία σας για να πουλάτε ανέφικτες υποσχέσεις (ευρώ χωρίς μνημόνιο, κατάργηση της λιτότητας και μάλιστα πανευρωπαϊκά, κλπ.). Παραμένετε άρα ένας χαρισματικός δημαγωγός. Θα μπορούσατε να εξελιχθείτε σε υπεύθυνο ηγέτη;».

Όταν εκλέχτηκε πέρυσι τον Ιανουάριο του το θύμισα γράφοντας στο τρίτο γράμμα:
«Το ερώτημα τότε ήταν λίγο ακαδημαϊκό. Τώρα είναι φλέγον. Τίποτα δεν χρειάζεται περισσότερο η Ελλάδα σήμερα από έναν σοβαρό και υπεύθυνο ηγέτη. Η παρουσία του μπορεί να φέρει την σωτηρία. Το λάθος του – τον όλεθρο».

Φτάσαμε τώρα, ένα χρόνο μετά, και το ερώτημα δεν έχει απαντηθεί. Αντίθετα όσο περνάει ο καιρός το πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα γίνεται πιο ακαθόριστο. Αινιγματικό. Η εξουσία τον έχει αλλάξει. Έχει χάσει αρκετό από τον νεανικό ενθουσιασμό του. Έχει μετριάσει τις υπερβολές του («κατάργηση των μνημονίων με ένα άρθρο και ένα νόμο», «ανατροπή ισοροπιών σε όλη την Ευρώπη» κλπ.).

Αυτό σημαίνει πως ωριμάζει – ή ξεφουσκώνει;

Το μόνο σημείο όπου έχει δείξει ικανότητα και δύναμη είναι στην προπαγάνδα. Χάρη σε αυτήν στέκεται ακόμα όρθιος, μετά από τόσες καταστροφές και αποτυχίες.

Βλέπει κανείς να διαγράφεται μέσα του ο ηγέτης;

Είναι άραγε τόσο ευφυής που να φαίνεται έντιμος και ειλικρινής ακόμα κι όταν δεν είναι; Και πόσο ειλικρινής και έντιμος είναι στ’ αλήθεια;

Σίγουρα είναι φιλόδοξος – αλλά η φιλοδοξία του υπερβαίνει το άτομό του;

Σίγουρα είναι  εμβολιασμένος από παιδί με μία ιδεολογία – πόσο μπορεί να την ξεπεράσει όταν το απαιτήσει η πραγματικότητα;

Πολλά – πάρα πολλά ερωτήματα. Μερικά θα τα απαντήσουν μόνο οι μελλοντικοί ιστορικοί. Αλλά και η ματιά του αυτόπτη μάρτυρα είναι χρήσιμη.

Ποιός είναι πραγματικά; Ανάμεσα στον άκριτο θαυμασμό και την ολοκληρωτική απόρριψη, μπορείτε να φιλοτεχνήσετε ένα σύντομο πορτρέτο του; Πώς τον βλέπατε πριν τρία χρόνια και πώς τώρα; Θα έχει ενδιαφέρον αν διαβαστεί αργότερα…

Συζητάμε!


Πέμπτη, Φεβρουαρίου 18, 2016

Το πρόβλημα είμαστε εμείς

Του Δημήτρη Χαντζόπουλου, Καθημερινή 18.2.16








Η χυδαία χοντράδα που είπε ο Λαζόπουλος για τους ανάπηρους, ότι η καθήλωση σε μία
καρέκλα τους κάνει παρανοϊκούς (στοχεύοντας προφανώς τον Βόλφγκανγκ Σόυμπλε) ήταν μία ακόμα εμετική φράση ενός ανθρώπου που έχει από καιρό χάσει τόσο την εξυπνάδα όσο και το χιούμορ του. (Για ήθος δεν μιλάμε καν).

Αλλά για μένα το σημαντικό δεν είναι τι είπε ο Λαζόπουλος. Σε οποιαδήποτε πολιτισμένη χώρα του κόσμου μία τέτοια φράση θα πάγωνε την αίθουσα – και θα ακολουθούσαν  έντονες αποδοκιμασίες.

Εδώ το κοινό γέλασε και χειροκρότησε.

Αυτό για μένα δείχνει το πόσο χαμηλά έχουμε πέσει.

Και οι διαμαρτυρίες που ακολούθησαν ήταν κυρίως από εκπροσώπους των ΑΜΕΑ που αισθάνθηκαν θιγμένοι.

Σε οποιαδήποτε άλλη πολιτισμένη χώρα αυτή η βαρβαρότητα θα είχε τελειώσει τον Λαζόπουλο σαν δημόσιο πρόσωπο. Δεν θα μπορούσε ούτε καν να κυκλοφορήσει στον δρόμο – όχι να εμφανιστεί στην τηλεόραση.

Πάμε στοίχημα ότι εδώ θα ξεχαστεί σύντομα;

Μα θα μου πείτε ότι ο ελληνικός λαός μισεί τον Σόυμπλε.

Κι ακριβώς εκεί είναι η ανωριμότητα και η αφέλειά του.

Ο Σόυμπλε είναι ένας καλός πολιτικός και ένας γενναίος άνθρωπος που παρά την αναπηρία του εργάζεται σκληρά και κάνει σωστά την δουλειά του.

Εμείς, στην δική μας παράνοια (ναι, εμείς είμαστε οι παρανοϊκοί!) τον έχουμε κάνει σκιάχτρο και σύμβολο. Του έχουμε φορτώσει όλες τις ευθύνες για τα δικά μας λάθη και σφάλματα και τον έχουμε φέρει στην θέση του αποδιοπομπαίου τράγου.

Αλλά δεν έχει τελικά σημασία ο Σόυμπλε. Το πρόβλημα είμαστε εμείς. Που χειροκροτούμε ένα Λαζόπουλο! 

Τρίτη, Φεβρουαρίου 16, 2016

Η γλίτσα γυάλιζε στον ήλιο



Κατέβηκα σήμερα στο κέντρο της Αθήνας για δουλειές. Το αποφεύγω όσο γίνεται (ευτυχώς πια πολλά πράγματα διεκπεραιώνονται ψηφιακά) κι έτσι είχα καιρό να νιώσω αυτή την εμπειρία.

Η οποία ήταν μία εμπειρία αηδίας. Τέτοια βρόμα δεν μπορούσα ούτε να την φανταστώ. Τα πεζοδρόμια λιγδερά, γλιτσερά, με τόσο στρώμα λεπτής λάσπης και βρομιάς, που δεν φαίνονταν καν οι πλάκες από κάτω. Όχι, δεν είχε βρέξει από μέρες και ο καιρός ήταν ηλιόλουστος.

Τίποτα δεν ήταν καθαρό. Οι τοίχοι γεμάτοι μουντζούρες, λεκέδες και μισοσβησμένα γκράφιτι, τα μάρμαρα ποτισμένα με ακαθαρσίες. Σκαλωσιές που έχουν σκουριάσει από την αχρησία  (τις βλέπω εκεί από χρόνια) με κάτι απαίσια κουρέλια να κρέμονται μπροστά στη μούρη σου. Να μην αναφέρω και τα σκόρπια σκουπίδια.

Και πού όλα αυτά; Στις οδούς Βουλής και Νίκης, στην Πλατεία Συντάγματος, την καρδιά και την βιτρίνα της Αθήνας – πρωτεύουσας του ελληνικού τουρισμού. Έβλεπα τους τουρίστες να κυκλοφορούν και ντρεπόμουνα. Ένιωθα σαν να ήταν βρώμικο και λιγδερό το σπίτι μου – και είχα δίκιο. Ογδόντα χρόνια ζω σε αυτή τη πόλη – σπίτι μου είναι!

Προσποιηθείτε τον τουρίστα για μία μέρα - να δείτε τι προϊόν πουλάμε!

Κι αν μπείτε λίγο πιο μέσα, στα δρομάκια του κέντρου αλλά και στη Σταδίου, βλέπετε προσόψεις που ξεφλουδίζουν, σοβάδες που πέφτουν, σπίτια μισογκρεμισμένα.



Ξέρω – ξέρω τις δικαιολογίες: κρίση, φτώχεια, κλπ. Αλλά οδοκαθαριστές πληρώνουμε όλοι με τα υποχρεωτικά δημοτικά τέλη. Γιατί τόσο υποβαθμισμένη ποιότητα ζωής;

Τελικά θα γίνουμε σαν την Βαλκανική πρωτεύουσα του ανεκδότου που αποφάσισε να ασφαλτοστρώσει τον κεντρικό δρόμο της γιατί είχε πήξει στην λάσπη και την καβαλίνα. Όταν άρχισαν να σκάβουν διαπίστωσαν πως ο δρόμος ήταν ήδη ασφαλτοστρωμένος – μόνο που από την βρόμα η άσφαλτος είχε εντελώς καλυφθεί.

Και μία ιδέα για επιχειρηματική startup. Να δώσει ο Δήμος (έναντι ποσοστών) το προνόμιο κατασκευής και εκμετάλλευσης τουαλετών σε μία ιδιωτική εταιρία. (Προτεινόμενο όνομα: Βεσπασιανός Α. Ε.). Σε όλο το κέντρο γύρω από την Κλαυθμώνος δεν υπάρχει ένα δημόσιο αποχωρητήριο. Πηγαίνεις παρακαλώντας από μαγαζί σε μαγαζί.

Ντροπή κύριε Καμίνη! Καλά το αποτεφρωτήριο που μας υποσχεθήκατε, το σαμποτάρει η εκκλησία. Την καθαριότητα και την ανακούφιση, ποιος τις σαμποτάρει;


Κυριακή, Φεβρουαρίου 14, 2016

Η μακριά σκιά του Πλάτωνα

Raffaello: Η Σχολή των Αθηνών (λεπτομέρεια από τοιχογραφία: στο κέντρο ο Πλάτωνας - αριστερά - συνομιλεί με τον Αριστοτέλη)

Η καλή λογοτεχνία είναι υπόθεση λίγων (πόσοι διαβάζουν ποίηση;) η φιλοσοφία είναι υπόθεση όλων. Ο κάθε άνθρωπος σκέπτεται: η φιλοσοφία είναι η άσκηση που τον βοηθάει να σκέπτεται ορθολογικά και αποτελεσματικά, να οργανώνει τις έννοιες, να ξεχωρίζει το σωστό από το λάθος. Η φιλοσοφία δεν είναι γνώση, είναι μέθοδος. Γι’ αυτό και τα τελευταία χρόνια έχει βγει από τα πανεπιστήμια και εγκατασταθεί ακόμα και σε μεγάλες επιχειρήσεις. 

Τι γίνεται με την φιλοσοφία στην Ελλάδα;

Με τον θάνατο του Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου έκλεισε ένα κύκλος. Ο Δεσποτόπουλος ήταν ο τελευταίος ανάμεσα σε πέντε Έλληνες φιλοσόφους που γεννήθηκαν στις αρχές του 20ου και κυριάρχησαν στην Ελληνική ακαδημαϊκή φιλοσοφία ολόκληρο τον αιώνα.

Και οι πέντε έγιναν ακαδημαϊκοί. Και οι πέντε ήταν Πλατωνιστές. Οι τέσσερεις από αυτούς σπούδασαν το μεσοπόλεμο στην Γερμανία. Έγραψαν δεκάδες βιβλία, χωρίς όμως να προτείνουν κάτι καινούργιο. Αγνόησαν όλα τα νέα φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής τους: φαινομενολογία, υπαρξιακή φιλοσοφία, δομισμό, αναλυτική φιλοσοφία, κλπ. και αναμασούσαν Πλάτωνα (άντε και λίγο νέο-καντιανισμό) όλη τους τη ζωή. Πλάτωνα – όχι Αριστοτέλη. Έχει σημασία αυτό, γιατί πάνω από όλα ήταν ιδεαλιστές.

Κάποτε είπα στον Κωνσταντίνο Τσάτσο: «Ο λόγος που στην Μεταπολίτευση γεμίσαμε φτηνή μαρξιστική φιλοσοφία είναι ότι εσείς και η παρέα σας την είχατε εξορίσει από παντού για πενήντα χρόνια – έγινε απαγορευμένος καρπός». Δεν μου έφερε αντίρρηση.

Μιλάω για τους εξής:

Κωνσταντίνος Τσάτσος 1899-1986, Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος 1900-1981, Ευάγγελος Παπανούτσος 1900-1982, Παναγιώτης Κανελλόπουλος 1902-1986 και Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος 1913-2016.

Θετικό θεωρώ το διδακτικό έργο του Παπανούτσου (τα συγγράμματα για Γνωσιολογία, Ηθική, Αισθητική, Λογική, ήταν καλά εργαλεία) και τον άθλο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου να γράψει την πολύτομη Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος. (Η πρώτη γραφή: στην εξορία χωρίς βοηθήματα!).

Αντίθετα οι σημαντικότεροι Έλληνες φιλόσοφοι του 20ου αιώνα έζησαν εκτός Ελλάδος: ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Κώστας Αξελός, και ο  Κώστας Παπαϊωάννου στο Παρίσι και ο Παναγιώτης Κονδύλης στην Γερμανία. Κανείς τους δεν έγινε ακαδημαϊκός, ούτε καν καθηγητής στην Ελλάδα.

Υπάρχει και ο Στέλιος Ράμφος που ξεκίνησε κι αυτός στη Γαλλία αλλά επέστρεψε νωρίς. Είναι μία μοναδική περίπτωση αξιόλογου φιλοσόφου που έζησε τρεις ζωές αναιρώντας την κάθε προηγούμενη με την επόμενη.

Πανεπιστημιακοί καθηγητές φιλοσοφίας υπήρξαν όλα αυτά τα χρόνια – έδρασαν κυρίως κάτω από την σκιά των μεγάλων πέντε. Υπάρχει και το Κέντρο Ερεύνης Ελληνικής  Φιλοσοφίας της Ακαδημίας Αθηνών που οργανώνει συνέδρια και εκδίδει μελέτες. Σημαντική δουλειά, που όμως κυρίως αφορά την αρχαία φιλοσοφία και σταματάει στον 19ο αιώνα . Υπάρχουν και τριάντα έξη (!) φιλοσοφικές εταιρίες (θα βρείτε τον κατάλογό τους στο πρώτο σχόλιο). Οι περισσότερες έχουν σκοπό να αναδείξουν  τριάντα έξη προέδρους και συμβούλους. Μερικές είναι σοβαρές αλλά ανάμεσά τους υπάρχουν και απροσδόκητα ευρήματα – όπως η "Ελληνική Εκκλησία της Σαηεντολογίας"...

Έχουμε λοιπόν πανεπιστημιακές έδρες, κέντρα, εταιρίες, εκδόσεις… Ζωντανή φιλοσοφική σκέψη έχουμε;

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 12, 2016

Εμείς και τα αριστουργήματα



Ένα ενδιαφέρον καινούργιο θέμα προτείνει η αναγνώστρια (και συγγραφεύς σχολίων με το ψευδώνυμο EFFIE) Έφη Β. Μου γράφει:

«Διαφώνησα με φίλες ως προς το εάν τα καθιερωμένα ως “αριστουργήματα” οφείλουν να αρέσουν σε όλους τους αναγνώστες. Υποστήριξα ότι εάν η προσωπική μου ιδιοσυγκρασία και “φιλοσοφία” έρχονται σε σφοδρή αντίθεση με το σύμπαν του συγγραφέα, έχω κάθε δικαίωμα να δηλώσω ότι το βιβλίο του δεν μου αρέσει (ακόμη και αναγνωρίζοντας τη δεινότητά του στη γραφή ή τις επιτυχημένες αφηγηματικές τεχνικές του). Ακόμη, διατύπωσα τη γνώμη ότι μπορώ να έχω άποψη για ένα βιβλίο τού οποίου έχω διαβάσει τα 2/3 (διότι προσπέρασα -για ποικίλους λόγους- κάποιες σελίδες).

Δέχτηκα επίθεση, με κύριο επιχείρημα ότι το βιβλίο ανήκει στα κλασικά αριστουργήματα, ότι διδάσκεται σε σχολεία και ότι, συνεπώς, μάλλον εγώ δεν είμαι “ώριμη” να το αξιολογήσω αναλόγως. Και ότι δεν δικαιούμαι να έχω άποψη, δεδομένου ότι προσπέρασα μέρος του όγκου του βιβλίου.

Δεν θέλω να αναφέρω το όνομα του συγγραφέα ούτε τον τίτλο του επίμαχου βιβλίου, προκειμένου η ερώτησή μου να έχει ένα γενικευτικό χαρακτήρα».

Αυτά γράφει η αναγνώστρια Έφη.

Ας ξεκινήσω με ορισμένες παρατηρήσεις. Αν συζητάμε για το «αρέσει – δεν αρέσει» δεν υπάρχει θέμα. Ο καθένας δικαιούται να εκφράζει το προσωπικό του γούστο. Η λέξη «αρέσει» όμως με ενοχλεί.  Η σχέση με ένα σημαντικό έργο πρέπει να ξεπερνάει το επίπεδο του «αρέσει». 

Το ότι ένα έργο θεωρείται γενικώς «αριστούργημα» και διδάσκεται στα σχολεία δεν σημαίνει τίποτα. Ιδιαίτερα στα σχολεία διδάσκονται και άθλια πράγματα. Όμως αν ένα έργο έχει κερδίσει την γενική αναγνώριση και τον παγκόσμιο θαυμασμό, τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα. Αυτός που θα μου πει: δεν μου αρέσει ο «Άμλετ», ή ο «Δον Κιχώτης», ή η «Ενάτη Συμφωνία», θα με βάλει σε σκέψεις.

Υπάρχει η τέχνη της φυγής (περνάω ευχάριστα την ώρα μου- «αρέσει») και η «αποκαλυπτική» (αυτή που μας βοηθάει να καταλάβουμε καλύτερα τον εαυτό μας και τον κόσμο). Αυτή η δεύτερη δεν είναι ποτέ εύκολη – ιδιαίτερα όταν φαίνεται εύκολη. Π. χ. η παλιά ζωγραφική – πορτρέτα και τοπία – είναι πιο δύσκολη από την μοντέρνα, αφηρημένη τέχνη.

Το ότι ένα έργο τέχνης ανήκει στην «αποκαλυπτική» δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι δύσπεπτο και βαρετό. Μπορεί να είναι διασκεδαστικό και ευφρόσυνο:  π. χ. τα πεζά του Γκόγκολ, οι όπερες του Μότσαρτ.

Κάθε καλό έργο τέχνης είναι πολυεπίπεδο. Και  αυτός που το έχει «καταλάβει», μπορεί ξαφνικά να διαβάσει μία ανάλυση διαπιστώνοντας πόσα δεν είχε προσέξει.

Όταν ήμουν νέος διάβασα την «Συναισθηματική Αγωγή» του Φλομπέρ και την βρήκα βαρετή – ενώ τα άλλα βιβλία του τα είχα βρει θαυμάσια. Όμως αργότερα διαπίστωσα πως σοβαροί κριτικοί την θεωρούσαν  ως το αριστούργημά του. Την ξανάπιασα λοιπόν στα σαράντα μου – και είδα πως στην πρώτη ανάγνωση απλώς εγώ δεν ήμουν έτοιμος. Και στον ανεξάντλητο Σαίξπηρ, κάθε παράσταση που παρακολουθώ συνήθως προσθέτει κάτι στα έργα που έχω ήδη δει.

Τους μεγάλους είναι αδύνατο να τους συγκρίνεις – αλλά δικαιούσαι να έχεις «συμπάθειες». Από τους δύο ταυτόχρονους γίγαντες Τολστόι και Ντοστογιέφσκι, εγώ συμπαθώ τον δεύτερο.

«Πηδώντας σελίδες». Συνήθως τα πολύ καλά έργα δεν έχουν περιττή ύλη…

«Δύσκολα» βιβλία. Για να διαβάσεις τον «Οδυσσέα» του Τζόυς, χρειάζεσαι οπωσδήποτε οδηγό – ξεναγό. Αλλά αξίζει τον κόπο.

«Εύκολα» βιβλία. Τον Δον Κιχώτη – φαινομενικά μία απλή παρωδία ιπποτικού ρομάντζου – τον έχω διαβάσει ολόκληρο τρεις φορές, σε τρεις ηλικίες. Κάθε φορά μου άρεσε – αλλά για διαφορετικούς λόγους. Που αθροίζονται από ανάγνωση σε ανάγνωση. Σύμφωνα με τον «πάπα» της κριτικής, τον Harold Bloom, είναι το «απόλυτο» βιβλίο. Αλλά είναι και το βιβλίο που ευκολότερα διαβάζεται λάθος.

Άρα προσοχή με τα «αριστουργήματα». Μπορούμε να τα κρίνουμε, αλλά μας κρίνουν και αυτά…

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 10, 2016

Το παιδί που ήσασταν κάποτε...


Όταν τα δύσκολα γίνονται πολύ δύσκολα, ο άνθρωπος καταφεύγει κάπου. Στον θεό, το ποτό, τους φίλους, το παρελθόν, το μέλλον….

Εγώ, μερικές φορές, γυρίζω πίσω. Πολλές δεκαετίες πίσω – στην παιδική ηλικία.

Ο καθένας μας έχει μία παιδική ηλικία. Αλλά δεν είναι όλες ίδιες. Θα πίστευε κανείς πως οι περισσότερες είναι ευτυχισμένες – η θαλπωρή του σπιτιού, η αγάπη της μάνας, η προστασία της οικογένειας, η σιγουριά του πατέρα… Αλλά συχνά δεν είναι έτσι. Και το πιο μικρό παιδί, και το πιο αγαπημένο, έχει τα άγχη, τους κρυφούς φόβους, την ανασφάλεια, το πείσμα, τη ζήλεια. Μικρά πάθη αλλά αρκετά για ένα μικρό ανθρωπάκι.

Στην φωτογραφία είμαι στο Πεδίον του Άρεως (έτσι μου έχουν πει) στην αγκαλιά της μητέρας. Τεσσάρων ετών, πριν από τον πόλεμο. Χαιρετώ. Ποιον; Τον φωτογράφο; Και ποιος ήταν ο φωτογράφος; Μήπως ο πατέρας με την αρχαία (τότε μοντέρνα) Zeiss-Ikon με την φυσούνα.

Πώς έγινε κι αυτό το ανέμελο παιδάκι πέρασε τόσα πράγματα και τώρα κάθεται εδώ και σας γράφει; Πού να ήξερε τι του μελλόταν να ζήσει… Και τώρα που ξέρει όσα έζησε, πώς νιώθει απέναντι στον τετράχρονο εαυτό του;


Θα ήθελα να σας καλέσω να γυρίσετε πίσω. Κάποια ανάμνηση, κάποια στιγμή ωραία ή άσκημη, του παιδιού που ήσασταν κάποτε. Να ανταλλάξουμε αναμνήσεις, μια και είναι η μόνη σίγουρη περιουσία που έχουμε…

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 08, 2016

Από τον Μαβίλη στον Βάρναλη

Πλοίο σκουριάζει στο Κατάκωλο






Ξύπνησα σήμερα με κάτι στίχους του Μαβίλη στο μυαλό μου:

Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πίκρα της ζωής. 'Οντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να’ ναι

Και τους σκέφθηκα, γιατί θυμήθηκα ένα φίλο που πέθανε το 2009 – ακριβώς πριν ξεκινήσει η κρίση. Και, μέσα στο πένθος μου για την απουσία του, τον καλοτύχισα που δεν την έζησε. Ήταν τέτοιος ο άνθρωπος – υπερευαίσθητος – και τέτοια η δουλειά του, που θα είχε τρομερά υποφέρει.

Και μετά σκέφθηκα (έτσι θεωρητικά) αν ξαφνικά ξαναρχότανε στη ζωή, τι θα ένιωθε; Πώς θα του εξηγούσα τι συνέβη τα έξη αυτά χρόνια; Τι θα καταλάβαινε από αυτό το ακατάληπτο χάος, ιδιαίτερα από τον παραλογισμό του τελευταίου χρόνου. Ο φίλος ήταν αριστερός – της ανανεωτικής Αριστεράς, οπαδός του Κύρκου. Θα έβλεπε την Αριστερά αγκαλιά με την Ακροδεξιά, να εφαρμόζουν μέτρα λιτότητας. Πώς θα αντιδρούσε; Μάλλον θα πάθαινε δεύτερο, οριστικό, έμφραγμα.

Και μετά θυμήθηκα το τέλος αυτού του σονέτου («Λήθη» – πολλά ποιήματα του Λορέντζου Μαβίλη τα ξέρω απέξω) που ταίριαζε πολύ στην διάθεσή μου:

'Αν δε μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν, μα δε βολεί να λησμονήσουν.

Ας αφήσουμε τον νεκρό φίλο – κι ας πάμε σε ξενιτεμένο που επιστρέφει μετά από έξη χρόνια από πολύ μακριά και προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει στην χώρα του. Πώς θα του εξηγούσατε με λίγα λόγια αυτό που ζήσαμε για έξη χρόνια – κι αυτό που ζούμε τώρα;

Ξέρω πως το θέμα είναι φθαρμένο, το σκεπτόμαστε και το συζητάμε δέκα εκατομμύρια άνθρωποι για χρόνια, αλλά με ποιο συμπέρασμα; Εγώ τουλάχιστον, όσο πιο πολύ το σκέπτομαι τόσο λιγότερο καταλαβαίνω και τόσο περισσότερο δυσκολεύομαι να καταλήξω σε κάποιο πόρισμα. Ζηλεύω αυτούς που απλοποιούν και σερβίρουν έτοιμες λύσεις. Αφήνω τον Μαβίλη και καταφεύγω στον Βάρναλη:

Ποιος φταίει; Ποιος φταίει; Κανένα στόμα
Δεν το ‘βρε και δεν το ’πε ακόμα!

Λάθος, κυρ Κώστα. Σχεδόν όλα τα στόματα το έχουν βρει και το λένε. Μόνο που ο καθένας λέει άλλο και εννοεί άλλο.  Που για μένα είναι σαν να μην έχουν πει τίποτα. Ένα είναι κοινό στις απαντήσεις τους: το πάθος. Μας φταίνε όλοι!

Οι απαντήσεις διαφέρουν – αλλά το μίσος είναι ίδιο. Μίσος για ξένους, για δικούς, για όλους, για ορισμένους…  'Αραγε αυτό θα μας μείνει;

Λες κάποτε, Βάρναλη, να έρθει η ώρα που περιγράφεις;

Να ιδώ τον κόσμο ανάποδα
τον αδερφό μου ξένο
και τον οχτρό αδέρφι μου
αδικοσκοτωμένο.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 06, 2016

Μερικά περί δημοκρατίας

Διακύρηξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου όπως διατυπώθηκαν στην Γαλλική Επανάσταση

Στο τελευταίο ποστ ξεφύτρωσαν διαφωνίες γύρω από το πόσο δημοκρατική είναι η Ευρώπη σήμερα, ακόμα και για το αν υπάρχει πραγματική δημοκρατία σε οιαδήποτε χώρα. Κάποιος το απέκλεισε, γράφοντας ότι πραγματική δημοκρατία δεν υπάρχει σήμερα πουθενά.

Όλα αυτά έχουν κάνουν με τον ορισμό που δίνουμε στην έννοια της δημοκρατίας και ακόμα περισσότερο στον χαρακτηρισμό «πραγματική».  Σκέφθηκα λοιπόν ότι θα ήταν χρήσιμο να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε με τις λέξεις αυτές. «Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις» έλεγε ο Αντισθένης.

Κατ’ αρχήν τι λέει η λέξη; Πρόκειται προφανώς για το πολίτευμα όπου «κρατεί» ο «δήμος» - δηλαδή κυβερνάει ο λαός. Κι όταν βέβαια ο λαός ήταν οι πολίτες μίας πόλης ήταν εφικτό να μαζεύονται να συζητάνε, να αποφασίζουν και να ψηφίζουν για τα θέματα που τους απασχολούσαν. Όταν όμως ο λαός είναι δεκάδες ή και εκατοντάδες εκατομμύρια, αυτό δεν γίνεται. Έτσι προέκυψε η αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

Βασικό στοιχείο λοιπόν είναι η συμμετοχή και κυριαρχία του λαού που εκδηλώνεται με δύο τρόπους. Τις εκλογές, όπου εκλέγουν τους αντιπροσώπους τους και τα δημοψηφίσματα όπου εκφράζουν την άποψή τους για συγκεκριμένα θέματα. Επιπλέον είναι η συμμετοχή σε μικρότερες ομάδες – δημοτικές, κοινοτικές, θεματικές – για τοπικά ή ειδικά προβλήματα.

Μπορούμε να πούμε ότι έχουμε τα εξής βασικά γνωρίσματα: α) ένα σύστημα για την επιλογή – και την αντικατάσταση – της κυβέρνησης μέσα από ελεύθερες εκλογές (ο Πόπερ έλεγε πως δημοκρατία είναι κάθε πολίτευμα όπου μπορείς ειρηνικά να αλλάξεις την κυβέρνηση), β) ενεργή συμμετοχή των πολιτών με διάφορους τρόπους στα κοινά, γ) ισονομία – ισότητα όλων απέναντι στους νόμους και δ) προστασία όλων των ανθρώπινων δικαιωμάτων (και ιδιαίτερα της μειοψηφίας και των μειονοτήτων).

Φαντάζομαι πως αυτοί που μιλάνε για «πραγματική» δημοκρατία εννοούνε το πολίτευμα εκείνο όπου εμφανίζονται στο μέγιστο όλα αυτά τα γνωρίσματα. Βέβαια υπάρχουν μερικοί που θεωρούν ότι μόνο η άμεση (χωρίς αντιπροσώπευση) δημοκρατία είναι πραγματική. Εκεί βέβαια περνάμε στον χώρο της ουτοπίας – γιατί πώς θα κυβερνάται μία τέτοια χώρα; Η ψηφιακή τεχνολογία είναι πάντως μία ελπίδα προς το να γίνει η δημοκρατία πιο άμεση.

Είναι όλες οι δημοκρατίες στο ίδιο επίπεδο δημοκρατικές; Φυσικά όχι. Υπάρχουν αυτές που εφαρμόζουν μόνο τα βασικά στοιχεία – και όχι πάντα τέλεια. Π. χ. σίγουρα ένα κράτος που δεν κάνει εκλογές δεν είναι δημοκρατία – αλλά δεν αρκεί να τις κάνει. Πρέπει να είναι και ελεύθερες. Πρέπει να υπάρχουν και τουλάχιστον δύο υποψηφιότητες – εκείνα τα 99% του ενός και μόνου υποψήφιου, δεν είναι και πολύ δημοκρατικά. Επίσης, πόσο ισχύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα; Η ελευθερία της έκφρασης είναι απόλυτη ή έχει περιορισμούς; Οι αντιφρονούντες προς το καθεστώς τι μεταχείριση έχουν; Οι μειονότητες;  Όλα αυτά καθορίζουν την ποιότητα κάθε δημοκρατίας.

Η τέλεια (ή πραγματική) δημοκρατία πράγματι δεν υπάρχει: είναι ένα ιδανικό. Οι διάφορες υλοποιήσεις της το προσεγγίζουν, άλλες περισσότερο κι άλλες λιγότερο. Κρίνονται με βάση τον βαθμό της προσέγγισης. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, βαθμολογούνται, με τα κριτήρια που αναφέραμε, αρκετά ψηλά.

Το θέμα είναι να επισημαίνουμε τις ελλείψεις και να βοηθάμε στην βελτίωση των θεσμών και των διαδικασιών, έτσι που περισσότερος κόσμος να απολαμβάνει όσο γίνεται μεγαλύτερη ελευθερία και πιο πολλά δικαιώματα.

Και να μην ξεχνάμε την φράση του Τσώρτσιλ: «Η δημοκρατία είναι η χειρότερη μορφή πολιτεύματος – αν εξαιρέσουμε όλες τις άλλες μορφές που έχουν δοκιμαστεί κατά καιρούς».


Πέμπτη, Φεβρουαρίου 04, 2016

Εναντίον ποίου απεργούμε;

Το Σύστημα (κατά Πιρανέζι)



Σήμερα η Μεγάλη Απεργία. Αναρίθμητος ο αριθμός των οργανώσεων που κατεβαίνουν. Όλα τα κεφαλαία γράμματα του αλφαβήτου, σε άπειρους συνδυασμούς, συμμετέχουν.

Αλλά εναντίον τίνος απεργούμε;

Αυτοί που πιστεύουν ότι είμαστε υπό ξένη κατοχή (μόλις διάβασα ένα σχετικό σχόλιο) προφανώς εναντίον των ξένων κατακτητών που μας επιβάλουν σκληρά μέτρα λιτότητας για να επιτύχουν τους δικούς τους σκοπούς. Τώρα για το ποιοι είναι αυτοί οι σκοποί, ερίζουν πολλοί. Από κακόβουλοι (να μας κάνουν κακοπληρωμένους σκλάβους και να μας εκμεταλλευθούν) μέχρι ιδεαλιστικοί (να μας μετατρέψουν σε μία σύγχρονη χώρα).

Αυτοί που θεωρούν ότι για τον χειρισμό των προβλημάτων φταίει κυρίως η κυβέρνηση – απεργούν εναντίον της. Ειδικά μάλιστα που αυτή η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός της μας είχαν υποσχεθεί τον ουρανό με τα’ άστρα. Δεκατρείς συντάξεις θα έδινε – και πετσοκόβει τώρα τις δώδεκα…

Αυτοί που θεωρούν ότι για το χάλι μας φταίει το «Σύστημα» ή οι «Ελίτ» - όροι που περιλαμβάνουν πολιτικούς (ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης) ολιγάρχες παμπλούσιους και πανίσχυρους, τραπεζίτες (ακόμα και τους δικούς μας που έχουν πτωχεύσει) και σκοτεινούς συνωμότες.  (Αν έχετε ζωηρή φαντασία, εδώ χωράνε από μασόνοι και εβραίοι, μέχρι νεφελίμ). Απεργούν λοιπόν γενικώς αντιδρώντας στο Σύστημα – χωρίς βέβαια ελπίδα να το γκρεμίσουν, αφού πιστεύουν στην παντοδυναμία του. (Για να πέσει το Σύστημα χρειάζεται μία ολική παγκόσμια επανάσταση – η οποία σύντομα θα εγκαταστήσει το δικό της).

Τέλος, σύμφωνα με μία άλλη ερμηνεία, απεργούμε ο ένας εναντίον του άλλου. Ο αγρότης που δεν θέλει να πληρώνει εισφορά για ΟΓΑ απεργεί εναντίον μου – διότι θέλει να πληρώνω εγώ την εισφορά του με τους φόρους μου, όπως έκανα τόσα χρόνια. Επίσης να πληρώνω τους φόρους του, τις παροχές και τις επιδοτήσεις, που του δίνει το κράτος. (Μην πείτε: η Ε.Ε. – κι αυτή από τους φόρους των πολιτών της τα δίνει). Ο συνταξιούχος που δεν πλήρωσε παρά 15 χρόνια εισφορές και συνταξιοδοτήθηκε στα 45, θέλει να πληρώνω εγώ με τους φόρους μου την σύνταξή του για σαράντα τόσα χρόνια.

Απεργούμε λοιπόν άπαντες – αλλά ξέρουμε γιατί και εναντίον ποίων; Παλιά οι απεργίες ήταν συγκεκριμένες με σαφείς στόχους και ξεχωριστά αιτήματα. Π. χ. οι εργάτες ενός εργοστάσιου απεργούσαν εναντίον της ιδιοκτησίας με αίτημα αύξηση απολαβών – ή μείωση ωρών εργασίας. Κι όταν τελείωνε η απεργία, ήξεραν τι πέτυχαν.

Εμείς απεργούμε γενικώς – εναντίον των πάντων. Μήπως τελικά αυτό βολεύει τα αφεντικά (είτε είναι οι ξένοι, η κυβέρνηση, ή το Σύστημα) διότι απλώς εκτονώνει την γενική δυσφορία – και μετά περνάνε πιο εύκολα τα μέτρα;

Τρίτη, Φεβρουαρίου 02, 2016

Η παγίδα του Λαϊκισμού



Όσο ξαναθυμάμαι το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 τόσο πιο ξεκάθαρα βλέπω ότι η αντιπαράθεση ήταν ανάμεσα στις δυσάρεστες και σκληρές αλήθειες της λογικής και στους μύθους και τα παραμύθια του λαϊκισμού.

Στην πλευρά του ΝΑΙ ήταν τα αυστηρά, προτεσταντικά, μαθηματικά επεξεργασμένα σχέδια μεταρρυθμίσεων που πρότεινε η Δύση (θέλετε να τα πούμε και ανάλγητα;) κι από την άλλη τι; Το σύνθημα: «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» χωρίς καμία επεξήγηση ή τεκμηρίωση. Ασαφή σχέδια, από το GREXIT, την επιστροφή στην δραχμή, την προσφυγή σε νεφελώδεις υποστηρικτές και χρηματοδότες (που ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν), την εδώ και τώρα πραγματοποίηση της αταξικής κοινωνίας ή και της δικτατορίας του προλεταριάτου (που δεν θα ήταν αταξική μια και θα διοικούσε μία τάξη), κλπ.

Μύρια όσα έχουν καταλογιστεί στον Βόλφγκανγκ Σόυμπλε πλην ενός: ότι δεν ξέρει να διαβάζει νούμερα. Είναι, αν θέλετε, μία άκαρδη και ψυχρή αριθμομηχανή, αλλά οι πράξεις που κάνει είναι σωστές. Σου λέει: δεν βγαίνει το συνταξιοδοτικό – και πράγματι δεν βγαίνει. Θα μου αντιτείνετε: αυτό το έχουν πει ο Σπράος κι ο Γιαννίτσης πριν 15 χρόνια. Ναι, αλλά τότε μπορούσαμε να καλύπτουμε το κενό με δανεικά. Τώρα το συνταξιοδοτικό έχει χειροτερέψει, χρωστάμε παντού και λεφτά δεν μας δανείζει κανείς, εκτός από τους ανάλγητους νεοφιλελεύθερους, καπιταλιστές, εκμεταλλευτές, τοκογλύφους (πες κι άλλα!) της Δύσης.

Οι οποίοι όμως, μολονότι κουτόφραγκοι, θέλουν τώρα εγγυήσεις ότι οι νέοι μας λογαριασμοί θα βγαίνουν και θα ισχύουν στον πραγματικό κόσμο (και όχι μόνο στον εφικτό).

Σε τελευταία ανάλυση αυτό που συμβαίνει με το συνταξιοδοτικό, το αγροτικό, το δημοσιονομικό και όλα τα λοιπά μας οικονομικά προβλήματα είναι ότι επί δεκαετίες (από την εποχή του Ανδρέα) τα αντιμετωπίζαμε με ελαφριά καρδιά και τα όραμα του εφικτού στο βάθος. Το αριστερό σύνθημα είχε αλώσει την σκέψη όλων των παρατάξεων. Όλοι υποσχόμασταν και ελπίζαμε ότι με μαγικό τρόπο θα γινόταν τελικά. Ποιο; Αυτό που ήθελε ο λαός, δηλαδή αυτό που του υποσχόμαστε. Η φόρμουλα του λαϊκισμού: ο πελάτης έχει πάντα δίκιο.

Ο λαϊκισμός είναι αλλεργικός σε δύο πράγματα: την λογική και την αλήθεια. Και τώρα ακόμα, παρόλο που ο λαός έχει καταλάβει αρκετά πράγματα, κανένας δεν έχει το θάρρος να βγει και να τα πει – γιατί θα γίνει πιο μισητός από τον Σόυμπλε. Μετά το δημοψήφισμα, την τελευταία στιγμή, ο Τσίπρας τρακάρισε ξαφνικά επάνω στην λογική και την αλήθεια και έκανε στροφή 180 μοιρών. Δύο μέρες πριν υποστήριζε παθιασμένα το ΟΧΙ, το κέρδισε και ξαφνικά κατάλαβε τι είχε κερδίσει. Πανικόβλητος γύρισε στο ΝΑΙ. Τα ολίγα υπόλοιπα της χαρισματικής του προσωπικότητας του επέτρεψαν να το κάνει. Αλλά  μάλλον για τελευταία φορά. Διότι και το κεφάλαιο «χαρισματικότητα» έχει πια εξαντληθεί.

Τελικά αυτός ο «άλλος εφικτός κόσμος» μπορεί να εμφανίστηκε σαν το ουτοπικό όραμα μιας ιδεολογίας – αλλά έγινε η συνισταμένη όλων των λαϊκισμών: εκεί κανείς δεν πληρώνει φόρους και διόδια, ενώ παίρνει παχυλές συντάξεις και επιδόματα χωρίς να πολύ-εργάζεται.

Το όραμα ξέφτισε. Όμως ο λαός ακόμα δεν έχει συνειδητοποιήσει το βάθος του γκρεμού – αν και το υποψιάζεται. Μετά από τριάμισι δεκαετίες λαϊκισμού και παραμυθιάσματος, είναι δύσκολο αν όχι αδύνατο να αποδεχθεί την όλη αλήθεια. 

Είμαστε παγιδευμένοι ανάμεσα στην πραγματικότητα και τον άλλο "εφικτό" κόσμο γι αυτό δεν μπορούμε να αντικρίσουμε την αλήθεια. Δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση κανενός πολιτικού.