Έλυσε ένα από τα δυσκολότερα μαθηματικά προβλήματα όλων των εποχών. Οι συνάδελφοί του, η Διεθνής Ένωση των Μαθηματικών τον τίμησαν με το ύψιστο βραβείο τους (Fields) και το Clay Mathematics Institute που έχει θεσπίσει χρηματικά έπαθλα για τα 7 άλυτα προβλήματα, ανακοίνωσε ότι του απονέμει ποσό ενός εκατομμυρίου δολαρίων.
Περιφρόνησε και το βραβείο και τα χρήματα. Δεν εμφανίστηκε στην πανηγυρική απονομή των βραβείων Fields (μία φορά κάθε τέσσερα χρόνια – επονομάζονται το Νόμπελ των μαθηματικών) και δεν εισέπραξε το ποσό.
Μήπως είναι πλούσιος; Ούτε καν – τώρα δεν έχει τακτική εργασία και ζει με την μητέρα του, με μόνο έσοδο την σύνταξή της. Άνθρωπος παράξενος και μονήρης, βρίσκεται μόνιμα σε διαμάχη με τους συναδέλφους του, θεωρεί ότι έχει χαθεί το ήθος από τον χώρο. Σκέπτεται να εγκαταλείψει τα μαθηματικά. Ήδη πριν από το Fields είχε αρνηθεί να αποδεχθεί ένα βραβείο από την Ευρωπαϊκή Μαθηματική Εταιρία, λέγοντας ότι οι κριτές δεν είναι άξιοι να τον κρίνουν.
Το όνομά του και η περίπτωση του έχουν κάνει τον γύρο του κόσμου.
Πρόκειται για τον Grigori Perelman, 40 ετών, που έλυσε την Εικασία του Πουανκαρέ (Poincaré Conjecture). Μη μου ζητήσετε να σας πω τι σημαίνει αυτό. Φαίνεται ότι ακόμα και οι μαθηματικοί δυσκολεύονται...
Σταχυολογώ από τον ξένο Τύπο:
Ο Ρώσος Γριγκόρι Πέρελμαν -γνωστός και ως «Γκρίσα»- απέδειξε την Εικασία του Πουαγκαρέ, μια μαθηματική υπόθεση που διατύπωσε το 1904 ο Γάλλος μαθηματικός, φυσικός και φιλόσοφος Ζιλ Ανρί Πουανκαρέ, σχετικά με τα σχήματα που είναι δυνατόν να έχει το Σύμπαν. Όλες οι αποδείξεις που είχαν προταθεί ως σήμερα είχαν αποδειχθεί ψευδείς, αναφέρει η βρετανική εφημερίδα «Guardian». Έπειτα από οκτώ χρόνια προσπαθειών, ο Πέρελμαν κατέληξε το 2002 σε μιαν απόδειξη 473 σελίδων, στην οποία οι συνάδελφοί του δεν κατάφεραν να εντοπίσουν λάθος. Η α π ό δ ε ι ξ η δ ε ν δ η μ ο σ ι ε ύ τ η κ ε σ ε ε π ι σ τ η μ ο ν ι κ ή έ κ δ ο σ η, α λ λ ά σ τ ο Δ ι α δ ί κ τ υ ο.
«Είναι κεντρικό πρόβλημα τόσο στα Μαθηματικά όσο και στη Φυσική, επειδή επιζητεί να καταλάβει ποιο μπορεί να είναι το σχήμα του Σύμπαντος», αναφέρει ο Μάρκους Ντου Σότοϊ, καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Η Εικασία αφορά τη γεωμετρία των πολυδιάστατων χώρων και αποτελεί στοιχείο-κλειδί για την Τοπολογία. Το να αντεπεξέλθει στην πρόκληση ήταν προφανώς αρκετό για τον Πέρελμαν, ο οποίος βρίσκεται εδώ και χρόνια σε «διάσταση» με την κοινότητα των συναδέλφων του. «Δεν ενδιαφέρεται για χρήματα. Το μεγάλο βραβείο γι' αυτόν ήταν να αποδείξει το θεώρημα», σχολιάζει ο δρ. Ντου Σότοϊ.
Ομολογώ πως όταν πληροφορήθηκα την άρνησή του, προβληματίστηκα. Είναι άραγε ειλικρινής; Πρόκειται για σεμνότητα, ή υπεροψία; Θα μπορούσε να είναι παραλήρημα μεγαλομανίας, καπρίτσιο ντίβας, ή διαφημιστικό τρυκ. (Με αυτό τον τρόπο έγινε πιο διάσημος παρά αν δεχόταν τα χρήματα).
Αν δεν ήθελε τα χρήματα για τον εαυτό του, ας τα έπαιρνε κι ας τα μοίραζε στους φτωχούς συνανθρώπους του - υπάρχουν τόσοι Ρώσοι που πεινάνε...
Ο αναγνώστης μου Άγγελος Γιακουμής, με τον οποίο αλληλογράφησα για το θέμα, μου επεσήμανε μερικά σημεία:
- Η δύναμη του Διαδικτύου: Ο Perelman έχει έρθει σε διάσταση με τους συναδέλφους του, που ελέγχουν τα περιοδικά. Μια δημοσίευση σε περιοδικό ήταν αδύνατη αφ' ενός διότι οι εκδότες δε θα τη δημοσίευαν, αφ' ετέρου διότι ο ίδιος δεν ήθελε να καταστήσει κριτές του έργου του ανθρώπους τους οποίους (υπεροπτικά ίσως) θεωρούσε κατώτερούς του. Οπότε χρησιμοποίησε το Διαδίκτυο και η σημαντική μελέτη του δεν έμεινε άγνωστη.
- Υπέβαλε σε «καψόνι» τους συναδέλφους του. Δημοσίευσε μόνο τα βασικά σημεία της μελέτης του, χωρίς πλήρη και λεπτομερή απόδειξη. Πήρε 4 χρόνια δουλειά στους υπολοίπους να κατανοήσουν και να ασχοληθούν με την απόδειξή του χωρίς να βρουν λάθος.
- Έχει μια προϊστορία στην άρνηση βραβείων, οπότε υπάρχουν μικρές πιθανότητες για διαφημιστικό τρυκ. Νομίζω ότι η αιτία της άρνησής του ήταν ότι δεν θεωρούσε κανένα ικανό να κρίνει το επιστημονικό του έργο. Αν το παραλάμβανε (έστω και αν μοίραζε τα χρήματα στους φτωχούς, μια και ο ίδιος παρουσιάζει τον εαυτό του υπεράνω), θα αναγνώριζε σε άλλους την ιδιότητα του κριτή.
- Έχει μια ιδιοφυΐα δικαίωμα στην υπεροψία;
- «Το μεγάλο βραβείο γι' αυτόν ήταν να αποδείξει το θεώρημα». Αυτή η φράση του συναδέλφου του από την Οξφόρδη νομίζω ότι είναι το κεντρικό ζήτημα. Και δείχνει ότι υπάρχουν σήμερα επιστήμονες που εργάζονται χωρίς να έχουν στόχο τα χρήματα, αλλά τις προκλήσεις της επιστήμης τους.
Αυτό είναι το συμπέρασμα του Α. Γ. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ή υπάρχει κάτι βαθύτερο; Αυτή η "αποκλίνουσα συμπεριφορά" οφείλεται μόνο σε ήθος; Τα μαθηματικά, ένας κόσμος με δικούς του νόμους συχνά ασύμβατους με αυτό που ονομάζουμε πραγματικότητα (σκεφθείτε μόνο τις μη Ευκλίδειες γεωμετρίες) φαίνεται πως επηρεάζουν και την νοοτροπία των μεγάλων τους ιδιοφυιών. Συχνά τις αποξενώνουν από την ζωή και τους άλλους. Θυμηθείτε το τραγικό τέλος του Goedel...
______________________________________________________
Βιογραφικά και (φρέσκιες) πληροφορίες για τον Perelman στο σχετικό άρθρο της Wikipedia. Στην πρώτη φωτογραφία ο Πέρελμαν στην δεύτερη ο Πουανκαρέ.
Πέμπτη, Αυγούστου 31, 2006
Τρίτη, Αυγούστου 29, 2006
Ο θαυμαστός μας κόσμος
(Γράφει ο Zoros με αφορμή την πρόσφατη αποπομπή του
Πλούτωνα από το club των πλανητών κατά τη συνεδρίαση της Διεθνούς Αστρονομικής Ένωσης)
Όσο μεγάλος και τρανός είναι ο άνθρωπος στη γη, άλλο τόσο ασήμαντος είναι στο σύμπαν. Μόλις που καταφέραμε να πατήσουμε το πόδι μας στη Σελήνη και παλεύουμε να κάνουμε το ίδιο και στον Άρη. Σταματήσαμε να θεωρούμε τον Πλούτωνα πλανήτη, επειδή πρόσφατα ανακαλύψαμε πολλά ανάλογα πλανητοειδή στις παρυφές του ηλιακού μας συστήματος. Αχ, πόσα ακόμα μας μένουν να μάθουμε...
Απαιτώ απαντήσεις από το (οποιοδήποτε) υπέρτατο ον! Όχι για το πώς να σώσω την ψυχή μου ή με ποιον τρόπο να τον προσκυνώ, αλλά για τα κατ’ εμέ ουσιώδη: γιατί υπάρχουν πρωτόνια και ηλεκτρόνια στην ύλη, γιατί υπάρχει και με ποιο τρόπο μεταδίδεται η βαρυτική έλξη, γιατί υπάρχει θετική και αρνητική φόρτιση στα σωματίδια, γιατί ισχύει η αρχή διατήρησης της ενέργειας, τι προκάλεσε τη μεγάλη έκρηξη, τι ακριβώς είναι η «σκοτεινή ύλη» που φαίνεται να είναι κυρίαρχη στο σύμπαν. Θα του ζητούσα επίσης να μας διδάξει τη «θεωρία των πάντων»: Τη συνολική θεωρία που ενοποιεί τη θεωρία της σχετικότητας (που περιγράφει ικανοποιητικά τον μακρόκοσμο), με αυτή της κβαντομηχανικής (που περιγράφει τον μικρόκοσμο), ώστε να μπορούμε να ερμηνεύουμε το σύμπαν με ακρίβεια. Θα ήθελα η όποια Δευτέρα Παρουσία να έρθει με απαντήσεις. Τότε ναι, υπόσχομαι ότι θα πιστέψω!
Μέχρι τότε (και επειδή μάλλον ουτοπική είναι η προσμονή μου για το Θεό-παντογνώστη) θα «κρέμομαι από τα χείλη» της επιστήμης. Περιμένω τη νέα θεωρία, τη νέα ανακάλυψη, το πείραμα που θα επιβεβαιώσει μια παλιά ξεχασμένη ιδέα. Βήμα-βήμα προς τη γνώση και την πληρέστερη ερμηνεία του σύμπαντος. Βήμα-βήμα προς τη μεγάλη και απόλυτη αλήθεια, που θα μας κάνει να αναφωνήσουμε: «Ώστε έτσι απλά εξηγούνται όλα»!
Θα βλέπω επίσης Star Trek και θα ονειρεύομαι να ταξιδεύω και να ανακαλύπτω νέους πολιτισμούς. Να αισιοδοξώ ότι τον 24ο αιώνα ο άνθρωπος θα έχει προοδεύσει τόσο, που θα του είναι αυτονόητος ο κώδικας ηθικής, χωρίς να του επιβάλλεται με το βούρδουλα κάποιας θρησκείας. Ξέρετε που οφείλεται η πολύ μεγάλη επιτυχία του Star Trek? Στο ότι δείχνει την ανθρωπότητα να εξελίσσεται έτσι όπως ονειρευόμαστε, κάνοντας τα απλά και αυτονόητα.
Ελλείψει θεϊκών απαντήσεων ας δούμε μερικές ανθρώπινες: κοσμολογικές θεωρίες, που (μέχρι στιγμής) ερμηνεύουν με τον καλύτερο τρόπο το σύμπαν:
Όταν όλα ξεκίνησαν: Η μεγάλη έκρηξη
Πριν 13,7 δις χρόνια συνέβη η Μεγάλη Έκρηξη (Big Bang) και άρχισε να δημιουργείται το σύμπαν μας: από ένα σημείο «άπειρης» ύλης και ενέργειας άρχισαν να εκλύονται στοιχειώδη σωματίδια. Αυτά άρχισαν να δημιουργούν πυρήνες, οι πυρήνες άτομα και το σύμπαν άρχισε να σχηματίζεται!
Εύλογα θα ρωτήσουμε, «τι υπήρχε πριν από το Big Bang»? Η απάντηση είναι απλή: δεν έχει νόημα (επιστημονικά) να συζητάμε για το «πριν», επειδή ήταν έξω από το σύμπαν μας. Ο χρόνος είναι έννοια του σύμπαντος μας και δεν είναι καθόλου δεδομένος έξω από αυτό! Το ίδιο ισχύει και για το χώρο και την ερώτηση τι υπάρχει μετά τα όρια του σύμπαντος. Η έννοια χωροχρόνος και αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως ύλη είναι ιδιότητες του σύμπαντος μας και έξω από αυτό (ή σε σημεία που το σύμπαν αστοχεί, πχ μαύρες τρύπες), δεν έχει νόημα να προσπαθούμε να τα ορίσουμε.
Μια άσκηση φαντασίας: έχετε σκεφτεί ότι μπορεί να είμαστε πειραματόζωα σε ένα δοκιμαστικό σωλήνα? Ότι όλο το σύμπαν μας να είναι απλά ένα πείραμα ενός εξω-συμπαντικού πολιτισμού που μελετάει την εξέλιξη ενός ελεγχόμενου Big Bang?
Ένα αστέρι γεννιέται
Αρχικά υπάρχουν αέρια (κυρίως Υδρογόνο) και διαστημική σκόνη. Η δημιουργία ενός αστεριού ξεκινά όταν ένα μεγάλο κύμα ενέργειας (που μπορεί να προέρχεται από την έκρηξη ενός γερασμένου αστεριού – φαινόμενο supernova) «χτυπήσει» αυτό το νέφος και αρχίσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις. Συσσωρεύεται όλο και περισσότερη ύλη, δημιουργείται ένας πυρήνας όπου συνεχώς αυξάνεται η θερμοκρασία και η πίεση και ξεκινά η πυρηνική σύντηξη (το αντίστροφο της σχάσης, που όλοι γνωρίζουμε ως πυρηνική ενέργεια): Δύο πυρήνες Υδρογόνου ενώνονται δημιουργώντας ένα Ηλίου, απελευθερώνοντας παράλληλα τεράστια ποσά ενέργειας.
Αυτή τη φάση στη ζωή ενός αστεριού τη γνωρίζουμε πολύ καλά, αφού σε αυτή βρίσκεται και ο ήλιος μας (το πιο κοντινό μας άστρο από τα τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων που υπάρχουν στο σύμπαν).
Επίσης, οι πλανήτες δεν είναι τίποτα άλλο από μάζες που έχουν ξεφύγει από το άστρο λόγω βίαιων εκρήξεων, οι οποίες στη συνέχεια αρχίζουν να περιφέρονται γύρω από αυτό λόγω βαρυτικής έλξης. Μια από αυτές τις μάζες είναι και η γη, η οποία δημιουργήθηκε πριν 4 δις χρόνια (όταν ο ήλιος ήταν νεαρός: 1 δις χρονών).
Ο ήλιος καίει τον εαυτό του εδώ και 5 δις χρόνια με συγκλονιστικό ρυθμό: σε κάθε δευτερόλεπτο που περνάει ο ήλιος χάνει 4 εκατομμύρια τόνους από τη μάζα του, που μετατρέπονται σε ενέργεια! Και για να μην αγχωθείτε, υπολογίζεται ότι έχει άλλα 5 δις χρόνια ζωής πριν κάψει όλα τα αποθέματά του και σβήσει εντελώς!
Μια γενική αρχή του σύμπαντος είναι η αρχή διατήρησης της ενέργειας. Ότι δηλαδή δεν έχουμε παρθενογένεση ενέργειας, αλλά μόνο μετατροπή της από μια μορφή σε άλλη. Συνεπώς, κάθε μορφή ενέργειας που υπάρχει στη γη (αιολική, υδροηλεκτρική, ακόμα και το πετρέλαιο ή το κάρβουνο που έχουν «αποθηκευμένη ενέργεια») προέρχεται από τον ήλιο, ο οποίος είναι και η μόνη πηγή (αφού μετατρέπει διαρκώς την ύλη του σε ενέργεια μέσω της σύντηξης) στο ηλιακό μας σύστημα.
Όταν το σύμπαν αστοχεί...
Περνάμε στις μυστηριώδεις μαύρες τρύπες. Τι είναι ακριβώς? Είναι μαζεμένη ύλη, όσο έχουν 100 ήλιοι, σε όγκο ενός πορτοκαλιού! Τι προκαλεί αυτό? Πολύ μεγάλη βαρυτική έλξη από την οποία δεν μπορεί να διαφύγει ούτε ακόμα και ο «road runner» του σύμπαντος: το φως. Συνεπώς, αφού τίποτα δεν φεύγει από τη βαρυτική τους έλξη, δεν μπορούμε να έχουμε καμία πληροφορία σχετικά με το τι συμβαίνει μέσα στις μαύρες τρύπες. Πως ξέρουμε τότε ότι υπάρχουν? Προβλέφθηκαν με ακρίβεια από τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας και τις ανακαλύψαμε πειραματικά από τις «παρενέργειες» που προκαλεί η μεγάλη βαρυτική τους έλξη σε γειτονικά ουράνια σώματα και από την απειρο-ελάχιστη ακτινοβολία που εκπέμπουν λόγω θερμότητας (θεωρία που διατύπωσε και απέδειξε πειραματικά ο Stephen Hawking). Στις μαύρες τρύπες δεν ισχύουν οι νόμοι του σύμπαντος όπως τους ξέρουμε, αφού η γεωμετρία του χωροχρόνου καταρρέει.
Ταξίδι στο χρόνο
Αρχικά μια διευκρίνηση σχετικά με το φως που θα μας βοηθήσει για τη συνέχεια: ταξιδεύει με τη μέγιστη ταχύτητα στο σύμπαν (300000 χλμ το δευτερόλεπτο) και είναι αυτό που μας μεταφέρει «εικόνες» και βλέπουμε. Τα ταξίδια στον χρόνο, τα χωρίζουμε σε 3 κατηγορίες:
1. Να βλέπουμε γενικώς στο παρελθόν
Αυτό ήδη συμβαίνει! Αν κοιτάξουμε αυτή τη στιγμή στον ουρανό, η εικόνα που μας έρχεται από τα αστέρια, είναι αυτή που κουβαλιέται από τα φωτόνια που καταφτάνουν στο μάτι μας, τα οποία έχουν ξεκινήσει το ταξίδι τους πολλά χρόνια πριν! Συνεπώς δεν βλέπουμε αυτό που γίνεται τώρα σε ένα μακρινό αστέρι, αλλά εικόνες από το παρελθόν του. Αν δηλαδή σβήσει ξαφνικά ένα αστέρι, εμείς θα το χάσουμε. Ακόμα και ο ήλιος μας να σβήσει αυτή τη στιγμή, θα το αντιληφθούμε μετά από περίπου 8 λεπτά, αφού τόσο κάνει το φως για να ταξιδέψει από τον ήλιο στη γη.
2. Να δούμε τους εαυτούς μας και τη ζωή στη γη όπως ήταν στο παρελθόν
Θεωρητικά μπορεί να επιτευχθεί ως εξής: Όπως όλα τα ουράνια σώματα η γη στέλνει πληροφορίες φωτός προς το σύμπαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Δηλαδή, οι εικόνες της γης κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο αυτή τη στιγμή ταξιδεύουν «καβάλα» σε φωτόνια και βρίσκονται στην απόσταση που έχει διανύσει το φως σε όλο αυτό το διάστημα. Συνεπώς, αν με κάποιο τρόπο τρέξουμε πιο γρήγορα από το φως (ή αν χρησιμοποιήσουμε shortcuts: τις περίφημες σκουληκότρυπες) και καταφέρουμε να βγούμε μπροστά από τα φωτόνια που μεταφέρουν τις εικόνες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, πρακτικά θα μπορούμε να δούμε εικόνες από το παρελθόν μας!
3. Να μεταφερθούμε στο παρελθόν μας, αλληλεπιδρώντας με το περιβάλλον.
Σε αυτή την κατηγορία μιλάμε περισσότερο για επιστημονική φαντασία, παρά για επιστήμη. Υπάρχουν αρκετές δυσνόητες θεωρίες για το πως θα μπορούσε να επιτευχθεί θεωρητικά κάτι τέτοιο, που δεν είναι του παρόντος. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι οι αλλαγές που θα έφερνε στην εξέλιξη του κόσμου ένα ταξίδι στο παρελθόν. Είναι το γνωστό butterfly effect: το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στην Κίνα, μπορεί να επηρεάσει αλυσιδωτά την εξέλιξη σε ολόκληρο τον πλανήτη, πόσο μάλλον η παρουσία (ή απουσία) ενός ανθρώπου. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες θεωρίες λέει ότι με κάθε ταξίδι στο παρελθόν, δημιουργείται ένα παράλληλο σύμπαν και συνεχίζεται σε αυτό παράλληλα η ζωή, όπως προκύπτει λόγω των αλλαγών που επέφερε το ταξίδι.
Υπάρχει ζωή αλλού πέραν της γης?
Η λογική λέει πως ναι. Αν το δούμε από τη σκοπιά ενός μεγάλου Δημιουργού, είναι παράλογα μεγάλη η σπατάλη ύλης και ενέργειας για να υπάρχει ζωή μόνο σε ένα από τα τρισεκατομμύρια ηλιακά συστήματα του ενός από τους τρισεκατομμυρίους γαλαξίες. Αν το δούμε από τη σκοπιά της επιστήμης, είναι στατιστικά απίθανο να μην έχει δημιουργηθεί ζωή σε έναν τουλάχιστο από τους 1 εκατομμύριο πλανήτες του γαλαξία μας (και μόνο), που εικάζεται ότι έχουν συνθήκες ανάλογες με τη γη. Για να μην πηγαίνουμε μακριά, είναι πολύ πιθανό να βρούμε εξωγήινη ζωή ακόμα και στη γειτονιά μας, το ηλιακό μας σύστημα, με πιθανότερους τον Άρη και ακόμα περισσότερο την Ευρώπη (δορυφόρος του Δία), που κάτω από ένα επιφανειακό στρώμα πάγου, εικάζεται πως υπάρχει ωκεανός αλμυρού νερού.
Πλούτωνα από το club των πλανητών κατά τη συνεδρίαση της Διεθνούς Αστρονομικής Ένωσης)
Όσο μεγάλος και τρανός είναι ο άνθρωπος στη γη, άλλο τόσο ασήμαντος είναι στο σύμπαν. Μόλις που καταφέραμε να πατήσουμε το πόδι μας στη Σελήνη και παλεύουμε να κάνουμε το ίδιο και στον Άρη. Σταματήσαμε να θεωρούμε τον Πλούτωνα πλανήτη, επειδή πρόσφατα ανακαλύψαμε πολλά ανάλογα πλανητοειδή στις παρυφές του ηλιακού μας συστήματος. Αχ, πόσα ακόμα μας μένουν να μάθουμε...
Απαιτώ απαντήσεις από το (οποιοδήποτε) υπέρτατο ον! Όχι για το πώς να σώσω την ψυχή μου ή με ποιον τρόπο να τον προσκυνώ, αλλά για τα κατ’ εμέ ουσιώδη: γιατί υπάρχουν πρωτόνια και ηλεκτρόνια στην ύλη, γιατί υπάρχει και με ποιο τρόπο μεταδίδεται η βαρυτική έλξη, γιατί υπάρχει θετική και αρνητική φόρτιση στα σωματίδια, γιατί ισχύει η αρχή διατήρησης της ενέργειας, τι προκάλεσε τη μεγάλη έκρηξη, τι ακριβώς είναι η «σκοτεινή ύλη» που φαίνεται να είναι κυρίαρχη στο σύμπαν. Θα του ζητούσα επίσης να μας διδάξει τη «θεωρία των πάντων»: Τη συνολική θεωρία που ενοποιεί τη θεωρία της σχετικότητας (που περιγράφει ικανοποιητικά τον μακρόκοσμο), με αυτή της κβαντομηχανικής (που περιγράφει τον μικρόκοσμο), ώστε να μπορούμε να ερμηνεύουμε το σύμπαν με ακρίβεια. Θα ήθελα η όποια Δευτέρα Παρουσία να έρθει με απαντήσεις. Τότε ναι, υπόσχομαι ότι θα πιστέψω!
Μέχρι τότε (και επειδή μάλλον ουτοπική είναι η προσμονή μου για το Θεό-παντογνώστη) θα «κρέμομαι από τα χείλη» της επιστήμης. Περιμένω τη νέα θεωρία, τη νέα ανακάλυψη, το πείραμα που θα επιβεβαιώσει μια παλιά ξεχασμένη ιδέα. Βήμα-βήμα προς τη γνώση και την πληρέστερη ερμηνεία του σύμπαντος. Βήμα-βήμα προς τη μεγάλη και απόλυτη αλήθεια, που θα μας κάνει να αναφωνήσουμε: «Ώστε έτσι απλά εξηγούνται όλα»!
Θα βλέπω επίσης Star Trek και θα ονειρεύομαι να ταξιδεύω και να ανακαλύπτω νέους πολιτισμούς. Να αισιοδοξώ ότι τον 24ο αιώνα ο άνθρωπος θα έχει προοδεύσει τόσο, που θα του είναι αυτονόητος ο κώδικας ηθικής, χωρίς να του επιβάλλεται με το βούρδουλα κάποιας θρησκείας. Ξέρετε που οφείλεται η πολύ μεγάλη επιτυχία του Star Trek? Στο ότι δείχνει την ανθρωπότητα να εξελίσσεται έτσι όπως ονειρευόμαστε, κάνοντας τα απλά και αυτονόητα.
Ελλείψει θεϊκών απαντήσεων ας δούμε μερικές ανθρώπινες: κοσμολογικές θεωρίες, που (μέχρι στιγμής) ερμηνεύουν με τον καλύτερο τρόπο το σύμπαν:
Όταν όλα ξεκίνησαν: Η μεγάλη έκρηξη
Πριν 13,7 δις χρόνια συνέβη η Μεγάλη Έκρηξη (Big Bang) και άρχισε να δημιουργείται το σύμπαν μας: από ένα σημείο «άπειρης» ύλης και ενέργειας άρχισαν να εκλύονται στοιχειώδη σωματίδια. Αυτά άρχισαν να δημιουργούν πυρήνες, οι πυρήνες άτομα και το σύμπαν άρχισε να σχηματίζεται!
Εύλογα θα ρωτήσουμε, «τι υπήρχε πριν από το Big Bang»? Η απάντηση είναι απλή: δεν έχει νόημα (επιστημονικά) να συζητάμε για το «πριν», επειδή ήταν έξω από το σύμπαν μας. Ο χρόνος είναι έννοια του σύμπαντος μας και δεν είναι καθόλου δεδομένος έξω από αυτό! Το ίδιο ισχύει και για το χώρο και την ερώτηση τι υπάρχει μετά τα όρια του σύμπαντος. Η έννοια χωροχρόνος και αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως ύλη είναι ιδιότητες του σύμπαντος μας και έξω από αυτό (ή σε σημεία που το σύμπαν αστοχεί, πχ μαύρες τρύπες), δεν έχει νόημα να προσπαθούμε να τα ορίσουμε.
Μια άσκηση φαντασίας: έχετε σκεφτεί ότι μπορεί να είμαστε πειραματόζωα σε ένα δοκιμαστικό σωλήνα? Ότι όλο το σύμπαν μας να είναι απλά ένα πείραμα ενός εξω-συμπαντικού πολιτισμού που μελετάει την εξέλιξη ενός ελεγχόμενου Big Bang?
Ένα αστέρι γεννιέται
Αρχικά υπάρχουν αέρια (κυρίως Υδρογόνο) και διαστημική σκόνη. Η δημιουργία ενός αστεριού ξεκινά όταν ένα μεγάλο κύμα ενέργειας (που μπορεί να προέρχεται από την έκρηξη ενός γερασμένου αστεριού – φαινόμενο supernova) «χτυπήσει» αυτό το νέφος και αρχίσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις. Συσσωρεύεται όλο και περισσότερη ύλη, δημιουργείται ένας πυρήνας όπου συνεχώς αυξάνεται η θερμοκρασία και η πίεση και ξεκινά η πυρηνική σύντηξη (το αντίστροφο της σχάσης, που όλοι γνωρίζουμε ως πυρηνική ενέργεια): Δύο πυρήνες Υδρογόνου ενώνονται δημιουργώντας ένα Ηλίου, απελευθερώνοντας παράλληλα τεράστια ποσά ενέργειας.
Αυτή τη φάση στη ζωή ενός αστεριού τη γνωρίζουμε πολύ καλά, αφού σε αυτή βρίσκεται και ο ήλιος μας (το πιο κοντινό μας άστρο από τα τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων που υπάρχουν στο σύμπαν).
Επίσης, οι πλανήτες δεν είναι τίποτα άλλο από μάζες που έχουν ξεφύγει από το άστρο λόγω βίαιων εκρήξεων, οι οποίες στη συνέχεια αρχίζουν να περιφέρονται γύρω από αυτό λόγω βαρυτικής έλξης. Μια από αυτές τις μάζες είναι και η γη, η οποία δημιουργήθηκε πριν 4 δις χρόνια (όταν ο ήλιος ήταν νεαρός: 1 δις χρονών).
Ο ήλιος καίει τον εαυτό του εδώ και 5 δις χρόνια με συγκλονιστικό ρυθμό: σε κάθε δευτερόλεπτο που περνάει ο ήλιος χάνει 4 εκατομμύρια τόνους από τη μάζα του, που μετατρέπονται σε ενέργεια! Και για να μην αγχωθείτε, υπολογίζεται ότι έχει άλλα 5 δις χρόνια ζωής πριν κάψει όλα τα αποθέματά του και σβήσει εντελώς!
Μια γενική αρχή του σύμπαντος είναι η αρχή διατήρησης της ενέργειας. Ότι δηλαδή δεν έχουμε παρθενογένεση ενέργειας, αλλά μόνο μετατροπή της από μια μορφή σε άλλη. Συνεπώς, κάθε μορφή ενέργειας που υπάρχει στη γη (αιολική, υδροηλεκτρική, ακόμα και το πετρέλαιο ή το κάρβουνο που έχουν «αποθηκευμένη ενέργεια») προέρχεται από τον ήλιο, ο οποίος είναι και η μόνη πηγή (αφού μετατρέπει διαρκώς την ύλη του σε ενέργεια μέσω της σύντηξης) στο ηλιακό μας σύστημα.
Όταν το σύμπαν αστοχεί...
Περνάμε στις μυστηριώδεις μαύρες τρύπες. Τι είναι ακριβώς? Είναι μαζεμένη ύλη, όσο έχουν 100 ήλιοι, σε όγκο ενός πορτοκαλιού! Τι προκαλεί αυτό? Πολύ μεγάλη βαρυτική έλξη από την οποία δεν μπορεί να διαφύγει ούτε ακόμα και ο «road runner» του σύμπαντος: το φως. Συνεπώς, αφού τίποτα δεν φεύγει από τη βαρυτική τους έλξη, δεν μπορούμε να έχουμε καμία πληροφορία σχετικά με το τι συμβαίνει μέσα στις μαύρες τρύπες. Πως ξέρουμε τότε ότι υπάρχουν? Προβλέφθηκαν με ακρίβεια από τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας και τις ανακαλύψαμε πειραματικά από τις «παρενέργειες» που προκαλεί η μεγάλη βαρυτική τους έλξη σε γειτονικά ουράνια σώματα και από την απειρο-ελάχιστη ακτινοβολία που εκπέμπουν λόγω θερμότητας (θεωρία που διατύπωσε και απέδειξε πειραματικά ο Stephen Hawking). Στις μαύρες τρύπες δεν ισχύουν οι νόμοι του σύμπαντος όπως τους ξέρουμε, αφού η γεωμετρία του χωροχρόνου καταρρέει.
Ταξίδι στο χρόνο
Αρχικά μια διευκρίνηση σχετικά με το φως που θα μας βοηθήσει για τη συνέχεια: ταξιδεύει με τη μέγιστη ταχύτητα στο σύμπαν (300000 χλμ το δευτερόλεπτο) και είναι αυτό που μας μεταφέρει «εικόνες» και βλέπουμε. Τα ταξίδια στον χρόνο, τα χωρίζουμε σε 3 κατηγορίες:
1. Να βλέπουμε γενικώς στο παρελθόν
Αυτό ήδη συμβαίνει! Αν κοιτάξουμε αυτή τη στιγμή στον ουρανό, η εικόνα που μας έρχεται από τα αστέρια, είναι αυτή που κουβαλιέται από τα φωτόνια που καταφτάνουν στο μάτι μας, τα οποία έχουν ξεκινήσει το ταξίδι τους πολλά χρόνια πριν! Συνεπώς δεν βλέπουμε αυτό που γίνεται τώρα σε ένα μακρινό αστέρι, αλλά εικόνες από το παρελθόν του. Αν δηλαδή σβήσει ξαφνικά ένα αστέρι, εμείς θα το χάσουμε. Ακόμα και ο ήλιος μας να σβήσει αυτή τη στιγμή, θα το αντιληφθούμε μετά από περίπου 8 λεπτά, αφού τόσο κάνει το φως για να ταξιδέψει από τον ήλιο στη γη.
2. Να δούμε τους εαυτούς μας και τη ζωή στη γη όπως ήταν στο παρελθόν
Θεωρητικά μπορεί να επιτευχθεί ως εξής: Όπως όλα τα ουράνια σώματα η γη στέλνει πληροφορίες φωτός προς το σύμπαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Δηλαδή, οι εικόνες της γης κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο αυτή τη στιγμή ταξιδεύουν «καβάλα» σε φωτόνια και βρίσκονται στην απόσταση που έχει διανύσει το φως σε όλο αυτό το διάστημα. Συνεπώς, αν με κάποιο τρόπο τρέξουμε πιο γρήγορα από το φως (ή αν χρησιμοποιήσουμε shortcuts: τις περίφημες σκουληκότρυπες) και καταφέρουμε να βγούμε μπροστά από τα φωτόνια που μεταφέρουν τις εικόνες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, πρακτικά θα μπορούμε να δούμε εικόνες από το παρελθόν μας!
3. Να μεταφερθούμε στο παρελθόν μας, αλληλεπιδρώντας με το περιβάλλον.
Σε αυτή την κατηγορία μιλάμε περισσότερο για επιστημονική φαντασία, παρά για επιστήμη. Υπάρχουν αρκετές δυσνόητες θεωρίες για το πως θα μπορούσε να επιτευχθεί θεωρητικά κάτι τέτοιο, που δεν είναι του παρόντος. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι οι αλλαγές που θα έφερνε στην εξέλιξη του κόσμου ένα ταξίδι στο παρελθόν. Είναι το γνωστό butterfly effect: το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στην Κίνα, μπορεί να επηρεάσει αλυσιδωτά την εξέλιξη σε ολόκληρο τον πλανήτη, πόσο μάλλον η παρουσία (ή απουσία) ενός ανθρώπου. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες θεωρίες λέει ότι με κάθε ταξίδι στο παρελθόν, δημιουργείται ένα παράλληλο σύμπαν και συνεχίζεται σε αυτό παράλληλα η ζωή, όπως προκύπτει λόγω των αλλαγών που επέφερε το ταξίδι.
Υπάρχει ζωή αλλού πέραν της γης?
Η λογική λέει πως ναι. Αν το δούμε από τη σκοπιά ενός μεγάλου Δημιουργού, είναι παράλογα μεγάλη η σπατάλη ύλης και ενέργειας για να υπάρχει ζωή μόνο σε ένα από τα τρισεκατομμύρια ηλιακά συστήματα του ενός από τους τρισεκατομμυρίους γαλαξίες. Αν το δούμε από τη σκοπιά της επιστήμης, είναι στατιστικά απίθανο να μην έχει δημιουργηθεί ζωή σε έναν τουλάχιστο από τους 1 εκατομμύριο πλανήτες του γαλαξία μας (και μόνο), που εικάζεται ότι έχουν συνθήκες ανάλογες με τη γη. Για να μην πηγαίνουμε μακριά, είναι πολύ πιθανό να βρούμε εξωγήινη ζωή ακόμα και στη γειτονιά μας, το ηλιακό μας σύστημα, με πιθανότερους τον Άρη και ακόμα περισσότερο την Ευρώπη (δορυφόρος του Δία), που κάτω από ένα επιφανειακό στρώμα πάγου, εικάζεται πως υπάρχει ωκεανός αλμυρού νερού.
Δευτέρα, Αυγούστου 28, 2006
Η περίπτωση Günter Grass
Την ιστορία με τον Günter Grass την ξέρετε. Στην αυτοβιογραφία του, που κυκλοφορεί τώρα στην Γερμανία, αποκαλύπτει ότι στα 17 του κατετάγη στα Waffen SS. Πριν κυκλοφορήσει το βιβλίο, το ανάφερε σε μία συνέντευξη.
Η θητεία του εκεί δεν ήταν ένδοξη. Έλαβε μέρος μόνο σε μία μάχη όπου, όπως αφηγείται, κατουρήθηκε επάνω του όταν είδε τα διαμελισμένα πτώματα των συντρόφων του. Έπειτα πληγώθηκε και τελικά παραδόθηκε.
Ο Grass για πενήντα χρόνια λειτουργούσε ως η συνείδηση της Γερμανίας. Το σοκ από την αποκάλυψη ήταν μεγάλο. Τον κατηγόρησαν ότι το είχε αποκρύψει για να μην χάσει το Νόμπελ, ότι το είπε τώρα για να ανεβάσει τις πωλήσεις της αυτοβιογραφίας του, ότι 61 χρόνια (είναι 79) κορόιδευε τον κόσμο...
Όμως οι περισσότεροι (και πιο σημαντικοί) συγγραφείς και διανοούμενοι τον υπερασπίστηκαν.
Από ένα συντάκτη του περιοδικού «Ταχυδρόμος» μου ζητήθηκε και η δική μου άποψη, για ένα άρθρο που ετοίμαζαν. Ήθελαν 250 λέξεις – και τις ήθελαν αμέσως. Τις έστειλα. Αλλά με έκπληξη είδα, όταν κυκλοφόρησε το τεύχος, ότι δεν δημοσιεύτηκαν. Ο συντάκτης μου ζήτησε συγγνώμη. Κατάλαβα ότι δεν έφταιγε αυτός. Ήταν η «αόρατη χειρ» που εξαφανίζει το όνομά μου από πολλά έντυπα.
Δημοσιεύω εδώ το κείμενό μου σαν θέμα για συζήτηση:
"Ίσως θα πρέπει να χρωστάμε χάρη στην συγκυρία που οδήγησε (από άγνοια; εφηβική επιπολαιότητα;) τον Günter Grass στα Waffen SS. Για να λογαριαστεί με αυτό το μυστικό που έκρυβε μέσα του 61 χρόνια, χρειάστηκε να σκάψει πολύ βαθιά. Το αποτέλεσμα είναι ένα έργο που όσο κανένα άλλο στην ιστορία της λογοτεχνίας εμβαθύνει στο θέμα της ενοχής και της ευθύνης. Ατομικής και συλλογικής.
Οι επιπόλαιοι λένε: «θα έπρεπε να το έχει ομολογήσει νωρίτερα». Ίσως τότε να είχαμε κερδίσει μία ομολογία – αλλά θα είχαμε χάσει ένα έργο. Τώρα που το έργο ολοκληρώθηκε, ο συγγραφέας παραδίδει και τον κόκκο της άμμου που γέννησε το μαργαριτάρι.
Η αποκάλυψη έγινε αυτόβουλα – κανείς δεν θα το μάθαινε, αν δεν μιλούσε εκείνος. Πράγμα που δείχνει ότι ήταν σχεδιασμένη, για να μας δώσει το κλειδί της δημιουργίας του. Μέσα από αυτή την αποκάλυψη το έργο του παίρνει άλλη μορφή - και ο συγγραφέας γίνεται και τραγικός ήρωας, που κουβαλάει μέσα του μία Ερινύα.
Είχα την τύχη και το προνόμιο να ακούσω τον Grass να διαβάζει σελίδες από το «Ντενεκεδένιο Ταμπούρλο» πριν εκδοθεί. Δεν θα ξεχάσω αυτή την εμπειρία: ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα αντιμέτωπος με την μεγαλοφυία στην γένεσή της. Την ίδια αίσθηση ένιωσα μετά από χρόνια όταν ο Ελύτης μου έστειλε δακτυλογραφημένα τα «Ελεγεία της Οξώπετρας».
Ο μέγας γέρων των Ευρωπαϊκών γραμμάτων απέρχεται με μία πράξη θάρρους και εντιμότητας. Ας παραμερίσει η Μικρότητα για να περάσει".
**************************************************************
Εικονογράφηση: Ο Grass εκτός από συγγραφέας είναι και εικαστικός καλλιτέχνης. (Άλλωστε σπούδασε γλυπτική). Οι βάτραχοί του είναι από το βιβλίο Unkenrufe (φωνές βατράχων – αλλά και δυσοίωνα σημάδια). Το άλλο χαρακτικό είναι από μία συλλογή με 13 σονέτα και 13 χαρακτικά: «Novemberland». Τέλος υπάρχει η αυτοπροσωπογραφία του και το κλασικό γράφημα από το αριστούργημά του, το «Τενεκεδένιο Ταμπούρλο» (Die Blechtrommel). Τι τραγικό να ξεκινήσεις την καριέρα σου με ένα αριστούργημα....
Η θητεία του εκεί δεν ήταν ένδοξη. Έλαβε μέρος μόνο σε μία μάχη όπου, όπως αφηγείται, κατουρήθηκε επάνω του όταν είδε τα διαμελισμένα πτώματα των συντρόφων του. Έπειτα πληγώθηκε και τελικά παραδόθηκε.
Ο Grass για πενήντα χρόνια λειτουργούσε ως η συνείδηση της Γερμανίας. Το σοκ από την αποκάλυψη ήταν μεγάλο. Τον κατηγόρησαν ότι το είχε αποκρύψει για να μην χάσει το Νόμπελ, ότι το είπε τώρα για να ανεβάσει τις πωλήσεις της αυτοβιογραφίας του, ότι 61 χρόνια (είναι 79) κορόιδευε τον κόσμο...
Όμως οι περισσότεροι (και πιο σημαντικοί) συγγραφείς και διανοούμενοι τον υπερασπίστηκαν.
Από ένα συντάκτη του περιοδικού «Ταχυδρόμος» μου ζητήθηκε και η δική μου άποψη, για ένα άρθρο που ετοίμαζαν. Ήθελαν 250 λέξεις – και τις ήθελαν αμέσως. Τις έστειλα. Αλλά με έκπληξη είδα, όταν κυκλοφόρησε το τεύχος, ότι δεν δημοσιεύτηκαν. Ο συντάκτης μου ζήτησε συγγνώμη. Κατάλαβα ότι δεν έφταιγε αυτός. Ήταν η «αόρατη χειρ» που εξαφανίζει το όνομά μου από πολλά έντυπα.
Δημοσιεύω εδώ το κείμενό μου σαν θέμα για συζήτηση:
"Ίσως θα πρέπει να χρωστάμε χάρη στην συγκυρία που οδήγησε (από άγνοια; εφηβική επιπολαιότητα;) τον Günter Grass στα Waffen SS. Για να λογαριαστεί με αυτό το μυστικό που έκρυβε μέσα του 61 χρόνια, χρειάστηκε να σκάψει πολύ βαθιά. Το αποτέλεσμα είναι ένα έργο που όσο κανένα άλλο στην ιστορία της λογοτεχνίας εμβαθύνει στο θέμα της ενοχής και της ευθύνης. Ατομικής και συλλογικής.
Οι επιπόλαιοι λένε: «θα έπρεπε να το έχει ομολογήσει νωρίτερα». Ίσως τότε να είχαμε κερδίσει μία ομολογία – αλλά θα είχαμε χάσει ένα έργο. Τώρα που το έργο ολοκληρώθηκε, ο συγγραφέας παραδίδει και τον κόκκο της άμμου που γέννησε το μαργαριτάρι.
Η αποκάλυψη έγινε αυτόβουλα – κανείς δεν θα το μάθαινε, αν δεν μιλούσε εκείνος. Πράγμα που δείχνει ότι ήταν σχεδιασμένη, για να μας δώσει το κλειδί της δημιουργίας του. Μέσα από αυτή την αποκάλυψη το έργο του παίρνει άλλη μορφή - και ο συγγραφέας γίνεται και τραγικός ήρωας, που κουβαλάει μέσα του μία Ερινύα.
Είχα την τύχη και το προνόμιο να ακούσω τον Grass να διαβάζει σελίδες από το «Ντενεκεδένιο Ταμπούρλο» πριν εκδοθεί. Δεν θα ξεχάσω αυτή την εμπειρία: ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα αντιμέτωπος με την μεγαλοφυία στην γένεσή της. Την ίδια αίσθηση ένιωσα μετά από χρόνια όταν ο Ελύτης μου έστειλε δακτυλογραφημένα τα «Ελεγεία της Οξώπετρας».
Ο μέγας γέρων των Ευρωπαϊκών γραμμάτων απέρχεται με μία πράξη θάρρους και εντιμότητας. Ας παραμερίσει η Μικρότητα για να περάσει".
**************************************************************
Εικονογράφηση: Ο Grass εκτός από συγγραφέας είναι και εικαστικός καλλιτέχνης. (Άλλωστε σπούδασε γλυπτική). Οι βάτραχοί του είναι από το βιβλίο Unkenrufe (φωνές βατράχων – αλλά και δυσοίωνα σημάδια). Το άλλο χαρακτικό είναι από μία συλλογή με 13 σονέτα και 13 χαρακτικά: «Novemberland». Τέλος υπάρχει η αυτοπροσωπογραφία του και το κλασικό γράφημα από το αριστούργημά του, το «Τενεκεδένιο Ταμπούρλο» (Die Blechtrommel). Τι τραγικό να ξεκινήσεις την καριέρα σου με ένα αριστούργημα....
Σάββατο, Αυγούστου 26, 2006
Η πρώτη σας γνωριμία
Τον καιρό που ήμουνα στην διαφήμιση είχα δημιουργήσει μία ραδιοφωνική εκπομπή με τίτλο: «Η πρώτη σας γνωριμία».
Ζητούσαμε από το κοινό να περιγράψει σε ένα γράμμα τον τρόπο που γνώρισε τον ή την σύντροφό του (τωρινό ή παλιότερο). Αν η ιστορία ήταν ενδιαφέρουσα, οι τρεις συγγραφείς της εκπομπής αναλάμβαναν να την δραματοποιήσουν σε ένα ημίωρο θεατρικό σκετς. Το ζευγάρι που γνωριζόταν το έπαιζαν πάντα οι ίδιοι ηθοποιοί: ο Στέφανος Ληναίος και η Έλλη Φωτίου (ζευγάρι και στην ζωή) με την συμπαράσταση και άλλων, αν το απαιτούσε η υπόθεση. Αφηγητής ήταν ο Σταύρος Ξενίδης.
Οι αποστολείς ιστοριών που επιλέγαμε για μετάδοση, εκτός από αυτή τη διάκριση, έπαιρναν και ένα μικρό δώρο από την εταιρία απορρυπαντικών που πρόσφερε την εκπομπή (ήταν η Rolco-Βιανίλ).
Από όλα τα πράγματα που χάθηκαν με την καταστροφή του αρχείου της εταιρίας (φυλασσόταν σε ένα υπόγειο που το σάρωσε μία πλημμύρα) περισσότερο λυπάμαι για την απώλεια των επιστολών. Σκεπτόμουν πάντα να βγάλω μία επιλογή σε βιβλίο. Στα τρία χρόνια που συνεχιζόταν η εκπομπή, είχαμε πάρει μερικές χιλιάδες. Από όλα τα μέρη της Ελλάδας και από το εξωτερικό, γράμματα κάθε είδους: από μορφωμένους και αγράμματους, από χωριάτες και αστούς, ναυτικούς και καλλιτέχνες. Επώνυμα και ανώνυμα. Η εκπομπή είχε μεγάλη ακροαματικότητα και είναι χαρακτηριστικό πως πολλούς μήνες μετά το τέλος της παίρναμε ακόμα επιστολές με ιστορίες γνωριμίας.
Βέβαια ούτε το 10% δεν είχε κάτι ξεχωριστό που να αξίζει την δραματοποίηση. Ήταν όμως τόσες πολλές, που και το 10% έφτανε και περίσσευε. Στις υπόλοιπες υπήρχε αρκετή κοινοτοπία στην έκφραση, αλλά λιγότερη στην ουσία. Πολλές είχαν κοινά σημεία (γνωριστήκαμε σε ένα πάρτι, σε μία εκδρομή) όμως, όταν φτάναμε στις λεπτομέρειες, η κάθε μία έβγαινε διαφορετική.
Και φυσικά υπήρχαν οι λίγες, οι ξεχωριστές: είτε ιδιαίτερα πρωτότυπες, είτε τρυφερές και με αγνό συναίσθημα, είτε πολύ καλογραμμένες. Για τις πρωτότυπες έφτανες συχνά να αναρωτιέσαι αν ήταν πραγματικές ή κατασκευασμένες. Δεν είχε σημασία. Se non e vero, e ben trovato, λένε οι γείτονες Ιταλοί.
Τα θυμήθηκα όλα αυτά και αποφάσισα να σας ζητήσω να μου περιγράψετε την (ή μία) δική σας πρώτη γνωριμία, που νομίζετε πως αξίζει τον κόπο να δημοσιευθεί. Μην μου γράψετε μυθιστορήματα – το όριο των 300 λέξεων ισχύει πάντα (με τα πεντακόσια σαν εξαίρεση για πραγματικά εξαιρετικές περιπτώσεις).
Μην αφηγηθείτε την ιστορία όλης της σχέσης. Αρκεί ένα σύντομο, πρωτότυπο και χαριτωμένο στιγμιότυπο: από το πώς είδατε τον άλλο για πρώτη φορά, μέχρι το πώς φιληθήκατε ή κάνατε έρωτα.
Περιμένω!
Πέμπτη, Αυγούστου 24, 2006
Γιατί;
Ένα από τα βασικά και μόνιμα θέματα που προκύπτουν σε αυτό το blog (επανήλθε και χθες με τις πυρκαγιές) είναι το πρόβλημα της συλλογικής συμπεριφοράς των Ελλήνων.
Γιατί σε σχέση με άλλους λαούς εμείς οι Έλληνες δεν έχουμε αίσθηση κοινωνικής ευθύνης;
Γιατί δεν μας ενδιαφέρει τίποτα πέρα από το ατομικό μας συμφέρον;
Γιατί σχεδόν ποτέ δεν προσφέρουμε εθελοντική εργασία; (Το ξέσπασμα των Ολυμπιακών είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα).
Γιατί δεν νιώθουμε συλλογικά υπεύθυνοι για τα κοινά μας αγαθά: το περιβάλλον, το τοπίο, την παράδοση;
Γιατί δεν βρίσκονται αιμοδότες και δωρητές οργάνων;
Γιατί έχουμε γεμίσει την χώρα τσιμέντο, σκουπίδια και χωματερές;
Διαβάζοντας το blog του ovi – του Έλληνα από την Φινλανδία – δαγκώθηκα δέκα φορές.
Όπως δαγκώθηκα διαβάζοντας το απελπισμένο σχόλιο της Αλεξάνδρας στο προηγούμενο ποστ:
* Γιατί όσο μεγαλώνω θέλω να ζήσω σε άλλη χώρα;
* Γιατί τίποτα ποτέ δεν λειτουργεί;
* Γιατί οι πολίτες δεν αντιδρούν;
* Γιατί η βρωμιά και η παρακμή έχουν γίνει καθεστώς;
* Γιατί συνεχίζω να πληγώνομαι ενώ, ύστερα από τόσα χρόνια ζωής έπρεπε να έχω αναισθητοποιηθεί ώστε να μπορώ να ζω αδιάφορα, ήρεμα και ήσυχα, σαν καλοαναθρεμμένο ζώο;
Κι εγώ είχα γράψει κάποτε: «Πραγματικά θα ήθελα να ζω αλλού. Όμως θα επιθυμούσα αυτό το αλλού να είναι εδώ. Γι αυτό έδωσα την μάχη – να εντείνω και να καλλιεργήσω τα θετικά στοιχεία του Δυτικού (δηλαδή Ελληνικού) πολιτισμού στην χώρα μας». Ήθελα να συνδυάσω στη ζωή μας τα καλά της Δύσης με τις ευαισθησίες της Ανατολής.
Απέτυχα. Παταγωδώς. Τελικά αυτό που συνέβη είναι ότι συνδυάσουμε τα πιο αρνητικά στοιχεία της Δύσης με τα πιο αρνητικά της Ανατολής.
Τι φταίει και δεν δημιουργήθηκε ποτέ στην Ελλάδα μία υπεύθυνη κοινωνία πολιτών;
Είναι το ότι δεν γνωρίσαμε την αστική τάξη, που πρώτη διαχειρίστηκε τις αναδυόμενες πόλεις στο τέλος του Μεσαίωνα και δημιούργησε τους κανόνες και την ατμόσφαιρα της συμβίωσης και της συνεργασίας;
Γιατί με τόση επιμονή και προσήλωση καταστρέφουμε τη χώρα μας;
Δεν έχω ΤΗΝ απάντηση – έχω πολλές και μερικές. Ίσως όμως, μέσα στην συζήτηση, μου γεννηθούν καλύτερες.
Οι φωτογραφίες είναι από μια πανέμορφη πλαζ της Λευκάδας που λειτουργούσε (Ιούλιος 2004) και ως χωματερή.
Τετάρτη, Αυγούστου 23, 2006
Η φωτιά και η τούρτα
Το δάσος που λαχτάριζες
ώσπου να το περάσεις
τώρα ναν το ξεχάσεις
διαβάτη αποσπερνέ.
Μιαν αυγινή το κούρσεψαν
ανίδρωτοι λοτόμοι
κ' εκεί είναι τώρα δρόμοι
διαβάτη αποσπερνέ.
Αχ, Μιλτιάδη Μαλακάση, και δρόμοι θα γίνουν εκεί, και βίλες και πισίνες. Το μεγάλο δάσος της Κασσάνδρας χάθηκε!
Θυμήθηκα το ανέκδοτο: Δύο Θεσσαλονικείς πάνε στον Παράδεισο. «Ωραία είναι εδώ», λέει ο ένας. «μουσική, αγγελούδια, συννεφάκια...». «Ναι», τον κόβει ο άλλος – «αλλά σαν την Χαλκιδική, δεν είναι!».
Ο παράδεισος της Βόρειας Ελλάδα έγινε κόλαση.
Ποιος φταιει; Α εδώ τα πράγματα είναι εύκολα: Πρώτα οι «Εμπρηστές». Σκοτεινές μορφές που όλοι κάπου τους έχουν δει αλλά ποτέ δεν έχει συλληφθεί – ούτε ένας. Έτσι για δείγμα. Δεύτερον οι 1035 παράνομες χωματερές (αυτές αρκούν – δεν μας χρειάζονται εμπρηστές). Τρίτον η αμέλεια όλων μας.
Οι καταστροφικές πυρκαγιές είναι η μοίρα των μεσογειακών δασών – ιδιαίτερα όταν αποτελούνται από πεύκα. Φέτος κάηκε η μισή Ισπανία, πέρυσι η Γαλλία, πρόπερσι η Καλιφόρνια. Πρώτη σε ποσοστό εδάφους που καίγεται, η Πορτογαλία. Δεν είναι ούτε περίεργο ούτε τερατώδες που καίγονται και τα δικά μας.
Το θέμα για μένα είναι τι γίνεται μετά την πυρκαγιά. Στις άλλες χώρες τα δάση αναπλάθονται με φυσικό τρόπο. Εδώ, άσχετα με την αιτία της φωτιάς, οι αθάνατοι έλληνες ξύπνιοι επωφελούνται και αντί για δέντρα, φυτρώνουν βίλες...
Πάντως για μερικά χρόνια είτε ήμασταν τυχεροί, είτε καλύτερα οργανωμένοι – είχαμε γλιτώσει τις μεγάλες καταστροφές. Φέτος...
Άλλο θέμα βέβαια είναι η συμπεριφορά των αρμοδίων. Μου γράφει το Zizugataki:
Θα ήθελα να αναφερθώ στην στάση του κ. Ρουσσόπουλου ο οποίος από τότε που έγινε δεξί χέρι του Καραμανλή έχει ανέβει σε καλάμια εις την νιοστή. Ζούμε στην ίδια χώρα με τον κ. Ρουσσόπουλο ή είναι από άλλη χώρα, άλλο πλανήτη πιθανόν και από άλλο γαλαξία; Είναι δυνατόν με τέτοια έπαρση να δηλώνει ότι όλα λειτούργησαν τέλεια στον κρατικό μηχανισμό; Είναι τόσο αναίσθητος; Πέθαναν άνθρωποι, τραυματίστηκαν άνθρωποι, καταστράφηκε ένα πανέμορφο δάσος, κάηκαν ζώα, χάθηκαν περιουσίες, σπίτια, αυτοκίνητα, καταστήματα. Η εξουσία τον έκανε τόσο αναίσθητο; Μήπως αν καιγόταν το σπίτι του και κινδύνευαν τα παιδιά του θα το καταλάβαινε; ΄Η νομίζει ότι είναι στο απυρόβλητο της ζωής; Τόση αγραμματοσύνη πια; ΄Ελεος ας του δώσει κάποιος κανένα χαστούκι ή καμιά τούρτα στα μούτρα μπας και τσαλακωθεί λίγο το προφίλ του και συνέλθει.
Όλοι δε αυτοί οι υπουργοί, νομάρχες, βουλευτές που μαλώνουν για τις ψήφους τώρα που έρχονται εκλογές και μαλώνουν στις πλάτες του κόσμου που υποφέρει ουδόλως ενδιαφερόμενοι για το ‘καλό’ του. Πότε θα ξυπνήσουν οι Έλληνες και θα πάψουν να ενδιαφέρονται για το ημέτερο συμφέρον και να νοιάζονται λίγο για το οξυγόνο που δεν θα έχουν να αναπνεύσουν τα παιδιά τους; Όλοι θέλουν και σπίτια και εξοχικά ένα για κάθε παιδί, πιθανόν και για κάθε εγγόνι. Τι χώρα όμως θα τους αφήσουν; Τι να το κάνουν το σπίτι όταν δεν θα έχουν οξυγόνο; Τι να τα κάνουν τα σπίτια όταν θα εξαλειφθούν τα δέντρα; Και τέλος πάντων, όλοι τρία μέτρα γης θα κληρονομήσουμε και όχι και για πάντα, για μερικά χρόνια. Τώρα δε με την καύση - μόνο μια φοντανιέρα στάχτης.
Πράγματι, μία μαλακιά τούρτα στο ατσαλάκωτο προφίλ του Ρουσσόπουλου, θα ήταν ό,τι πρέπει. Πως αυτός ο άνθρωπος, τόσα χρόνια ευφυής, ευγενής, συμπαθής μεταμορφώθηκε σε αυτό το ψυχρό, υπεροπτικό και αντιπαθέστατο υποκείμενο; Ίσως το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα του πως η εξουσία διαβρώνει, διαφθείρει και μεταλλάσσει ένα άτομο.
ώσπου να το περάσεις
τώρα ναν το ξεχάσεις
διαβάτη αποσπερνέ.
Μιαν αυγινή το κούρσεψαν
ανίδρωτοι λοτόμοι
κ' εκεί είναι τώρα δρόμοι
διαβάτη αποσπερνέ.
Αχ, Μιλτιάδη Μαλακάση, και δρόμοι θα γίνουν εκεί, και βίλες και πισίνες. Το μεγάλο δάσος της Κασσάνδρας χάθηκε!
Θυμήθηκα το ανέκδοτο: Δύο Θεσσαλονικείς πάνε στον Παράδεισο. «Ωραία είναι εδώ», λέει ο ένας. «μουσική, αγγελούδια, συννεφάκια...». «Ναι», τον κόβει ο άλλος – «αλλά σαν την Χαλκιδική, δεν είναι!».
Ο παράδεισος της Βόρειας Ελλάδα έγινε κόλαση.
Ποιος φταιει; Α εδώ τα πράγματα είναι εύκολα: Πρώτα οι «Εμπρηστές». Σκοτεινές μορφές που όλοι κάπου τους έχουν δει αλλά ποτέ δεν έχει συλληφθεί – ούτε ένας. Έτσι για δείγμα. Δεύτερον οι 1035 παράνομες χωματερές (αυτές αρκούν – δεν μας χρειάζονται εμπρηστές). Τρίτον η αμέλεια όλων μας.
Οι καταστροφικές πυρκαγιές είναι η μοίρα των μεσογειακών δασών – ιδιαίτερα όταν αποτελούνται από πεύκα. Φέτος κάηκε η μισή Ισπανία, πέρυσι η Γαλλία, πρόπερσι η Καλιφόρνια. Πρώτη σε ποσοστό εδάφους που καίγεται, η Πορτογαλία. Δεν είναι ούτε περίεργο ούτε τερατώδες που καίγονται και τα δικά μας.
Το θέμα για μένα είναι τι γίνεται μετά την πυρκαγιά. Στις άλλες χώρες τα δάση αναπλάθονται με φυσικό τρόπο. Εδώ, άσχετα με την αιτία της φωτιάς, οι αθάνατοι έλληνες ξύπνιοι επωφελούνται και αντί για δέντρα, φυτρώνουν βίλες...
Πάντως για μερικά χρόνια είτε ήμασταν τυχεροί, είτε καλύτερα οργανωμένοι – είχαμε γλιτώσει τις μεγάλες καταστροφές. Φέτος...
Άλλο θέμα βέβαια είναι η συμπεριφορά των αρμοδίων. Μου γράφει το Zizugataki:
Θα ήθελα να αναφερθώ στην στάση του κ. Ρουσσόπουλου ο οποίος από τότε που έγινε δεξί χέρι του Καραμανλή έχει ανέβει σε καλάμια εις την νιοστή. Ζούμε στην ίδια χώρα με τον κ. Ρουσσόπουλο ή είναι από άλλη χώρα, άλλο πλανήτη πιθανόν και από άλλο γαλαξία; Είναι δυνατόν με τέτοια έπαρση να δηλώνει ότι όλα λειτούργησαν τέλεια στον κρατικό μηχανισμό; Είναι τόσο αναίσθητος; Πέθαναν άνθρωποι, τραυματίστηκαν άνθρωποι, καταστράφηκε ένα πανέμορφο δάσος, κάηκαν ζώα, χάθηκαν περιουσίες, σπίτια, αυτοκίνητα, καταστήματα. Η εξουσία τον έκανε τόσο αναίσθητο; Μήπως αν καιγόταν το σπίτι του και κινδύνευαν τα παιδιά του θα το καταλάβαινε; ΄Η νομίζει ότι είναι στο απυρόβλητο της ζωής; Τόση αγραμματοσύνη πια; ΄Ελεος ας του δώσει κάποιος κανένα χαστούκι ή καμιά τούρτα στα μούτρα μπας και τσαλακωθεί λίγο το προφίλ του και συνέλθει.
Όλοι δε αυτοί οι υπουργοί, νομάρχες, βουλευτές που μαλώνουν για τις ψήφους τώρα που έρχονται εκλογές και μαλώνουν στις πλάτες του κόσμου που υποφέρει ουδόλως ενδιαφερόμενοι για το ‘καλό’ του. Πότε θα ξυπνήσουν οι Έλληνες και θα πάψουν να ενδιαφέρονται για το ημέτερο συμφέρον και να νοιάζονται λίγο για το οξυγόνο που δεν θα έχουν να αναπνεύσουν τα παιδιά τους; Όλοι θέλουν και σπίτια και εξοχικά ένα για κάθε παιδί, πιθανόν και για κάθε εγγόνι. Τι χώρα όμως θα τους αφήσουν; Τι να το κάνουν το σπίτι όταν δεν θα έχουν οξυγόνο; Τι να τα κάνουν τα σπίτια όταν θα εξαλειφθούν τα δέντρα; Και τέλος πάντων, όλοι τρία μέτρα γης θα κληρονομήσουμε και όχι και για πάντα, για μερικά χρόνια. Τώρα δε με την καύση - μόνο μια φοντανιέρα στάχτης.
Πράγματι, μία μαλακιά τούρτα στο ατσαλάκωτο προφίλ του Ρουσσόπουλου, θα ήταν ό,τι πρέπει. Πως αυτός ο άνθρωπος, τόσα χρόνια ευφυής, ευγενής, συμπαθής μεταμορφώθηκε σε αυτό το ψυχρό, υπεροπτικό και αντιπαθέστατο υποκείμενο; Ίσως το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα του πως η εξουσία διαβρώνει, διαφθείρει και μεταλλάσσει ένα άτομο.
Κυριακή, Αυγούστου 20, 2006
Μπορώ μόνη μου. Μπορώ!
Γράφει η Lili
Καθόταν και κοίταζε τα παιδιά που παίζανε στο προαύλιο με ένα χαμόγελο μέχρι τα’ αυτιά. Ακούγονταν φωνές, γέλια, ένα σποραδικό κλάμα, μια διαμαρτυρία. Το προαύλιο, προστατευμένο απο τους έξω θορύβους έμοιαζε μελίσσι που ζουζούνιζε κάτω απο τον ζεστό ήλιο.
Η Αννούλα, χλωμή, καθισμένη στο σκαλάκι, όπως κάθε μεσημέρι παρακολουθούσε.
Μόνο.
Ήξερε πια πως μέσα της είχε κάτι χαλασμένο που δεν δούλευε όπως των άλλων παιδιών, αν έτρεχε δεν θα μπορούσε να αναπνεύσει και θα έπρεπε να πάει πάλι στο νοσοκομείο όπου την τρυπάνε συνέχεια. Όπως την τελευταία φορά. Μπορεί να ήταν μικρή, αλλά τις βελόνες δεν θα τις ξεχνούσε ποτέ...
Κοίταζε λοιπόν και είχε μάθει να χαίρεται μέσα απο το τρέξιμο των παιδιών.
Δεν είχε φίλους η Αννούλα, γιατι ήταν περίεργη. Σαν Πικατσού, σαν gremlin..
Ήταν λίγο χοντρή από τα πολλά φάρμακα, στραβοχυμένη για τα 6 χρόνια της, είχε χοντρά γυαλιά που μπορεί να έσπαγαν και με λίγα λόγια, δεν μπορούσε να συμμετάσχει σε όλα αυτά που δημιουργούσαν τις στιγμιαίες παιδικές φιλίες.
«Δεν μ' αγαπάνε τα παιδιά» έλεγε το βράδυ στον μπαμπά της, την ωρα του μπάνιου και κείνος αφηρημένος απαντούσε «σώπα μωρέ τι ανάγκη έχεις εσύ? Παιδιά είστε» και έτσι η Αννούλα σώπαινε…
Και κοίταζε.
Ένα απόγευμα η Αννούλα πήρε από μια μακρινή θεια ένα μεγάλο πακέτο καραμέλες ,μια παρηγοριά που δεν είχε λάβει πρόσκληση για το πάρτι της Κατερίνας, όπου θα υπήρχαν μπαλόνια και θα υπήρχε και κλόουν.
Τα μάτια της γεμάτα λαχταρά γυάλισαν, φέρνοντας μεγαλύτερη αντίθεση στην χλομάδα του προσώπου της...
«Μαμά, να τις πάρω στο σχολείο αύριο?»
Το βράδυ σηκώθηκε και πασπάτεψε τουλάχιστον 5 φορές την τσάντα της με τα αδύναμα χεράκια της για να σιγουρευτεί ότι οι καραμέλες ήταν στην θέση τους.
Ξάπλωσε χαμογελαστή και αποκοιμήθηκε.
Το επόμενο πρωί, στο διάλειμμα έβγαλε το μεγάλο σακούλι με τις καραμέλες και κάθισε στο πεζουλάκι της.
Σιγά σιγά άρχισαν να την πλησιάζουν τα παιδιά και να κάθονται δίπλα της.
Η καρδιά της χτυπούσε στο στήθος της .
Ένα τρελό χαμόγελο κοσμούσε τα χείλη της.
«Θα μου δώσεις;» λέγανε και η Αννούλα άνοιγε το σακούλι και έδινε αργά αργά τα χρυσά κουφέτα. Αργά για να κρατήσει περισσότερο η στιγμή, αργά για να δοθεί η σωστή σημασία στην ιεροτελεστία. Το μισό προαύλιο ήταν γύρω της, το μελίσσι γύρω από την βασίλισσα του, και το αστραφτερό- αν και κουτσό-χαμόγελο έδωσε λίγο χρώμα στα μάγουλα κάτω από τα χοντρά γυαλιά...
Και μετά, συνέβη.
Η άλλη Άννα, αυτή που πάντα τις τράβαγε τις κοτσίδες και την κορόιδευε γιατι είχε παλιά ρούχα, πλησίασε με τις φίλες της. Η Άννα που ήταν τόσο όμορφη που μια φορά η Αννούλα της άγγιξε φευγαλέα τα ολόξανθα μαλλιά της που μύριζαν φράουλα και τσιχλόφουσκα. Η Άννα που είχε πάντα τις πιο ωραίες κούκλες, τα πιο λαμπερά αυτοκόλλητα, η Άννα που είχε τα πάντα, ακόμα και το όνομα της. Και αυτό την Αννούλα την ευχαριστούσε.
Την Αννα από την άλλη, καθόλου.
Από την πρώτη μέρα που συστήθηκε στην τάξη ήταν σαν να κηρύχτηκε πόλεμος.
Άνισος πόλεμος.
«Θα μου δώσεις καραμέλα?» την ρώτησε με ύφος …
Το χεράκι μπήκε στην σακούλα και με ένα χαμόγελο, αποκρίθηκε: «Θα είσαι φίλη μου?»
«Φυσικά!» απάντησε το ροζ στοματάκι με τα πανάκριβα σιδεράκια με ροζ ασορτί λαστιχάκια.
Η Αννούλα έβγαλε 3 καραμέλες, μια για την Αννα, και δυο για τις φίλες της. Άπλωσε το χέρι και παρακολούθησε με ευχαρίστηση όπως ανοίγανε με ανυπομονησία τα χρυσά χαρτιά και πετάγανε αδηφάγα την μαλακή καραμέλα στο στόμα.
Το μάγουλο φούσκωνε, χαμόγελα.
Η Αννα την κοίταξε, χαμογέλασε και της πέταξε το χαρτί στα μούτρα γελώντας.
«Μα είπες ότι θα ήσουν φίλη μου» είπε με παράπονο η μικρή. Η Αννα έφυγε γελώντας. Και μαζί της άρχισαν να γελάνε και όλα τα αλλά παιδιά με τις καραμέλες στο στόμα.
Η μαγεία είχε σπάσει.
Η σακούλα με τις καραμέλες ήταν πια μόνο μια σακούλα καραμέλες. Mια σπασμένη υπόσχεση,…η καρδιά της βούλιαξε.
Άρχισε να βαριανασαίνει και το πρόσωπο της παραμορφώθηκε από θυμό. Άρχισε να τραυλίζει και να φωνάζει: «σταματήστε!» «σταματήστε!» αλλά η φωνή της ήταν κρώξιμο παραφωνίας.
Θύμωσε. «Γιατι γελάνε; Γιατι με κοροϊδεύουν;» Τα γέλια διέκοψε μια φωνή: «Κοιτάτε, κατουρήθηκε!!»
Η κύρια Ελένη, η δασκάλα, είδε τα παιδιά σε κύκλο να γελάνε και σταμάτησε την κουβέντα που είχε με την Κα Σωτηρία, την γυναίκα του επιστάτη. Πλησίασε προς τα σκαλί του προαυλίου και άρχισε να τρέχει όταν μέσα στα γέλια διέκρινε γνώριμες άναρθρες κραυγές που έκαναν την καρδιά της να σφιχτεί.
Πλησιάζοντας είδε την Αννούλα ξεμαλλιασμένη, με μάτια τρομαγμένου ζώου, περικυκλωμένη από παιδιά που κοροϊδεύανε και την σπρώχνανε, γελούσαν δυνατά.
Έτρεξε να σπάσει τον κύκλο, να την σώσει, όταν το πρησμένο, πληγωμένο παιδί την κοίταξε άγρια στα μάτια και φώναξε:
«Φύγε!»
Έμεινε να την κοιτάει αποσβολωμένη.
Το μικρό παιδί παγιδευμένο στο σώμα του, παγιδευμένο και εκτός, πολεμούσε με την αναπνοή του και με τα αισθήματα του ενώ δάκρυα τρέχανε και μουσκεύανε το πρόσωπό του.
Πώς να την σώσει από την ζωή της?
Έμεινε πετρωμένη να δαγκώνει τα χέρια της ενώ λίγα μέτρα πιο κει κειτόταν στο πάτωμα, αγνοημένη, ξεχασμένη η σακούλα με τα πολύχρωμα χρυσόχαρτα και τις καραμέλες.
Το βράδυ, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της η Κύρια Ελένη έκλαιγε όταν άνοιξε η πόρτα και μια μικρή ασπροφορεμένη μορφή μπήκε στο δωμάτιο.
«Μαμά, κλαις?»
Η Κυρία Ελένη χαμογέλασε βεβιασμένα και σκούπισε τα δάκρυα της.
Ανασηκώθηκε .
«Λίγο, ματάκια μου»
Το κορμάκι σκαρφάλωσε με κόπο στο κρεβάτι και χώθηκε στην αγκαλιά της μάνας του.
Η κυρία Ελένη το έσφιξε πάνω της.
«Γιατι κλαις μαμά?»
«Από ευτυχία μωρό μου. Γιατι είσαι το πιο όμορφο δυνατό κοριτσάκι που ξέρω.»
Το κουρασμένο προσωπάκι ανασήκωσε το βλέμμα του και την κοίταξε. Όπως την έλουζε το φεγγαροφώς, έδειχνε ακόμα πιο χλωμή, σαν αγγελάκι, σχεδόν όμορφη...
«Συγγνώμη μαμά. Νόμιζα ότι με τις καραμέλες θα με αγαπούσαν . Αλλά οι καραμέλες τους θύμωσαν, τελικά.»
Η κυρα Λένη, έσφιξε αμίλητη το κορμάκι που αφηνόταν στα χέρια της και ενώ το παιδί της αποκοιμιόταν, κοίταξε με απόγνωση προς το φεγγάρι μπροστά στην σκληρή αλήθεια που την χτύπησε σαν χαστούκι μέσα στην απλότητα της...
Ένα φεγγάρι που το ένιωσε για λίγο σαν μάνα έσκυβε πάνω από την κοιμισμένη πόλη, πάνω της και αναστέναξε. Η ζωή ήταν σκληρή, και σήμερα είχε δώσει και στις δυο τους ένα μάθημα.
Θα υπήρχαν κι άλλα. Αυτή ήταν η ζωή.
Σκέφτηκε ότι σε άλλες χώρες, παιδιά πολεμούν με όπλα αντί για κούκλες, σε άλλες χώρες μανάδες βλέπουν τα παιδιά τους να σβήνουν από πείνα. Σήμερα, αυτήν την στιγμή, σε αντίθεση με την δική τους αγκαλιά που ήταν νανουριστική, μια μάνα κρατάει το παιδί της που ξεψυχάει.
Έδιωξε μακριά αυτήν την εικόνα από το μυαλό της και ξανακοίταξε το φεγγάρι.
Σε σύγκριση, το σημερινό δεν ήταν τίποτα.
Αυτή ήταν η ζωή τους.
Παραδόθηκε στην γνώση ότι δεν μπορούσε να κάνει και πολλά, ήταν μάχες που έπρεπε να δώσει το παιδί της και ότι μπορούσε μόνο να είναι εκεί , ανήμπορη να καλυτερεύσει το παραμικρό, παρά μόνο να είναι ο βράχος και το λιμάνι για να κουρνιάσει αποκαμωμένη η μικρή της, μετά από κάθε καταιγίδα.
Κατάπιε τα δάκρυα της και κοίταξε το παιδί της με περηφάνια. Φίλησε το κεφαλάκι, έγειρε στο πλάι και αποκοιμηθήκανε αγκαλιά ενώ ο αέρας φύσαγε την κουρτίνα και αποκάλυπτε έναν έναστρο ουρανό.
Σήμερα, ήταν μια δύσκολη μέρα.
Αφιερωμένο σε όλα τα παιδιά που υποφέρουν από την βλακεία των πολλών αλλά ειδικότερα, αφιερωμένο στον Σωκράτη που παλεύει με χημειοθεραπεία, στο παιδί Νικήτα για την απίστευτη καρδιά του, στην παιδί Νικόλ, στον Κωνσταντίνο, στο παιδί Μαλβίνα, ,στον Ιάσονα και στις μανάδες τους …(και ενίοτε στους πατεράδες τους,… αν είναι ακόμα εκεί)
Καθόταν και κοίταζε τα παιδιά που παίζανε στο προαύλιο με ένα χαμόγελο μέχρι τα’ αυτιά. Ακούγονταν φωνές, γέλια, ένα σποραδικό κλάμα, μια διαμαρτυρία. Το προαύλιο, προστατευμένο απο τους έξω θορύβους έμοιαζε μελίσσι που ζουζούνιζε κάτω απο τον ζεστό ήλιο.
Η Αννούλα, χλωμή, καθισμένη στο σκαλάκι, όπως κάθε μεσημέρι παρακολουθούσε.
Μόνο.
Ήξερε πια πως μέσα της είχε κάτι χαλασμένο που δεν δούλευε όπως των άλλων παιδιών, αν έτρεχε δεν θα μπορούσε να αναπνεύσει και θα έπρεπε να πάει πάλι στο νοσοκομείο όπου την τρυπάνε συνέχεια. Όπως την τελευταία φορά. Μπορεί να ήταν μικρή, αλλά τις βελόνες δεν θα τις ξεχνούσε ποτέ...
Κοίταζε λοιπόν και είχε μάθει να χαίρεται μέσα απο το τρέξιμο των παιδιών.
Δεν είχε φίλους η Αννούλα, γιατι ήταν περίεργη. Σαν Πικατσού, σαν gremlin..
Ήταν λίγο χοντρή από τα πολλά φάρμακα, στραβοχυμένη για τα 6 χρόνια της, είχε χοντρά γυαλιά που μπορεί να έσπαγαν και με λίγα λόγια, δεν μπορούσε να συμμετάσχει σε όλα αυτά που δημιουργούσαν τις στιγμιαίες παιδικές φιλίες.
«Δεν μ' αγαπάνε τα παιδιά» έλεγε το βράδυ στον μπαμπά της, την ωρα του μπάνιου και κείνος αφηρημένος απαντούσε «σώπα μωρέ τι ανάγκη έχεις εσύ? Παιδιά είστε» και έτσι η Αννούλα σώπαινε…
Και κοίταζε.
Ένα απόγευμα η Αννούλα πήρε από μια μακρινή θεια ένα μεγάλο πακέτο καραμέλες ,μια παρηγοριά που δεν είχε λάβει πρόσκληση για το πάρτι της Κατερίνας, όπου θα υπήρχαν μπαλόνια και θα υπήρχε και κλόουν.
Τα μάτια της γεμάτα λαχταρά γυάλισαν, φέρνοντας μεγαλύτερη αντίθεση στην χλομάδα του προσώπου της...
«Μαμά, να τις πάρω στο σχολείο αύριο?»
Το βράδυ σηκώθηκε και πασπάτεψε τουλάχιστον 5 φορές την τσάντα της με τα αδύναμα χεράκια της για να σιγουρευτεί ότι οι καραμέλες ήταν στην θέση τους.
Ξάπλωσε χαμογελαστή και αποκοιμήθηκε.
Το επόμενο πρωί, στο διάλειμμα έβγαλε το μεγάλο σακούλι με τις καραμέλες και κάθισε στο πεζουλάκι της.
Σιγά σιγά άρχισαν να την πλησιάζουν τα παιδιά και να κάθονται δίπλα της.
Η καρδιά της χτυπούσε στο στήθος της .
Ένα τρελό χαμόγελο κοσμούσε τα χείλη της.
«Θα μου δώσεις;» λέγανε και η Αννούλα άνοιγε το σακούλι και έδινε αργά αργά τα χρυσά κουφέτα. Αργά για να κρατήσει περισσότερο η στιγμή, αργά για να δοθεί η σωστή σημασία στην ιεροτελεστία. Το μισό προαύλιο ήταν γύρω της, το μελίσσι γύρω από την βασίλισσα του, και το αστραφτερό- αν και κουτσό-χαμόγελο έδωσε λίγο χρώμα στα μάγουλα κάτω από τα χοντρά γυαλιά...
Και μετά, συνέβη.
Η άλλη Άννα, αυτή που πάντα τις τράβαγε τις κοτσίδες και την κορόιδευε γιατι είχε παλιά ρούχα, πλησίασε με τις φίλες της. Η Άννα που ήταν τόσο όμορφη που μια φορά η Αννούλα της άγγιξε φευγαλέα τα ολόξανθα μαλλιά της που μύριζαν φράουλα και τσιχλόφουσκα. Η Άννα που είχε πάντα τις πιο ωραίες κούκλες, τα πιο λαμπερά αυτοκόλλητα, η Άννα που είχε τα πάντα, ακόμα και το όνομα της. Και αυτό την Αννούλα την ευχαριστούσε.
Την Αννα από την άλλη, καθόλου.
Από την πρώτη μέρα που συστήθηκε στην τάξη ήταν σαν να κηρύχτηκε πόλεμος.
Άνισος πόλεμος.
«Θα μου δώσεις καραμέλα?» την ρώτησε με ύφος …
Το χεράκι μπήκε στην σακούλα και με ένα χαμόγελο, αποκρίθηκε: «Θα είσαι φίλη μου?»
«Φυσικά!» απάντησε το ροζ στοματάκι με τα πανάκριβα σιδεράκια με ροζ ασορτί λαστιχάκια.
Η Αννούλα έβγαλε 3 καραμέλες, μια για την Αννα, και δυο για τις φίλες της. Άπλωσε το χέρι και παρακολούθησε με ευχαρίστηση όπως ανοίγανε με ανυπομονησία τα χρυσά χαρτιά και πετάγανε αδηφάγα την μαλακή καραμέλα στο στόμα.
Το μάγουλο φούσκωνε, χαμόγελα.
Η Αννα την κοίταξε, χαμογέλασε και της πέταξε το χαρτί στα μούτρα γελώντας.
«Μα είπες ότι θα ήσουν φίλη μου» είπε με παράπονο η μικρή. Η Αννα έφυγε γελώντας. Και μαζί της άρχισαν να γελάνε και όλα τα αλλά παιδιά με τις καραμέλες στο στόμα.
Η μαγεία είχε σπάσει.
Η σακούλα με τις καραμέλες ήταν πια μόνο μια σακούλα καραμέλες. Mια σπασμένη υπόσχεση,…η καρδιά της βούλιαξε.
Άρχισε να βαριανασαίνει και το πρόσωπο της παραμορφώθηκε από θυμό. Άρχισε να τραυλίζει και να φωνάζει: «σταματήστε!» «σταματήστε!» αλλά η φωνή της ήταν κρώξιμο παραφωνίας.
Θύμωσε. «Γιατι γελάνε; Γιατι με κοροϊδεύουν;» Τα γέλια διέκοψε μια φωνή: «Κοιτάτε, κατουρήθηκε!!»
Η κύρια Ελένη, η δασκάλα, είδε τα παιδιά σε κύκλο να γελάνε και σταμάτησε την κουβέντα που είχε με την Κα Σωτηρία, την γυναίκα του επιστάτη. Πλησίασε προς τα σκαλί του προαυλίου και άρχισε να τρέχει όταν μέσα στα γέλια διέκρινε γνώριμες άναρθρες κραυγές που έκαναν την καρδιά της να σφιχτεί.
Πλησιάζοντας είδε την Αννούλα ξεμαλλιασμένη, με μάτια τρομαγμένου ζώου, περικυκλωμένη από παιδιά που κοροϊδεύανε και την σπρώχνανε, γελούσαν δυνατά.
Έτρεξε να σπάσει τον κύκλο, να την σώσει, όταν το πρησμένο, πληγωμένο παιδί την κοίταξε άγρια στα μάτια και φώναξε:
«Φύγε!»
Έμεινε να την κοιτάει αποσβολωμένη.
Το μικρό παιδί παγιδευμένο στο σώμα του, παγιδευμένο και εκτός, πολεμούσε με την αναπνοή του και με τα αισθήματα του ενώ δάκρυα τρέχανε και μουσκεύανε το πρόσωπό του.
Πώς να την σώσει από την ζωή της?
Έμεινε πετρωμένη να δαγκώνει τα χέρια της ενώ λίγα μέτρα πιο κει κειτόταν στο πάτωμα, αγνοημένη, ξεχασμένη η σακούλα με τα πολύχρωμα χρυσόχαρτα και τις καραμέλες.
Το βράδυ, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της η Κύρια Ελένη έκλαιγε όταν άνοιξε η πόρτα και μια μικρή ασπροφορεμένη μορφή μπήκε στο δωμάτιο.
«Μαμά, κλαις?»
Η Κυρία Ελένη χαμογέλασε βεβιασμένα και σκούπισε τα δάκρυα της.
Ανασηκώθηκε .
«Λίγο, ματάκια μου»
Το κορμάκι σκαρφάλωσε με κόπο στο κρεβάτι και χώθηκε στην αγκαλιά της μάνας του.
Η κυρία Ελένη το έσφιξε πάνω της.
«Γιατι κλαις μαμά?»
«Από ευτυχία μωρό μου. Γιατι είσαι το πιο όμορφο δυνατό κοριτσάκι που ξέρω.»
Το κουρασμένο προσωπάκι ανασήκωσε το βλέμμα του και την κοίταξε. Όπως την έλουζε το φεγγαροφώς, έδειχνε ακόμα πιο χλωμή, σαν αγγελάκι, σχεδόν όμορφη...
«Συγγνώμη μαμά. Νόμιζα ότι με τις καραμέλες θα με αγαπούσαν . Αλλά οι καραμέλες τους θύμωσαν, τελικά.»
Η κυρα Λένη, έσφιξε αμίλητη το κορμάκι που αφηνόταν στα χέρια της και ενώ το παιδί της αποκοιμιόταν, κοίταξε με απόγνωση προς το φεγγάρι μπροστά στην σκληρή αλήθεια που την χτύπησε σαν χαστούκι μέσα στην απλότητα της...
Ένα φεγγάρι που το ένιωσε για λίγο σαν μάνα έσκυβε πάνω από την κοιμισμένη πόλη, πάνω της και αναστέναξε. Η ζωή ήταν σκληρή, και σήμερα είχε δώσει και στις δυο τους ένα μάθημα.
Θα υπήρχαν κι άλλα. Αυτή ήταν η ζωή.
Σκέφτηκε ότι σε άλλες χώρες, παιδιά πολεμούν με όπλα αντί για κούκλες, σε άλλες χώρες μανάδες βλέπουν τα παιδιά τους να σβήνουν από πείνα. Σήμερα, αυτήν την στιγμή, σε αντίθεση με την δική τους αγκαλιά που ήταν νανουριστική, μια μάνα κρατάει το παιδί της που ξεψυχάει.
Έδιωξε μακριά αυτήν την εικόνα από το μυαλό της και ξανακοίταξε το φεγγάρι.
Σε σύγκριση, το σημερινό δεν ήταν τίποτα.
Αυτή ήταν η ζωή τους.
Παραδόθηκε στην γνώση ότι δεν μπορούσε να κάνει και πολλά, ήταν μάχες που έπρεπε να δώσει το παιδί της και ότι μπορούσε μόνο να είναι εκεί , ανήμπορη να καλυτερεύσει το παραμικρό, παρά μόνο να είναι ο βράχος και το λιμάνι για να κουρνιάσει αποκαμωμένη η μικρή της, μετά από κάθε καταιγίδα.
Κατάπιε τα δάκρυα της και κοίταξε το παιδί της με περηφάνια. Φίλησε το κεφαλάκι, έγειρε στο πλάι και αποκοιμηθήκανε αγκαλιά ενώ ο αέρας φύσαγε την κουρτίνα και αποκάλυπτε έναν έναστρο ουρανό.
Σήμερα, ήταν μια δύσκολη μέρα.
Αφιερωμένο σε όλα τα παιδιά που υποφέρουν από την βλακεία των πολλών αλλά ειδικότερα, αφιερωμένο στον Σωκράτη που παλεύει με χημειοθεραπεία, στο παιδί Νικήτα για την απίστευτη καρδιά του, στην παιδί Νικόλ, στον Κωνσταντίνο, στο παιδί Μαλβίνα, ,στον Ιάσονα και στις μανάδες τους …(και ενίοτε στους πατεράδες τους,… αν είναι ακόμα εκεί)
Παρασκευή, Αυγούστου 18, 2006
One Night in Athens
To TIME Magazine (τεύχος 21.8.06 - κυκλοφορεί) δημοσιεύει στην σειρά των ταξιδιωτικών του άρθρων (TIME Global Adviser) τρεις προτάσεις για μία Αθηναϊκή βραδιά.
"Έχετε μία βραδιά διαθέσιμη στην πρωτεύουσα της Ελλάδας. Τρεις ειδικοί - people in the know - σας λένε πως να την χαρείτε σωστά".
Τώρα πώς βρέθηκα εγώ ειδικός στα νυχτοπερπατήματα, που συνήθως κοιμάμαι από τις 11... Αλλά το TIME με ξέρει από άλλα πράγματα - και με θυμήθηκε.
Οι προτάσεις:
H Ανθή Καρασάββα, ανταποκρίτρια του ΤΙΜΕ στην Αθήνα, προτείνει: βόλτα στην Πλάκα, παράσταση στο Ηρώδειο, δείπνο στο «Βαρούλκο» και χοροπηδητό στον «Βαλτάσαρ».
Ο Φώτης Καραγιαννόπουλος, δικηγόρος, ξεκινάει με Μαρτίνι στο Galaxy Bar του Hilton, για τη θέα, συνεχίζει με μία παράσταση κλασικού φιλμ στο σινεμά «Παναθήναια» (με άρωμα γιασεμιού) και καταλήγει στο μπαλκόνι του ρεστοράν «Αττικός» για σοφρίτο. Ύστερα μία βόλτα στο Γκάζι για κλάμπινγκ – κι αν τύχει να κάνετε μία καλή γνωριμία προτείνει μικρή εκδρομή στο μοναστήρι της Καισαριανής, για ανεμπόδιστο Αττικό ουρανό.
Η δική μου πρόταση είναι να πάρει ο ξένος το (αργό αλλά ηδονικό) Τραμ από το Σύνταγμα και να κατέβει προς τη θάλασσα. Ανάλογα με την διάθεσή του επιλέγει: αριστερά τα θορυβώδη Κέντρα της Παραλίας, ή (αυτό που προτείνω) δεξιά. Κατεβαίνοντας στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, περπατάει ως το Μικρολίμανο και απολαμβάνει ψάρι και σαλάτες στον «Δουράμπεη».
Εσείς τι θα προτείνατε στον ξένο της μίας βραδιάς; Αν δεν είστε Αθηναίος/α – τι, από την δική σας πόλη;
Τετάρτη, Αυγούστου 16, 2006
New kid in town
Νέα από το γατοκομείο των Κιούρκων
(Γατοκομείο: σύνθετος νεολογισμός. Παραπέμπει σε τρελοκομείο (τα μικρά), νοσοκομείο (τα άρρωστα), γηροκομείο (τα γέρικα).
Έχουμε νέα γενεά γατάκια. Παιδιά του Φουντοτάκι και του Άσπρου και εγγόνια του Ντονάκι.
Είναι τόσο άγρια, που δεν πλησιάζονται ούτε στα είκοσι μέτρα. Για να φωτογραφίσω το ένα πίσω από τα κάγκελα, αναγκάστηκα να χρησιμοποιήσω φακό ζουμ 12Χ με σταθεροποιητή.
Προφανώς ο εικονιζόμενος επονομάστηκε Αδόλφος. Αλλά μπορεί να είναι και Αδολφίνα.
Εκτός από αυτόν, στις φωτογραφίες βλέπετε την γιαγιά μέσα σε ψάθινο καλάθι, σκηνή γεύματος επί του barbecue όπου τρώει η μαμά με την αδελφή της, ενώ ο κατά τα άλλα άγριος και τρομοκρατικός πατέρας περιμένει υπομονετικά την σειρά του και τέλος τον μόνιμο κάτοικου του σπιτιού (και ουσιαστικά αφέντη του) τον κύριο Emmerich Kalman ενώ ετοιμάζεται να πηδήξει.
(Γιατί Έμμεριχ Κάλμαν; Διότι, όταν εμφανίστηκε στην αρχή – από άλλη γενιά αυτός, και μόνος επιζών – ήταν το πιο ήμερο γατάκι και η σύντροφός μου το βάφτισε «Κάλμα». Έλα όμως που βγήκε αρσενικός και «Ο» Κάλμα ήταν παράταιρο. Τότε θυμήθηκα εγώ έναν αγαπημένο συνθέτη της μητέρας μου. Ίσως έχετε ακούσει για την «Πριγκίπισσα της Τσάρντας» και την «Κοντέσα Μαρίτσα»...).
Δυστυχώς ο Κάλμαν – σύμφωνος με το αρχικό του όνομα – είναι ειρηνιστής και οπαδός της μη βίας. Έτσι, μόλις βγει από το σπίτι, τις τρώει άγρια από τον Άσπρο.
Το αποφεύγει λοιπόν, όσο γίνεται. Σπιτόγατος.
Όσο για τον μικρό Αδόλφο, αυτός κοιτάει από μακριά. Ξέρει ότι οι ταΐστρες είναι πάντα γεμάτες. Ακόμα όμως δεν έχει μάθει ποιος τις γεμίζει...
Τρίτη, Αυγούστου 15, 2006
Χρόνια Πολλά!
Χρόνια Πολλά Μαρία-Φωτεινή!
Χρόνια πολλά σε αυτό το υπέροχο κοριτσάκι, την κόρη της Αντιγόνης (Παραγράφου) και του Κώστα, που έχει γίνει το έμβλημα και η μασκότ όλης της μπλογκόσφαιρας. Να ξεπεράσει όλα τα προβλήματα και να γίνει τρυφερό σαν τη μάνα του και δυνατό σαν τον πατέρα του.
Χρόνια πολλά σε όλες τις Μαρίες, τους Παναγιώτηδες, τους Τάκηδες, τους Μάριους...
Ειδικά χρόνια πολλά στην δική μου Μαριάννα, που με ανέχεται και με στηρίζει 28 χρόνια τώρα - στον Τάκη Βασιλόπουλο, τον Τάκη Αλεβαντή, τον Παναγιώτη Δημητρά, την Μαρία Χναράκη, τον Μάριο Π., την Μαριακαλ, και όσους άλλους/ες εορτάζοντες σήμερα, κρύβονται πισω από ψευδώνυμα και nicks.
Σας εύχομαι από καρδιάς και σας αφιερώνω ένα από τα σπάνια ποιήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, γεμάτο ηδύτητα και σοφή αφέλεια:
ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ ΣΤΟ ΠΥΡΓΙ
Άφες μοι ίνα αναψύξω προ του με απελθείν και ουκέτι ου μη υπάρξω.
Ψαλμός του Δαυίδ.
Χαίρετ' ο Ιωακείμ κι η Άννα,
που γέννησαν χαριτωμένη κόρη
στην Παναγίτσα στο Πυργί!
Χαίρεται όλ' η έρημη ακρογιαλιά
κι ο βράχος κι ο γκρεμός αντίκρυ του πελάγους,
που τον χτυπούν άγρια τα κύματα,
χαίρεται απ' την εκκλησίτσα,
που μοσχοβολά πάνω στη ράχη.
Χαίρεται τ' άγριο δέντρο, που γέρνει
το μισό απάνω στον βράχο, το μισό στον γκρεμό·
χαίρετ' ο βοσκός, που φυσά τον αυλό του,
χαίρετ' η γίδα του, που τρέχει στα βράχια,
χαίρεται το ερίφιο, που πηδά χαρμόσυνα.
Κι η πλάση όλη αναγαλλιάζει
και το φθινόπωρο ξανανοιώνει η γης,
σα σεμνή κόρη, που περίμενε χρόνια
τον αρραβωνιαστικό της απ' τα ξένα
και τέλος τον απόλαψε πριν είναι πολύ αργά·
και σαν τη στείρα γραία, που γέννησε θεόπαιδο
κι ευφράνθη στα γεράματά της!
Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν' απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.
Κυριακή, Αυγούστου 13, 2006
20 Χρόνια Τ. Δ.
Μικρή διατριβή για την Τέλεια Διαδρομή.
Η ΤΕΛΕΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ (Τ.Δ.) είναι ο τελικός σκοπός κάθε συνειδητής οδήγησης. (Σκοπός της μη-συνειδητής οδήγησης είναι να μας μεταφέρει από το σημείο Α στο Β.) Η Τ.Δ. είναι μία περίπλοκη και λεπτή σύνθεση πολλών παραγόντων. Επιτυγχάνει σπάνια, αλλά, όταν επιτύχει, δίνει συναισθήματα ανάλογα με (και ίσα προς) καλλιτεχνική απόλαυση.
Για την αισθητική αξία της οδήγησης (και μιας Τ.Δ.) έγραψα εκτενώς στο κείμενο «Περί Απολαύσεως και Τέχνης». Τώρα θα προσπαθήσω να συστηματοποιήσω τις σχετικές εμπειρίες μου έτσι που να ξεκαθαρίσει περισσότερο τι είναι η Τ.Δ. και πως πετυχαίνει. 'Ισως η ανάλυσή μου να χρησιμεύσει και σαν οδηγός για τους νεότερους. (Ελπίζω όχι σαν συνταγή στο στιλ: «πως να δέσει σωστά η σάλτσα» ή «πως να επιτύχετε καλύτερο οργασμό»...)
Προϋποθέσεις για μια Τ.Δ. είναι:
1. Ευπρεπές όχημα
2. Ενδιαφέρουσα διαδρομή
3. Σωστές κλιματολογικές συνθήκες
4. Κατάλληλη διάθεση
5. Απομόνωση
6. Μουσική (προαιρετική)
Θα αναλύσουμε κάθε έναν από τους παράγοντες αυτούς.
Το ευπρεπές όχημα δεν πρέπει αναγκαστικά να είναι Porsche. (Φυσικά, βοηθάει - αν είναι!) Μπορεί όμως να είναι ο,τιδήποτε αυτοκίνητο που πηγαίνει, στρίβει και σταματάει αξιοπρεπώς.
Ιδιαίτερα συντείνουν στην απόλαυση το γρήγορο και ακριβές σύστημα διευθύνσεως, οι σωστές σχέσεις ταχυτήτων (προς Θεού! όχι αμάξια με μακρύ διαφορικό!) και τα εύκολα χειριστήρια (λεβιές, διακόπτες κλπ.) Αν ο ήχος του κινητήρα θυμίζει δωδεκακύλινδρη Ferrari (με τα έξη διπλά Weber να ρουφάνε) δικαιούται να είναι θορυβώδης. Αλλιώς, αν στις ψηλές στροφές ηχεί σαν γέρικο τρακτέρ, καλά θα κάνει να είναι όσο γίνεται αθόρυβος. Ιδιαίτερα αν ο οδηγός αρέσκεται στο 6. (μουσική).
Ενδιαφέρουσα διαδρομή είναι αυτή που έχει εναλλαγές και ζωντάνια. Δεν υπάρχει πιο βαρετό πράγμα από την ευθεία. ('Οποιοι έχουν κινηθεί στις μεγάλες Turnpikes των H.Π.A. το ξέρουν). Στροφές λοιπόν και υψομετρικές διαφορές - ανηφοράκια, κατηφόρες - και καμια ευθεία ενδιαμέσως, για εκτόνωση. Ωραίο τοπίο με ποικιλία ύφους (οι μεγάλες πεδιάδες, στέππες, πάμπας, out!).
Για τις κλιματολογικές συνθήκες δεν χρειάζονται πολλά. Κυρίως το ντάλα καλοκαίρι σε ζεστά γεωγραφικά πλάτη είναι αρνητικό για την Τ.Δ. Εκτός αν υπάρχει καλό Air Conditioning. Αλλά και πάλι καλύτερα να αποφεύγει κανείς τις μεγάλες ζέστες. Γιατί ο κλιματισμός - απαραίτητος μέσα στην πόλη - στις μεγάλες διαδρομές δημιουργεί άσκημη τεχνητή ατμόσφαιρα - και απομονώνει τελείως από το περιβάλλον. (Να μην μυρίσει και λίγο θυμάρι - ή καβαλίνα; Οι οσμές μπορούν να εντείνουν πολύ την απόλαυση μιας Τ.Δ., όπως θα δούμε παρακάτω...).
Αντίθετα οι βροχές, το χιόνι και το κρύο μπορούν να δώσουν πολλή ποικιλία στη διαδρομή. Ας αφήσουμε που αδειάζουν οι δρόμοι και μπορεί κανείς να οδηγεί χωρίς τους άσχετους...
Τώρα, για την κατάλληλη διάθεση, τι να πω; Είναι αυτονόητο, πως αν δεν είσαι στα κέφια σου δεν απολαμβάνεις τίποτα. 'Ολα μπορεί να είναι τέλεια - και εσύ σε πλήρη κατάθλιψη. 'Ομως, προσοχή! Η διάθεση αλλάζει - και φτιάχνει - με τη διαδρομή.
Την ωραιότερη Τ.Δ. της ζωής μου την ξεκίνησα με κακοδιαθεσία πενθηφορούντος...
Απομόνωση. Λυπάμαι φίλοι και φίλες συνοδηγοί, αλλά εμένα τουλάχιστον σπάνια με βοηθάει η παρουσία του άλλου. Εκτός αν (έχει συμβεί - εξαίρεση) είναι συντονισμένος απόλυτα. Συνήθως όμως ο συνοδηγός μιλάει εκεί που δεν πρέπει, φοβάται (εκεί που πρέπει), θέλει να σταθείς την ώρα ακριβώς που έχεις ανέβει και γενικά ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ ανάμεσα σε σένα, το όχημα, τον δρόμο και τον ρυθμό. Εξ ου και η συμβουλή: αν δεν έχετε βρεί τον Τέλειο Συνοδηγό (Τ.Σ) μην ελπίζετε σε συμμετοχική Τ.Δ. Μπορεί ο άνθρωπος αυτός να σας ταιριάζει σε εκατό πράγματα - στο οδήγημα, τη μουσική και στο μπριτζ δύσκολα βρίσκεις σωστό παρτεναίρ. Στην Τ.Δ. παρτεναίρ σας είναι το αυτοκίνητο. Τίποτα δεν πρέπει να υπεισέρχεται στην μυστική και απόλυτα προσωπική σας σχέση.
Σημασία έχει - παρ'όλο που δεν ανήκει στους βασικούς παράγοντες - και το μήκος της διαδρομής. Δεν πρέπει να είναι ούτε πολύ σύντομη (δεν προφταίνεις να ζεσταθείς) ούτε υπερβολικά μεγάλη - και, άρα, κουραστική. Ανάλογα με το δρόμο και το όχημα θά έλεγα ανάμεσα σε 200 και 600 χιλιόμετρα.
Άλλο ουσιαστικό στοιχείο είναι η πυκνότητα της κίνησης. (Αυτό κανονικά ανήκει στο 2., στη διαδρομή. Σε πολυσύχναστο δρόμο δεν μπορείς να ακολουθήσεις τον εσωτερικό σου ρυθμό, εκνευρίζεσαι, κουράζεσαι - και σπάνια απολαμβάνεις.
Βέβαια, όπως καλά γνωρίζουν οι μάγειροι (και οι παραγωγοί εμπορικών ταινιών) το να βάλεις όλα τα συστατικά, δεν σημαίνει τίποτα. Μπορεί η σάλτσα (η ταινία, η Τ.Δ.) να μην επιτύχει. Να λείπει αυτό το «μυστικό συστατικό» (the secret ingredient λένε οι Αγγλοσάξωνες) που δίνει το τέλειο.
Την ωραιότερη Τ.Δ. στη ζωή μου την έκανα μια Κυριακή του Πάσχα. Ημουν στην Κέρκυρα και, για λόγους που δεν αφορούν κανέναν άλλον, ήμουν δυστυχής. Η δυστυχία μου γύρισε σε κατάθλιψη μετά την τελετή της Ανάστασης. (Οχι - δεν φταίει η Κέρκυρα - ή μάλλον φταίει αντίστροφα. 'Ηταν όπως πάντα πανέμορφη!) Αποφάσισα λοιπόν μέσα στη νύχτα, να γυρίσω στην Αθήνα, την άλλη μέρα πρωί-πρωί.
Η άλλη μέρα ήταν Κυριακή του Πάσχα - και ήμουν το μόνο αυτοκίνητο στο φέρρυ μποτ των εννέα. Ημουν το μόνο ΚΑΙ στο δρόμο - οι Ελληνες κοιμόνταν, η έψηναν το αρνί τους. Η Ελλάδα ήταν ΑΔΕΙΑ, ΩΡΑΙΑ και ΜΥΡΙΖΕ ΠΑΣΧΑ.
Οδηγούσα Porsche Carrera Targa. Ο καιρός ζεστός και αίθριος, το αμάξι ανοιχτό. Ο αέρας ήταν το πιο μεθυστικό πράγμα που έχω δοκιμάσει ποτέ μου. Μύριζε λουλούδια, άνοιξη, χόρτο, θράκα και οβελία. Κάθε φορά που πλησίαζα σε χωριό, η τελευταία μυρωδιά γινόταν εντονότερη. Διέσχισα την μισή Ελλάδα, αγκάλιασα τις μισές της καμπύλες, χύθηκα στις ευθείες της, μύρισα όλο το πασχαλινό της γλέντι. Οπως περνούσε η ώρα, μαζί με τις μυρωδιές έμπαιναν από το ανοιχτό καπό και ακούσματα - νταούλια, κλαρίνα, βιολιά. (Είμαστε στο 76 - δεν γνώριζαν τότε την ντίσκο...) Πρώτη φορά δεν χρειάστηκα κασέτα. Με συνόδευαν οι εκκεντροφόροι του boxer, τα πουλιά και τα όργανα.
Σε ελάχιστη ώρα ήμουν εντελώς μεθυσμένος - από Ελλάδα, 'Ανοιξη και Πάσχα. 'Ηταν η ωραιότερη Πασχαλιά στη ζωή μου - την πέρασα μόνος μέσα στο αυτοκίνητό μου. Γεύτηκα όλους τους μεζέδες της Ελλάδας, ήπια κεράσματα από κάθε χωριό - χωρίς καν να σταματήσω. Από τις αισθήσεις μου πέρασε όλη η χώρα ανθισμένη και γιορτινή. 'Οταν έφθασα στην Αθήνα, μετά από πέντε ώρες οδήγημα (ναι, σωστά διαβάσατε, 5 ώρες - έτρεχα χωρίς να το νιώσω!) ήμουν χορτάτος ξεκούραστος και ευτυχής.
Ήταν Η Τέλεια Διαδρομή της ζωής μου. 'Οχι πως δεν υπήρξαν κι άλλες. Αλλά αυτή, μέχρι τώρα ήταν η κορυφαία.
Η μόνη που την συναγωνίζεται ήταν μια άνοδος στη Θεσσαλονίκη με την Alpine A310. 'Αλλες Τ.Δ.; Μια μετάβαση στην Κέρκυρα με το (καινούργιο τότε) Φίατ 128 (βλέπετε - δεν χρειάζεται να είναι Porsche ή Alpine) μια πρόσφατη Θεσσαλονίκη- Δράμα με το 5Gt Turbo, μια ωραιότατη και γρήγορη σύνδεση Ancona - Lugano με ένα ΒΜW 316 (φτιαγμένο) μια περιήγηση του Lac Leman με ένα ταπεινό νοικιασμένο Ford Fiesta.
Και η χειρότερη; Μαδρίτη - Γρανάδα, λόγω ζέστης. (Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι φούρνος είναι η κοιλάδα της La Mancha ακόμα και τον Σεπτέμβριο!) Και η πρώτη μου άφιξη στην Αγγλία, βράδυ, ανάποδο οδήγημα, η Rover 2000, βροχή...
Εύχομαι πάντως να απολαύσετε στη ζωή σας πολλές Τέλειες Διαδρομές. Εγώ τις κουβαλάω μέσα μου όπως οι βετεράνοι των Μεγάλων Πολέμων τις πολεμικές τους περιπέτειες. Και τις ανασύρω όποτε χρειάζομαι τόνωση του ηθικού.
Ο μόνος τρόπος να τις πετύχετε (κι ας αφήσουμε τις προϋποθέσεις και τις συνταγές) είναι να τις κυνηγήσετε. Πρώτα: Να κάνετε διαδρομές! (Ποτέ δεν πάω με αεροπλάνο όταν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτοκίνητο! Το αεροπλάνο δεν είναι ταξίδι - είναι διεκπεραίωση!) Μετά: Να ζείτε κάθε διαδρομή σας, σαν να ήταν ένα μοναδικό βίωμα. Ακόμα και την πιο συνηθισμένη και ρουτινιέρικη. (Πόσες φορές έχω ανέβει Θεσσαλονίκη; Ε! σχεδόν κάθε δεύτερη είναι Τ.Δ.!)
Το μυστικό είναι: όσο πιο πολλή ΕΝΤΑΣΗ ΖΩΗΣ! Και οι Τ.Δ. είναι ακριβώς αυτό. Ζωή εντεταμένη στο έπακρο.'Ετσι, μέσα σε μία ζωή, να χωρέσουμε όσες γίνεται περισσότερες!
Το κείμενο αυτό, που δημιούργησε ένα concept και έδωσε και τον τίτλο στο βιβλίο μου για την "Θεωρία και ποίηση της αυτοκίνησης", δημοσιεύθηκε στους 4Τ πριν 20 χρόνια - Αύγουστο του 1986. Από τότε υπήρξαν και πολλές άλλες Τ. Δ. (Οι φωτό της νέας Ferrari F599, από το Αγγλικό CAR).
Η ΤΕΛΕΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ (Τ.Δ.) είναι ο τελικός σκοπός κάθε συνειδητής οδήγησης. (Σκοπός της μη-συνειδητής οδήγησης είναι να μας μεταφέρει από το σημείο Α στο Β.) Η Τ.Δ. είναι μία περίπλοκη και λεπτή σύνθεση πολλών παραγόντων. Επιτυγχάνει σπάνια, αλλά, όταν επιτύχει, δίνει συναισθήματα ανάλογα με (και ίσα προς) καλλιτεχνική απόλαυση.
Για την αισθητική αξία της οδήγησης (και μιας Τ.Δ.) έγραψα εκτενώς στο κείμενο «Περί Απολαύσεως και Τέχνης». Τώρα θα προσπαθήσω να συστηματοποιήσω τις σχετικές εμπειρίες μου έτσι που να ξεκαθαρίσει περισσότερο τι είναι η Τ.Δ. και πως πετυχαίνει. 'Ισως η ανάλυσή μου να χρησιμεύσει και σαν οδηγός για τους νεότερους. (Ελπίζω όχι σαν συνταγή στο στιλ: «πως να δέσει σωστά η σάλτσα» ή «πως να επιτύχετε καλύτερο οργασμό»...)
Προϋποθέσεις για μια Τ.Δ. είναι:
1. Ευπρεπές όχημα
2. Ενδιαφέρουσα διαδρομή
3. Σωστές κλιματολογικές συνθήκες
4. Κατάλληλη διάθεση
5. Απομόνωση
6. Μουσική (προαιρετική)
Θα αναλύσουμε κάθε έναν από τους παράγοντες αυτούς.
Το ευπρεπές όχημα δεν πρέπει αναγκαστικά να είναι Porsche. (Φυσικά, βοηθάει - αν είναι!) Μπορεί όμως να είναι ο,τιδήποτε αυτοκίνητο που πηγαίνει, στρίβει και σταματάει αξιοπρεπώς.
Ιδιαίτερα συντείνουν στην απόλαυση το γρήγορο και ακριβές σύστημα διευθύνσεως, οι σωστές σχέσεις ταχυτήτων (προς Θεού! όχι αμάξια με μακρύ διαφορικό!) και τα εύκολα χειριστήρια (λεβιές, διακόπτες κλπ.) Αν ο ήχος του κινητήρα θυμίζει δωδεκακύλινδρη Ferrari (με τα έξη διπλά Weber να ρουφάνε) δικαιούται να είναι θορυβώδης. Αλλιώς, αν στις ψηλές στροφές ηχεί σαν γέρικο τρακτέρ, καλά θα κάνει να είναι όσο γίνεται αθόρυβος. Ιδιαίτερα αν ο οδηγός αρέσκεται στο 6. (μουσική).
Ενδιαφέρουσα διαδρομή είναι αυτή που έχει εναλλαγές και ζωντάνια. Δεν υπάρχει πιο βαρετό πράγμα από την ευθεία. ('Οποιοι έχουν κινηθεί στις μεγάλες Turnpikes των H.Π.A. το ξέρουν). Στροφές λοιπόν και υψομετρικές διαφορές - ανηφοράκια, κατηφόρες - και καμια ευθεία ενδιαμέσως, για εκτόνωση. Ωραίο τοπίο με ποικιλία ύφους (οι μεγάλες πεδιάδες, στέππες, πάμπας, out!).
Για τις κλιματολογικές συνθήκες δεν χρειάζονται πολλά. Κυρίως το ντάλα καλοκαίρι σε ζεστά γεωγραφικά πλάτη είναι αρνητικό για την Τ.Δ. Εκτός αν υπάρχει καλό Air Conditioning. Αλλά και πάλι καλύτερα να αποφεύγει κανείς τις μεγάλες ζέστες. Γιατί ο κλιματισμός - απαραίτητος μέσα στην πόλη - στις μεγάλες διαδρομές δημιουργεί άσκημη τεχνητή ατμόσφαιρα - και απομονώνει τελείως από το περιβάλλον. (Να μην μυρίσει και λίγο θυμάρι - ή καβαλίνα; Οι οσμές μπορούν να εντείνουν πολύ την απόλαυση μιας Τ.Δ., όπως θα δούμε παρακάτω...).
Αντίθετα οι βροχές, το χιόνι και το κρύο μπορούν να δώσουν πολλή ποικιλία στη διαδρομή. Ας αφήσουμε που αδειάζουν οι δρόμοι και μπορεί κανείς να οδηγεί χωρίς τους άσχετους...
Τώρα, για την κατάλληλη διάθεση, τι να πω; Είναι αυτονόητο, πως αν δεν είσαι στα κέφια σου δεν απολαμβάνεις τίποτα. 'Ολα μπορεί να είναι τέλεια - και εσύ σε πλήρη κατάθλιψη. 'Ομως, προσοχή! Η διάθεση αλλάζει - και φτιάχνει - με τη διαδρομή.
Την ωραιότερη Τ.Δ. της ζωής μου την ξεκίνησα με κακοδιαθεσία πενθηφορούντος...
Απομόνωση. Λυπάμαι φίλοι και φίλες συνοδηγοί, αλλά εμένα τουλάχιστον σπάνια με βοηθάει η παρουσία του άλλου. Εκτός αν (έχει συμβεί - εξαίρεση) είναι συντονισμένος απόλυτα. Συνήθως όμως ο συνοδηγός μιλάει εκεί που δεν πρέπει, φοβάται (εκεί που πρέπει), θέλει να σταθείς την ώρα ακριβώς που έχεις ανέβει και γενικά ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ ανάμεσα σε σένα, το όχημα, τον δρόμο και τον ρυθμό. Εξ ου και η συμβουλή: αν δεν έχετε βρεί τον Τέλειο Συνοδηγό (Τ.Σ) μην ελπίζετε σε συμμετοχική Τ.Δ. Μπορεί ο άνθρωπος αυτός να σας ταιριάζει σε εκατό πράγματα - στο οδήγημα, τη μουσική και στο μπριτζ δύσκολα βρίσκεις σωστό παρτεναίρ. Στην Τ.Δ. παρτεναίρ σας είναι το αυτοκίνητο. Τίποτα δεν πρέπει να υπεισέρχεται στην μυστική και απόλυτα προσωπική σας σχέση.
Σημασία έχει - παρ'όλο που δεν ανήκει στους βασικούς παράγοντες - και το μήκος της διαδρομής. Δεν πρέπει να είναι ούτε πολύ σύντομη (δεν προφταίνεις να ζεσταθείς) ούτε υπερβολικά μεγάλη - και, άρα, κουραστική. Ανάλογα με το δρόμο και το όχημα θά έλεγα ανάμεσα σε 200 και 600 χιλιόμετρα.
Άλλο ουσιαστικό στοιχείο είναι η πυκνότητα της κίνησης. (Αυτό κανονικά ανήκει στο 2., στη διαδρομή. Σε πολυσύχναστο δρόμο δεν μπορείς να ακολουθήσεις τον εσωτερικό σου ρυθμό, εκνευρίζεσαι, κουράζεσαι - και σπάνια απολαμβάνεις.
Βέβαια, όπως καλά γνωρίζουν οι μάγειροι (και οι παραγωγοί εμπορικών ταινιών) το να βάλεις όλα τα συστατικά, δεν σημαίνει τίποτα. Μπορεί η σάλτσα (η ταινία, η Τ.Δ.) να μην επιτύχει. Να λείπει αυτό το «μυστικό συστατικό» (the secret ingredient λένε οι Αγγλοσάξωνες) που δίνει το τέλειο.
Την ωραιότερη Τ.Δ. στη ζωή μου την έκανα μια Κυριακή του Πάσχα. Ημουν στην Κέρκυρα και, για λόγους που δεν αφορούν κανέναν άλλον, ήμουν δυστυχής. Η δυστυχία μου γύρισε σε κατάθλιψη μετά την τελετή της Ανάστασης. (Οχι - δεν φταίει η Κέρκυρα - ή μάλλον φταίει αντίστροφα. 'Ηταν όπως πάντα πανέμορφη!) Αποφάσισα λοιπόν μέσα στη νύχτα, να γυρίσω στην Αθήνα, την άλλη μέρα πρωί-πρωί.
Η άλλη μέρα ήταν Κυριακή του Πάσχα - και ήμουν το μόνο αυτοκίνητο στο φέρρυ μποτ των εννέα. Ημουν το μόνο ΚΑΙ στο δρόμο - οι Ελληνες κοιμόνταν, η έψηναν το αρνί τους. Η Ελλάδα ήταν ΑΔΕΙΑ, ΩΡΑΙΑ και ΜΥΡΙΖΕ ΠΑΣΧΑ.
Οδηγούσα Porsche Carrera Targa. Ο καιρός ζεστός και αίθριος, το αμάξι ανοιχτό. Ο αέρας ήταν το πιο μεθυστικό πράγμα που έχω δοκιμάσει ποτέ μου. Μύριζε λουλούδια, άνοιξη, χόρτο, θράκα και οβελία. Κάθε φορά που πλησίαζα σε χωριό, η τελευταία μυρωδιά γινόταν εντονότερη. Διέσχισα την μισή Ελλάδα, αγκάλιασα τις μισές της καμπύλες, χύθηκα στις ευθείες της, μύρισα όλο το πασχαλινό της γλέντι. Οπως περνούσε η ώρα, μαζί με τις μυρωδιές έμπαιναν από το ανοιχτό καπό και ακούσματα - νταούλια, κλαρίνα, βιολιά. (Είμαστε στο 76 - δεν γνώριζαν τότε την ντίσκο...) Πρώτη φορά δεν χρειάστηκα κασέτα. Με συνόδευαν οι εκκεντροφόροι του boxer, τα πουλιά και τα όργανα.
Σε ελάχιστη ώρα ήμουν εντελώς μεθυσμένος - από Ελλάδα, 'Ανοιξη και Πάσχα. 'Ηταν η ωραιότερη Πασχαλιά στη ζωή μου - την πέρασα μόνος μέσα στο αυτοκίνητό μου. Γεύτηκα όλους τους μεζέδες της Ελλάδας, ήπια κεράσματα από κάθε χωριό - χωρίς καν να σταματήσω. Από τις αισθήσεις μου πέρασε όλη η χώρα ανθισμένη και γιορτινή. 'Οταν έφθασα στην Αθήνα, μετά από πέντε ώρες οδήγημα (ναι, σωστά διαβάσατε, 5 ώρες - έτρεχα χωρίς να το νιώσω!) ήμουν χορτάτος ξεκούραστος και ευτυχής.
Ήταν Η Τέλεια Διαδρομή της ζωής μου. 'Οχι πως δεν υπήρξαν κι άλλες. Αλλά αυτή, μέχρι τώρα ήταν η κορυφαία.
Η μόνη που την συναγωνίζεται ήταν μια άνοδος στη Θεσσαλονίκη με την Alpine A310. 'Αλλες Τ.Δ.; Μια μετάβαση στην Κέρκυρα με το (καινούργιο τότε) Φίατ 128 (βλέπετε - δεν χρειάζεται να είναι Porsche ή Alpine) μια πρόσφατη Θεσσαλονίκη- Δράμα με το 5Gt Turbo, μια ωραιότατη και γρήγορη σύνδεση Ancona - Lugano με ένα ΒΜW 316 (φτιαγμένο) μια περιήγηση του Lac Leman με ένα ταπεινό νοικιασμένο Ford Fiesta.
Και η χειρότερη; Μαδρίτη - Γρανάδα, λόγω ζέστης. (Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι φούρνος είναι η κοιλάδα της La Mancha ακόμα και τον Σεπτέμβριο!) Και η πρώτη μου άφιξη στην Αγγλία, βράδυ, ανάποδο οδήγημα, η Rover 2000, βροχή...
Εύχομαι πάντως να απολαύσετε στη ζωή σας πολλές Τέλειες Διαδρομές. Εγώ τις κουβαλάω μέσα μου όπως οι βετεράνοι των Μεγάλων Πολέμων τις πολεμικές τους περιπέτειες. Και τις ανασύρω όποτε χρειάζομαι τόνωση του ηθικού.
Ο μόνος τρόπος να τις πετύχετε (κι ας αφήσουμε τις προϋποθέσεις και τις συνταγές) είναι να τις κυνηγήσετε. Πρώτα: Να κάνετε διαδρομές! (Ποτέ δεν πάω με αεροπλάνο όταν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτοκίνητο! Το αεροπλάνο δεν είναι ταξίδι - είναι διεκπεραίωση!) Μετά: Να ζείτε κάθε διαδρομή σας, σαν να ήταν ένα μοναδικό βίωμα. Ακόμα και την πιο συνηθισμένη και ρουτινιέρικη. (Πόσες φορές έχω ανέβει Θεσσαλονίκη; Ε! σχεδόν κάθε δεύτερη είναι Τ.Δ.!)
Το μυστικό είναι: όσο πιο πολλή ΕΝΤΑΣΗ ΖΩΗΣ! Και οι Τ.Δ. είναι ακριβώς αυτό. Ζωή εντεταμένη στο έπακρο.'Ετσι, μέσα σε μία ζωή, να χωρέσουμε όσες γίνεται περισσότερες!
Το κείμενο αυτό, που δημιούργησε ένα concept και έδωσε και τον τίτλο στο βιβλίο μου για την "Θεωρία και ποίηση της αυτοκίνησης", δημοσιεύθηκε στους 4Τ πριν 20 χρόνια - Αύγουστο του 1986. Από τότε υπήρξαν και πολλές άλλες Τ. Δ. (Οι φωτό της νέας Ferrari F599, από το Αγγλικό CAR).
Παρασκευή, Αυγούστου 11, 2006
Ρεμβασμός
Παραμονές Δεκαπενταύγουστου, ο νους μου γυρίζει στον Φραγκούλη Κ. Φραγκούλα, τον «φιλέρημο γέροντα», του Παπαδιαμάντη. Τον οξύθυμο και πεισματάρη: «όσον τρυφερός ήτο εις τον έρωτα, τόσον ευεπίφορος εις το πείσμα και τόσον γοργός εις οργήν». Που θυμώδης και πικραμένος είχε αποτραβηχτεί από τα ανθρώπινα και μόναζε πάνω στο εκκλησάκι της Παναγίας της Πρέκλας.
«Δεν ήτο και πολύ γέρων» γράφει ο Παπαδιαμάντης, «ως πενήντα πέντε χρόνων άνθρωπος». (Ποιος είναι σήμερα ‘γέρων’ στα πενήντα πέντε;).
«Ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου». Ένα αριστουργηματικό διήγημα όπου δεν συμβαίνει τίποτα – και συμβαίνουν τα πάντα. Δράση καμία – μόνο ανάκληση μίας ζωής, της κάθε ζωής που τελειώνει σε μοναξιά και ερήμωση.
«Την εσπέραν εκείνην, της 13 Αυγούστου του έτους 186... εκάθητο μόνος, ολομόναχος, έξω του ναΐσκου, εις το προαύλιον, έμπροσθεν της καλύβης την οποίαν είχε κτίσει, εκάπνιζε το τσιμπούκι του, κ' ερρέμβαζεν». Μπροστά του ξετυλίγεται η πικρή του βιογραφία που τελειώνει με την απώλεια της αγαπημένης του μικρής κόρης. «Το’ χασα, το καημένο μ’, το ευάγωγο, το’ χασα!»
Τέτοιες μέρες, γιορτινές, όποιος δεν φεύγει, ρεμβάζει. Οι περισσότεροι βέβαια φεύγουν. Ούτε μπορούν - ούτε θέλουν να θυμηθούν. Η ευτυχία - αν υπάρχει - είναι υπόθεση μνήμης. Όσο λιγότερη τόσο καλύτερα. Όσο πιο νέοι, τόσο βραχύτερο παρελθόν.
Κι εγώ, που δεν νιώθω «γέρων» - αν κι έχω περάσει από καιρό τα πενήντα πέντε - αυτές τις μέρες γυρίζω πίσω. Σαν τον Φραγκούλη Κ. Φραγκούλα, γίνομαι «φιλέρημος», αποσύρομαι πεισματωμένος και αναπολώ.
Χρόνια παιδικά, όπου ο Δεκαπενταύγουστος ήταν ακόμα γιορτή της Παναγίας - κι όχι απλά η αιχμή των διακοπών. Ποιος έπαιρνε τότε διακοπές; Απλά τα παιδιά τα έστελναν ‘εξοχή’ - μπορεί να ήταν η Γλυφάδα ή και η Κηφισιά - και ο πατέρας ερχόταν τα Σαββατοκύριακα.
Κατεβάζαμε μελωμένα σύκα από τις συκιές και στυφές αγουρίδες - μόνο που μας φαίνονταν γλυκές γιατί έτσι ήταν η γεύση μας.
Ένα και δυό: την μοίρα μας δεν θα την πει κανένας
Ένα και δυό: την μοίρα του ήλιου θα την πούμε εμείς.
Λέγαμε τότε, με τον Ελύτη. «Πίνοντας ήλιο κορινθιακό» γυρίζαμε την φρυγμένη αυγουστιάτικη γη – και τα βράδια τραγουδούσαμε στην ακροθαλασσιά την πανσέληνο.
Είναι άραγε ο ίδιος ήλιος του Αυγούστου; Σαν να κρύωσε κάπως. Τα σκαλιά της Ύδρας έγιναν περισσότερα. Οι σκιές μακραίνουν. Από τον «Ήλιο τον Πρώτο» φτάνουμε στον άλλον ήλιο του Ελύτη. Aυτόν που κλείνει τα «Ελεγεία της Οξώπετρας»:
Ο θάνατος, ο ήλιος ο χωρίς βασιλέματα.
Όμως μέχρι τότε δικαίωμά μας η ζωή, η χαρά, η πίκρα και ο ρεμβασμός.
Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στην Κυριακατικη Καθημερινή στις 13.8.1995. Ήταν το προ-τελευταίο μου στην εφημερίδα. Το ψηφιδωτό της Παναγίας είναι από την Αγία Σοφία. Η κλασική φωτογραφία του Παπαδιαμάντη που τράβηξε στην Δεξαμενή ο Παύλος Νιρβάνας σε αναπαραγωγή από το κατοχικό αφιέρωμα της "Νέας Εστίας", τυπωμένο σε χαρτί περιτυλίγματος. Και το θαυμάσιο χαρακτικό του Τάσου από το εξώφυλλο της ίδιας έκδοσης.
Πέμπτη, Αυγούστου 10, 2006
Φωτογραφικό σχόλιο στους τζίτζικες
Εδώ έχουμε έναν αυτόχθονα, αυθεντικό, 100% έλληνα τζίτζικα, (τεττιγα ή Τιθωνό αν προτιμάτε) φωτογραφημένο πέρισυ στα Κύθηρα από την φίλη μου Μαρία Χναράκη.
Και εδώ μία απτή απόδειξη της ειρηνικής και αρμονικής συμβίωσης γκαζόν, πεύκων και τζιτζικιών (τα τελευταία δεν ακούγονται αλλά σας διαβεβαιώ ότι ήταν εκκωφαντικά όσο τραβούσα την φωτογραφία). Αφιερωμένο εξαιρετικά στην Μυρτώ (m.m.). Mήπως πρέπει να στείλουμε τον κηπουρό μας στην Κυανή Ακτή;
Τετάρτη, Αυγούστου 09, 2006
Τρεις Μύθοι
Συμπλήρωμα στο post του Τάκη Αλεβαντή (βλ. παρακάτω) από τον Ν. Δ. Τα πρωτότυπα κείμενα (το ωμό του Αισώπου και το κομψό του Λαφονταίν) και ένας λιγότερο γνωστός μύθος.
Αίσωπος:
Jean de La Fontaine:
La cigale et la fourmi
La Cigale, ayant chanté
Tout l'été,
Se trouva fort dépourvue
Quand la bise fut venue :
Pas un seul petit morceau
De mouche ou de vermisseau.
Elle alla crier famine
Chez la Fourmi sa voisine,
La priant de lui prêter
Quelque grain pour subsister
Jusqu'à la saison nouvelle.
"Je vous paierai, lui dit-elle,
Avant l'Oût, foi d'animal,
Intérêt et principal."
La Fourmi n'est pas prêteuse:
C'est là son moindre défaut.
Que faisiez-vous au temps chaud?
Dit-elle à cette emprunteuse.
- Nuit et jour à tout venant
Je chantais, ne vous déplaise.
- Vous chantiez? j'en suis fort aise.
Eh bien! dansez maintenant.
Κι ένας τρίτος μύθος για την καταγωγή του Τζίτζικα.
Το επιστημονικό του όνομα είναι Τιθωνός.
Ο Τιθωνός ήταν πένταμορφο παληκάρι στην Τροία.
Τον αγάπησε η θεά Ηώς (η θεά της Αυγής).
Παρακάλεσε τον Δία να τον κάνει αθάνατο.
Ξέχασε να ζητήσει να τον κρατήσει νέο.
Πέρασαν τα χρόνια και ο Τιθωνός ζούσε άθλια
και αιώνια, αιώνια γεράματα.
Ο Δίας τον λυπήθηκε και τον έκανε τζιτζίκι.
________________________________________________
Και η εμπειρία της υπέρβασης. Ο τελευταίος στίχος από την "Κίχλη" του Γιώργου Σεφέρη:
πώς σταματούν ξαφνικά κι όλα μαζί τα τζιτζίκια
Αίσωπος:
Jean de La Fontaine:
La cigale et la fourmi
La Cigale, ayant chanté
Tout l'été,
Se trouva fort dépourvue
Quand la bise fut venue :
Pas un seul petit morceau
De mouche ou de vermisseau.
Elle alla crier famine
Chez la Fourmi sa voisine,
La priant de lui prêter
Quelque grain pour subsister
Jusqu'à la saison nouvelle.
"Je vous paierai, lui dit-elle,
Avant l'Oût, foi d'animal,
Intérêt et principal."
La Fourmi n'est pas prêteuse:
C'est là son moindre défaut.
Que faisiez-vous au temps chaud?
Dit-elle à cette emprunteuse.
- Nuit et jour à tout venant
Je chantais, ne vous déplaise.
- Vous chantiez? j'en suis fort aise.
Eh bien! dansez maintenant.
Κι ένας τρίτος μύθος για την καταγωγή του Τζίτζικα.
Το επιστημονικό του όνομα είναι Τιθωνός.
Ο Τιθωνός ήταν πένταμορφο παληκάρι στην Τροία.
Τον αγάπησε η θεά Ηώς (η θεά της Αυγής).
Παρακάλεσε τον Δία να τον κάνει αθάνατο.
Ξέχασε να ζητήσει να τον κρατήσει νέο.
Πέρασαν τα χρόνια και ο Τιθωνός ζούσε άθλια
και αιώνια, αιώνια γεράματα.
Ο Δίας τον λυπήθηκε και τον έκανε τζιτζίκι.
________________________________________________
Και η εμπειρία της υπέρβασης. Ο τελευταίος στίχος από την "Κίχλη" του Γιώργου Σεφέρη:
πώς σταματούν ξαφνικά κι όλα μαζί τα τζιτζίκια
Τζίτζικα έπαινος
Γράφει ο Τάκης Αλεβαντής
Με κούφαναν τα τζιτζίκια φέτος. Για πρώτη φορά έστησα αυτί και τα αφουγκράστηκα. Στιγμές, στιγμές έμοιαζαν να τσιρίζουν όλο και πιο δυνατά. Άλλες στιγμές λες και κουράζονταν κι έπαιρναν να ξαποσταίνουν. Ακούγονταν τότε μερικά μόνο με κουρασμένες φωνές αλλά σε λίγο η χορωδία ξανάρχιζε.
Τραγουδήστε και χαρείτε, σκέφτηκα. Αυτό μόνο ξέρετε να κάνετε. Κάθε καλοκαίρι μας παίρνετε τ’ αυτιά αλλά το χειμώνα, θα τρέχετε να ζητάτε κανένα σπόρο από τα μυρμήγκια, που συνεχίζουν να εργάζονται υπομονετικά κι αθόρυβα όλο το καλοκαίρι.
Όμως το βράδυ που πήγα για ύπνο, η παραπάνω εικόνα μου φάνηκε κάπως απλοϊκή. Είναι δυνατόν, αναρωτήθηκα, τα τζιτζίκια να ζουν μόνο ένα καλοκαίρι κάθε φορά; Και μόνο για το τραγούδι; Έτσι όταν γύρισα στη βάση μου έκανα μια μικρή έρευνα στο διαδίκτυο. Κι έπεσα από τα σύννεφα. Αν κάποιος αξίζει το θαυμασμό μας φίλοι μου αυτός είναι ο τζίτζικας κι όχι ο μέρμηγκας. Ο Αίσωπος (κι ο Lafontaine που τον αντέγραψε) απλώς έκαναν προπαγάνδα.
Σύμφωνα με τους ειδικούς λοιπόν, ο τζίτζικας που ακούμε να τραγουδά το καλοκαίρι, προήλθε από τη μεταμόρφωση μιας προνύμφης ηλικίας ενός ως έξη ετών. Βέβαια οι αμερικάνοι τζίτζικες μπορεί να ζήσουν μέχρι και 17 χρόνια, αλλά οι Αμερικάνοι πάντα υπερέβαλλαν σε όλα. Η ένταση του τραγουδιού του μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 160 db, όσο περίπου είναι ο θόρυβος δίπλα σε ένα κινητήρα αεροπλάνου σε λειτουργία! Κάθε είδος τζιτζικιού διαθέτει τρεις τουλάχιστον μελωδίες, αλλά η κυριότερη είναι το ερωτικό κάλεσμα του αρσενικού προς το θηλυκό. Ενός αρσενικού, που είναι στην πραγματικότητα κουφό και διαθέτει ένα σύστημα «τύμπανων» (τα οποία πάλλονται 300 ως 900 φορές το λεπτό) καθώς και ευρείς θαλάμους (αντηχεία). Το σύστημα επηρεάζεται από την υγρασία του αέρα – εξ ου και οι παράξενες διακοπές το πρωί και το βράδυ.
Αντίθετα το θηλυκό δεν διαθέτει τέτοιο σύστημα παραγωγής ήχων κι έτσι παραμένει σιωπηλό. Αφουγκράζεται όμως, σμίγει με το αρσενικό που τραγουδά καλύτερα και τελικά εναποθέτει τα αυγά της σε κάποιο ξερό κλαδί το οποίο τρυπά ειδικά για την περίσταση. Τον Οκτώβριο θα βγουν οι νύμφες και θ’ αρχίσουν να σκάβουν το έδαφος για να βρουν ρίζες να ρουφήξουν. Μέχρι να βγουν στην επιφάνεια ύστερα από μερικά χρόνια και να μεταμορφωθούν σε τζίτζικες και να ξαναρχίσουν τον κύκλο.
Ο τζίτζικας τρέφεται βυθίζοντας μια κεραία στο κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται και από εκεί απομυζά το χυμό. Γύρω του συγκεντρώνονται διάφορα έντομα κυρίως πεινασμένα μυρμήγκια (για φαντάσου!), που προσπαθούν να υποκλέψουν καμιά γουλιά χυμό. Όταν αυτό γίνει πολύ ενοχλητικό, ο τζίτζικάς μας, αλλάζει θέση πετώντας, αφού κατουρήσει στην κυριολεξία τους ενοχλητικούς!
Η ιεραρχικά οργανωμένη κοινωνία των μυρμηγκιών είναι καλύτερα γνωστή. Όλοι γνωρίζουν για τις δαιδαλώδεις, οργανωμένες φωλιές με την γόνιμη βασίλισσα, τις στείρες εργάτριες και πολεμίστριες και τους αρσενικούς κηφήνες. Η εξειδίκευση της εργασίας, η εκμετάλλευση μελιτοφόρων ειδών, οι πόλεμοι με τις γειτονικές φωλιές είναι θέματα που συγκινούν τους θεωρητικούς όλων των «αριστοκρατικών» καθεστώτων. Χιλιάδες εξειδικευμένα και εκλαϊκευμένα βιβλία και ιστοσελίδες είναι αφιερωμένα στην Μυρμηγκολογία. Δεν θα επεκταθώ λοιπόν – παρά μόνο προτείνοντας την ανάγνωση των υπέροχων βιβλίων του Bernard Werber (http://www.bernardwerber.com/) του οποίου «H επανάσταση των μυρμηγκιών» κυκλοφορεί και στα ελληνικά.
Μονάχος του λοιπόν ο τζίτζικας. Σκάβει για χρόνια τη γη για να τραφεί χωρίς την κοινωνική προστασία μιας οργανωμένης φωλιάς να τον υποστηρίζει. Κι όταν βγει στη σύνταξη, ή αν θέλετε, όταν πάει διακοπές, ύστερα από χρόνια σκληρής δουλειάς στα έγκατα της γης, αρχίζει να τραγουδά με όλη του τη δύναμη για τέσσερις-πέντε εβδομάδες. Μέχρι που να ζευγαρώσει – αλήθεια πόση ώρα κρατά η ηδονή του; – και μετά να πέσει στο έδαφος όπου πεθαίνει εξαντλημένος.
Και ενώ τραγουδά, υποφέρει κι από την εκμετάλλευση των άλλων χωρίς πάλι να έχει οργανωμένο στρατό ούτε και θανατηφόρο κεντρί για να προστατευθεί. Απλώς θ’ αλλάξει θέση κατουρώντας τους ενοχλητικούς εκμεταλλευτές του. Και θα συνεχίσει να τραγουδά, καλώντας την όμορφη τζιτζικίνα και σημαδεύοντας ηχητικά τα καλοκαίρια μας, αυτός ο μοναχικός, αναρχικός και επίμονος τροβαδούρος του καλοκαιριού, αυτός ο παρεξηγημένος ήρωας. Σ’ αυτόν λοιπόν είναι αφιερωμένες οι λίγες παρακάτω επαινετικές λέξεις.
Αναρχικέ μου τζίτζικα
Τραγούδα όλη μέρα
Ελεύθερος κι αγέρωχος
Τ’ αξίζεις πέρα ως πέρα
Μόνος για χρόνια έζησες
Με θάρρος και με πείσμα
Χωρίς καμιά βασίλισσα
Ή μπάτσους, ή κηφήνες
Αλλά και που μεγάλωσες
Και βγήκες στο κουρμπέτι
Μόνος και πάλι φωνακλάς
Ωραίος κι ερωτιάρης
Τον Αίσωπο παράτησε
Ξέχνα τον Λαφοντένο
Το σύστημά τους ύμνησαν
Τους δούλους, τους παρίες
Ενώ εσύ τους φώναζες
«Ήρθε το καλοκαίρι!»
Τι κι αν μυρμήγκια έρχονται
Το νέκταρ να σου κλέψουν
Κατούρα τους λεβέντη μου
Είναι εργάτες, δούλοι.
Δεν θα σε καταλάβουνε
Όσο κι αν τους φωνάξεις
«Ήρθε το καλοκαίρι!
Ήρθε η ώρα της χαράς!»
Ξεφώνισε, τραγούδησε,
Με όλη την καρδιά σου
Ψάλλε τον ύμνο στη ζωή
Την όμορφη, τη δύσκολη
Και άτυχη, και λίγη
Μην κουραστείς να μας το λες
«Ήρθε το καλοκαίρι!
Ήρθε η ώρα της χαράς!
Η ώρα της αγάπης!»
Στοιχεία από την Πάπυρος-Larousse-Britannica, τις ιστοσελίδες του Roger Coudrey (http://www.chez.com/rogercoudrey/france.html) και το http://www.myrmecology.info/portal.
Με κούφαναν τα τζιτζίκια φέτος. Για πρώτη φορά έστησα αυτί και τα αφουγκράστηκα. Στιγμές, στιγμές έμοιαζαν να τσιρίζουν όλο και πιο δυνατά. Άλλες στιγμές λες και κουράζονταν κι έπαιρναν να ξαποσταίνουν. Ακούγονταν τότε μερικά μόνο με κουρασμένες φωνές αλλά σε λίγο η χορωδία ξανάρχιζε.
Τραγουδήστε και χαρείτε, σκέφτηκα. Αυτό μόνο ξέρετε να κάνετε. Κάθε καλοκαίρι μας παίρνετε τ’ αυτιά αλλά το χειμώνα, θα τρέχετε να ζητάτε κανένα σπόρο από τα μυρμήγκια, που συνεχίζουν να εργάζονται υπομονετικά κι αθόρυβα όλο το καλοκαίρι.
Όμως το βράδυ που πήγα για ύπνο, η παραπάνω εικόνα μου φάνηκε κάπως απλοϊκή. Είναι δυνατόν, αναρωτήθηκα, τα τζιτζίκια να ζουν μόνο ένα καλοκαίρι κάθε φορά; Και μόνο για το τραγούδι; Έτσι όταν γύρισα στη βάση μου έκανα μια μικρή έρευνα στο διαδίκτυο. Κι έπεσα από τα σύννεφα. Αν κάποιος αξίζει το θαυμασμό μας φίλοι μου αυτός είναι ο τζίτζικας κι όχι ο μέρμηγκας. Ο Αίσωπος (κι ο Lafontaine που τον αντέγραψε) απλώς έκαναν προπαγάνδα.
Σύμφωνα με τους ειδικούς λοιπόν, ο τζίτζικας που ακούμε να τραγουδά το καλοκαίρι, προήλθε από τη μεταμόρφωση μιας προνύμφης ηλικίας ενός ως έξη ετών. Βέβαια οι αμερικάνοι τζίτζικες μπορεί να ζήσουν μέχρι και 17 χρόνια, αλλά οι Αμερικάνοι πάντα υπερέβαλλαν σε όλα. Η ένταση του τραγουδιού του μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 160 db, όσο περίπου είναι ο θόρυβος δίπλα σε ένα κινητήρα αεροπλάνου σε λειτουργία! Κάθε είδος τζιτζικιού διαθέτει τρεις τουλάχιστον μελωδίες, αλλά η κυριότερη είναι το ερωτικό κάλεσμα του αρσενικού προς το θηλυκό. Ενός αρσενικού, που είναι στην πραγματικότητα κουφό και διαθέτει ένα σύστημα «τύμπανων» (τα οποία πάλλονται 300 ως 900 φορές το λεπτό) καθώς και ευρείς θαλάμους (αντηχεία). Το σύστημα επηρεάζεται από την υγρασία του αέρα – εξ ου και οι παράξενες διακοπές το πρωί και το βράδυ.
Αντίθετα το θηλυκό δεν διαθέτει τέτοιο σύστημα παραγωγής ήχων κι έτσι παραμένει σιωπηλό. Αφουγκράζεται όμως, σμίγει με το αρσενικό που τραγουδά καλύτερα και τελικά εναποθέτει τα αυγά της σε κάποιο ξερό κλαδί το οποίο τρυπά ειδικά για την περίσταση. Τον Οκτώβριο θα βγουν οι νύμφες και θ’ αρχίσουν να σκάβουν το έδαφος για να βρουν ρίζες να ρουφήξουν. Μέχρι να βγουν στην επιφάνεια ύστερα από μερικά χρόνια και να μεταμορφωθούν σε τζίτζικες και να ξαναρχίσουν τον κύκλο.
Ο τζίτζικας τρέφεται βυθίζοντας μια κεραία στο κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται και από εκεί απομυζά το χυμό. Γύρω του συγκεντρώνονται διάφορα έντομα κυρίως πεινασμένα μυρμήγκια (για φαντάσου!), που προσπαθούν να υποκλέψουν καμιά γουλιά χυμό. Όταν αυτό γίνει πολύ ενοχλητικό, ο τζίτζικάς μας, αλλάζει θέση πετώντας, αφού κατουρήσει στην κυριολεξία τους ενοχλητικούς!
Η ιεραρχικά οργανωμένη κοινωνία των μυρμηγκιών είναι καλύτερα γνωστή. Όλοι γνωρίζουν για τις δαιδαλώδεις, οργανωμένες φωλιές με την γόνιμη βασίλισσα, τις στείρες εργάτριες και πολεμίστριες και τους αρσενικούς κηφήνες. Η εξειδίκευση της εργασίας, η εκμετάλλευση μελιτοφόρων ειδών, οι πόλεμοι με τις γειτονικές φωλιές είναι θέματα που συγκινούν τους θεωρητικούς όλων των «αριστοκρατικών» καθεστώτων. Χιλιάδες εξειδικευμένα και εκλαϊκευμένα βιβλία και ιστοσελίδες είναι αφιερωμένα στην Μυρμηγκολογία. Δεν θα επεκταθώ λοιπόν – παρά μόνο προτείνοντας την ανάγνωση των υπέροχων βιβλίων του Bernard Werber (http://www.bernardwerber.com/) του οποίου «H επανάσταση των μυρμηγκιών» κυκλοφορεί και στα ελληνικά.
Μονάχος του λοιπόν ο τζίτζικας. Σκάβει για χρόνια τη γη για να τραφεί χωρίς την κοινωνική προστασία μιας οργανωμένης φωλιάς να τον υποστηρίζει. Κι όταν βγει στη σύνταξη, ή αν θέλετε, όταν πάει διακοπές, ύστερα από χρόνια σκληρής δουλειάς στα έγκατα της γης, αρχίζει να τραγουδά με όλη του τη δύναμη για τέσσερις-πέντε εβδομάδες. Μέχρι που να ζευγαρώσει – αλήθεια πόση ώρα κρατά η ηδονή του; – και μετά να πέσει στο έδαφος όπου πεθαίνει εξαντλημένος.
Και ενώ τραγουδά, υποφέρει κι από την εκμετάλλευση των άλλων χωρίς πάλι να έχει οργανωμένο στρατό ούτε και θανατηφόρο κεντρί για να προστατευθεί. Απλώς θ’ αλλάξει θέση κατουρώντας τους ενοχλητικούς εκμεταλλευτές του. Και θα συνεχίσει να τραγουδά, καλώντας την όμορφη τζιτζικίνα και σημαδεύοντας ηχητικά τα καλοκαίρια μας, αυτός ο μοναχικός, αναρχικός και επίμονος τροβαδούρος του καλοκαιριού, αυτός ο παρεξηγημένος ήρωας. Σ’ αυτόν λοιπόν είναι αφιερωμένες οι λίγες παρακάτω επαινετικές λέξεις.
Αναρχικέ μου τζίτζικα
Τραγούδα όλη μέρα
Ελεύθερος κι αγέρωχος
Τ’ αξίζεις πέρα ως πέρα
Μόνος για χρόνια έζησες
Με θάρρος και με πείσμα
Χωρίς καμιά βασίλισσα
Ή μπάτσους, ή κηφήνες
Αλλά και που μεγάλωσες
Και βγήκες στο κουρμπέτι
Μόνος και πάλι φωνακλάς
Ωραίος κι ερωτιάρης
Τον Αίσωπο παράτησε
Ξέχνα τον Λαφοντένο
Το σύστημά τους ύμνησαν
Τους δούλους, τους παρίες
Ενώ εσύ τους φώναζες
«Ήρθε το καλοκαίρι!»
Τι κι αν μυρμήγκια έρχονται
Το νέκταρ να σου κλέψουν
Κατούρα τους λεβέντη μου
Είναι εργάτες, δούλοι.
Δεν θα σε καταλάβουνε
Όσο κι αν τους φωνάξεις
«Ήρθε το καλοκαίρι!
Ήρθε η ώρα της χαράς!»
Ξεφώνισε, τραγούδησε,
Με όλη την καρδιά σου
Ψάλλε τον ύμνο στη ζωή
Την όμορφη, τη δύσκολη
Και άτυχη, και λίγη
Μην κουραστείς να μας το λες
«Ήρθε το καλοκαίρι!
Ήρθε η ώρα της χαράς!
Η ώρα της αγάπης!»
Στοιχεία από την Πάπυρος-Larousse-Britannica, τις ιστοσελίδες του Roger Coudrey (http://www.chez.com/rogercoudrey/france.html) και το http://www.myrmecology.info/portal.
Δευτέρα, Αυγούστου 07, 2006
Οι Χαμένοι Παράδεισοι
Το προπατορικό αμάρτημα και οι διακοπές
Όταν οι Πρωτόπλαστοι εξωπετάχθηκαν από τον Παράδεισο, τους έμεινε η νοσταλγία. Για την παρθένα φύση, τα κρύα νερά, την ανεμελιά και την …τεμπελιά.
Το πρώτο κακό που τους βρήκε, μετά την έξοδο, ήταν η εργασία. Άρχισαν να μοχθούν, να ιδρώνουν («εν τω ιδρώτι του προσώπου σου…») να καταπονούνται: είτε για τον άρτο, είτε για την Μερτσέντες. Γενικά η έκπτωση από την Παραδείσια ευτυχία έφερε την δουλειά (από την «δουλεία» κατάγεται η λέξη) και η νοσταλγία του Παραδείσου οξύνθηκε.
Μέχρι που κάποιος ανακάλυψε τις διακοπές.
Οι διακοπές λειτουργούν ως υποκατάστατο του Παραδείσου. Όπως ο καλός Χριστιανός υπομένει τα πάντα μία ζωή, προσδοκώντας να πάει στον Παράδεισο, έτσι κι ο εργαζόμενος ανέχεται την καθημερινή ρουτίνα, τον αυταρχισμό του προϊστάμενου, την πειθαρχία του ωραρίου, την αυθάδεια του πελάτη – προκειμένου κάποτε να πάει διακοπές.
«Ε, δεν θα έρθει ο Αύγουστος;» μονολογεί.
Και μεταθέτει όλες του τις ελπίδες, τις προσδοκίες, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, σε αυτό το μικρό διάστημα παραδείσου.
«Παραδείσους» ονομάζουν - όχι τυχαία - και οι τουριστικοί πράκτορες τους ωραιότερους προορισμούς τους.
Σκεφθείτε το: τι αναζητάμε στις διακοπές μας; Μα όλα όσα χάσαμε με το Προπατορικό Αμάρτημα (την παρθένα φύση, τα κρύα νερά, την ανεμελιά και την …τεμπελιά, την γύμνια και τον ελεύθερο έρωτα).
Ίσως δεν είχατε σκεφθεί αυτή τη διάσταση – όμως για μένα είναι εμφανές πως οι διακοπές δεν έχουν μόνο τουριστικό, ψυχολογικό ή κοινωνικό – έχουν και θεολογικό χαρακτήρα.
Και από εκεί πηγάζει το μεγάλο τους πρόβλημα.
Περιμένουμε πολλά από τις διακοπές μας. Μία επιστροφή στον Παράδεισο.
Εκπλήρωση ονείρων, εξόφληση επιταγών, ικανοποίηση επιθυμιών, πλήρωση προσδοκιών… Κι επειδή δεν είναι δυνατόν να γίνουν όλα όσα λαχταράει η καρδιά μας, επειδή δεν μπορεί ένας μήνας (κι αν είναι μήνας) να ξεπληρώσει τα χρέη ενός χρόνου, ούτε είναι δυνατόν ένα υποκατάστατο Παραδείσου να λειτουργήσει ως πραγματικός Παράδεισος, στο τέλος τους περισσότερους τους περιμένει η απογοήτευση.
Οι ψυχίατροι γνωρίζουν καλά το σύνδρομο. Ο εργαζόμενος που γυρίζει με κατάθλιψη (ή ακόμα χειρότερα: την παθαίνει επί τόπου, μέσα στον «Παράδεισο»).
Οι στατιστικές λένε ότι τα περισσότερα εμφράγματα συμβαίνουν τις πρώτες μέρες των διακοπών. (Αναψυχή είναι αυτή, ή Βαγδάτη;)
Μαζί και οι περισσότεροι συζυγικοί καυγάδες. Η απογοήτευση από το αναμενόμενο στο πραγματικό τεντώνει τα νεύρα στα άκρα.
Την πληρώνει η σύζυγος, ο σύζυγος, τα παιδιά – ή όλοι μαζί.
Μακάριοι όσοι έχουν θητεία στην Βουδιστική σκέψη και δεν περιμένουν τίποτα.
Μόνον αυτοί θα περάσουν καλά. Μην έχοντας βάλει ψηλά τον πήχη μπορούν άνετα να κάνουν ρεκόρ ανεμελιάς.
Οι άλλοι, που περιμένουν να ανανεωθούν, να ξανανιώσουν, να τους ερωτευθούν (και να τους κάτσουν), να χαλαρώσουν, να διασκεδάσουν, να ξεσαλώσουν αλλά και να ξεκουραστούν, να έχουν περιπέτειες ξαπλωμένοι και να γλεντήσουν σε επαρχιακή ντίσκο, μάλλον θα γυρίσουν με έλλειμμα.
Βέβαια δεν το ομολογούν πάντα στους άλλους. Ντρέπονται και εξωραΐζουν. Για λόγους προσωπικού κύρους, εξιδανικεύουν. Ή απλώς απωθούν και ξεχνάνε: τις παγωμένες πατάτες, τις εξατμίσεις από τα μηχανάκια, το ρεντρούμι που δεν είχε αποχέτευση, τις τσιρίδες των παιδιών (δεν κοιμούνται ποτέ;) την βρώμικη παραλία, τις τιμές που εκτινάσσονται μόλις ρωτήσεις…
Αχ εκείνες οι αφίσες του Τουρισμού, τι ζημιά έχουν κάνει! Αμ, τα ταξιδιωτικά ντοκιμαντέρ – από τον Μαυρίτιο, τις Σεϋχέλλες, την Καραϊβική… Διαβάζεις το Γεωτρόπιο της «Ελευθεροτυπίας» και τις λυρικές περιγραφές του περιγράφοντος, βλέπεις τις εντυπωσιακές φωτογραφίες, μαζεύεις φασούλι το φασούλι και πας σε μακρινά νησιά…
Χμ... Γιατί άραγε από κοντά είναι όλα αλλιώτικα; (Σπάνια καλύτερα…). Διότι οι φωτογράφοι και οι κάμεραμεν ξέρουν την δουλειά τους. Διαλέγουν την σωστή στιγμή, τον κατάλληλο φωτισμό, αποκλείουν τα άσχετα στοιχεία. Κάποτε, πριν πολλά χρόνια, στην Γρανάδα είχα τραβήξει μία σειρά φωτογραφίες του ανάκτορου και των κήπων της Αλάμπρα. Μου είχε κοστίσει αρκετές ημέρες δουλειάς και ώρες υπομονής (π. χ. να βρω το δευτερόλεπτο που θα έμενε άδεια μία αίθουσα). Κανένας επισκέπτης δεν θα δει ποτέ την Αλάμπρα όπως την έχω φωτογραφήσει.
Α, ναι, η άλλη μορφή διακοπών, ο πολιτιστικός τουρισμός, υποφέρει από κακοήθη υπερπληθυσμό – αδύνατο πια να δεις τα σημαντικότερα αξιοθέατα του πλανήτη. Μπροστά σου θα είναι πάντα εκατό Ιάπωνες (στους οποίους προστέθηκαν πρόσφατα και διακόσιοι Κινέζοι).
Και η κλασική μορφή διακοπών, η φυγή και η χαλάρωση, υποφέρει από την παραπλανητική διαφήμιση και το «σύνδρομο του Παραδείσου». Πρωτόπλαστοι δεν θα ξαναγίνουμε… Άπαξ και φάγαμε το Μήλο, μόνο διακοπές.
Ναι, έτσι πληρώνουμε το προπατορικό αμάρτημα. Να σκοτωνόμαστε στην δουλειά, να νοσταλγούμε ένα Παράδεισο, να τον παίρνουμε σε μικρές δόσεις και να μην τον χορταίνουμε ποτέ.
Εφ’ ω και πολλοί μένουμε σπίτι μας…
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" στις 6.8.06. Οι φωτογραφίες είναι του ανεψιού μου Νίκου Λαγαρού, τραβηγμένες σε έναν πραγματικό παράδεισο: To Great Barrier Reef στα ανοιχτά της Αυστραλίας. Ο αρχικός πίνακας, του Cranach
Όταν οι Πρωτόπλαστοι εξωπετάχθηκαν από τον Παράδεισο, τους έμεινε η νοσταλγία. Για την παρθένα φύση, τα κρύα νερά, την ανεμελιά και την …τεμπελιά.
Το πρώτο κακό που τους βρήκε, μετά την έξοδο, ήταν η εργασία. Άρχισαν να μοχθούν, να ιδρώνουν («εν τω ιδρώτι του προσώπου σου…») να καταπονούνται: είτε για τον άρτο, είτε για την Μερτσέντες. Γενικά η έκπτωση από την Παραδείσια ευτυχία έφερε την δουλειά (από την «δουλεία» κατάγεται η λέξη) και η νοσταλγία του Παραδείσου οξύνθηκε.
Μέχρι που κάποιος ανακάλυψε τις διακοπές.
Οι διακοπές λειτουργούν ως υποκατάστατο του Παραδείσου. Όπως ο καλός Χριστιανός υπομένει τα πάντα μία ζωή, προσδοκώντας να πάει στον Παράδεισο, έτσι κι ο εργαζόμενος ανέχεται την καθημερινή ρουτίνα, τον αυταρχισμό του προϊστάμενου, την πειθαρχία του ωραρίου, την αυθάδεια του πελάτη – προκειμένου κάποτε να πάει διακοπές.
«Ε, δεν θα έρθει ο Αύγουστος;» μονολογεί.
Και μεταθέτει όλες του τις ελπίδες, τις προσδοκίες, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, σε αυτό το μικρό διάστημα παραδείσου.
«Παραδείσους» ονομάζουν - όχι τυχαία - και οι τουριστικοί πράκτορες τους ωραιότερους προορισμούς τους.
Σκεφθείτε το: τι αναζητάμε στις διακοπές μας; Μα όλα όσα χάσαμε με το Προπατορικό Αμάρτημα (την παρθένα φύση, τα κρύα νερά, την ανεμελιά και την …τεμπελιά, την γύμνια και τον ελεύθερο έρωτα).
Ίσως δεν είχατε σκεφθεί αυτή τη διάσταση – όμως για μένα είναι εμφανές πως οι διακοπές δεν έχουν μόνο τουριστικό, ψυχολογικό ή κοινωνικό – έχουν και θεολογικό χαρακτήρα.
Και από εκεί πηγάζει το μεγάλο τους πρόβλημα.
Περιμένουμε πολλά από τις διακοπές μας. Μία επιστροφή στον Παράδεισο.
Εκπλήρωση ονείρων, εξόφληση επιταγών, ικανοποίηση επιθυμιών, πλήρωση προσδοκιών… Κι επειδή δεν είναι δυνατόν να γίνουν όλα όσα λαχταράει η καρδιά μας, επειδή δεν μπορεί ένας μήνας (κι αν είναι μήνας) να ξεπληρώσει τα χρέη ενός χρόνου, ούτε είναι δυνατόν ένα υποκατάστατο Παραδείσου να λειτουργήσει ως πραγματικός Παράδεισος, στο τέλος τους περισσότερους τους περιμένει η απογοήτευση.
Οι ψυχίατροι γνωρίζουν καλά το σύνδρομο. Ο εργαζόμενος που γυρίζει με κατάθλιψη (ή ακόμα χειρότερα: την παθαίνει επί τόπου, μέσα στον «Παράδεισο»).
Οι στατιστικές λένε ότι τα περισσότερα εμφράγματα συμβαίνουν τις πρώτες μέρες των διακοπών. (Αναψυχή είναι αυτή, ή Βαγδάτη;)
Μαζί και οι περισσότεροι συζυγικοί καυγάδες. Η απογοήτευση από το αναμενόμενο στο πραγματικό τεντώνει τα νεύρα στα άκρα.
Την πληρώνει η σύζυγος, ο σύζυγος, τα παιδιά – ή όλοι μαζί.
Μακάριοι όσοι έχουν θητεία στην Βουδιστική σκέψη και δεν περιμένουν τίποτα.
Μόνον αυτοί θα περάσουν καλά. Μην έχοντας βάλει ψηλά τον πήχη μπορούν άνετα να κάνουν ρεκόρ ανεμελιάς.
Οι άλλοι, που περιμένουν να ανανεωθούν, να ξανανιώσουν, να τους ερωτευθούν (και να τους κάτσουν), να χαλαρώσουν, να διασκεδάσουν, να ξεσαλώσουν αλλά και να ξεκουραστούν, να έχουν περιπέτειες ξαπλωμένοι και να γλεντήσουν σε επαρχιακή ντίσκο, μάλλον θα γυρίσουν με έλλειμμα.
Βέβαια δεν το ομολογούν πάντα στους άλλους. Ντρέπονται και εξωραΐζουν. Για λόγους προσωπικού κύρους, εξιδανικεύουν. Ή απλώς απωθούν και ξεχνάνε: τις παγωμένες πατάτες, τις εξατμίσεις από τα μηχανάκια, το ρεντρούμι που δεν είχε αποχέτευση, τις τσιρίδες των παιδιών (δεν κοιμούνται ποτέ;) την βρώμικη παραλία, τις τιμές που εκτινάσσονται μόλις ρωτήσεις…
Αχ εκείνες οι αφίσες του Τουρισμού, τι ζημιά έχουν κάνει! Αμ, τα ταξιδιωτικά ντοκιμαντέρ – από τον Μαυρίτιο, τις Σεϋχέλλες, την Καραϊβική… Διαβάζεις το Γεωτρόπιο της «Ελευθεροτυπίας» και τις λυρικές περιγραφές του περιγράφοντος, βλέπεις τις εντυπωσιακές φωτογραφίες, μαζεύεις φασούλι το φασούλι και πας σε μακρινά νησιά…
Χμ... Γιατί άραγε από κοντά είναι όλα αλλιώτικα; (Σπάνια καλύτερα…). Διότι οι φωτογράφοι και οι κάμεραμεν ξέρουν την δουλειά τους. Διαλέγουν την σωστή στιγμή, τον κατάλληλο φωτισμό, αποκλείουν τα άσχετα στοιχεία. Κάποτε, πριν πολλά χρόνια, στην Γρανάδα είχα τραβήξει μία σειρά φωτογραφίες του ανάκτορου και των κήπων της Αλάμπρα. Μου είχε κοστίσει αρκετές ημέρες δουλειάς και ώρες υπομονής (π. χ. να βρω το δευτερόλεπτο που θα έμενε άδεια μία αίθουσα). Κανένας επισκέπτης δεν θα δει ποτέ την Αλάμπρα όπως την έχω φωτογραφήσει.
Α, ναι, η άλλη μορφή διακοπών, ο πολιτιστικός τουρισμός, υποφέρει από κακοήθη υπερπληθυσμό – αδύνατο πια να δεις τα σημαντικότερα αξιοθέατα του πλανήτη. Μπροστά σου θα είναι πάντα εκατό Ιάπωνες (στους οποίους προστέθηκαν πρόσφατα και διακόσιοι Κινέζοι).
Και η κλασική μορφή διακοπών, η φυγή και η χαλάρωση, υποφέρει από την παραπλανητική διαφήμιση και το «σύνδρομο του Παραδείσου». Πρωτόπλαστοι δεν θα ξαναγίνουμε… Άπαξ και φάγαμε το Μήλο, μόνο διακοπές.
Ναι, έτσι πληρώνουμε το προπατορικό αμάρτημα. Να σκοτωνόμαστε στην δουλειά, να νοσταλγούμε ένα Παράδεισο, να τον παίρνουμε σε μικρές δόσεις και να μην τον χορταίνουμε ποτέ.
Εφ’ ω και πολλοί μένουμε σπίτι μας…
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" στις 6.8.06. Οι φωτογραφίες είναι του ανεψιού μου Νίκου Λαγαρού, τραβηγμένες σε έναν πραγματικό παράδεισο: To Great Barrier Reef στα ανοιχτά της Αυστραλίας. Ο αρχικός πίνακας, του Cranach