Ξέρω πως είναι Χριστούγεννα και θα έπρεπε να γράψω γι αυτά αλλά επειδή θα γράψουν όλοι οι άλλοι, λέω να μην το κάνω. Στη ζωή μου έκανα συχνά το «αντίθετο» από το αναμενόμενο και μου βγήκε σε καλό.
1940.΄Έλαβα για δώρο μία μπάλα ποδοσφαίρου.
Μην νομίζετε πως είχε τις ραφές και τα σχέδια των σημερινών. Ένα τόπι ήταν,
μακιγιαρισμένο σε μπάλα. Μεγάλο απόκτημα όμως για την γειτονιά, γιατί ως τότε κλωτσούσαμε
κάλτσες. Ήταν η πρώτη γεύση για κάτι που έμοιαζε με ποδόσφαιρο.
Ήμασταν οκτώ ή εννιά – δεν βγάζαμε ούτε μία
ενδεκάδα. Όλοι όμως χωρισμένοι σε ομάδες: Ολυμπιακοί τρεις, Παναθηναϊκοί
τέσσερεις (αφού στην Αθήνα παίζουμε βρε παιδιά!) κι εγώ, πάντα αντιδραστικός,
ΑΕΚ. Είχα βρει και μία φανέλα που η μαμζέλ (των Γαλλικών αλλά και πάσης εποπτείας
αφού η μητέρα μου ήταν μόνιμα άρρωστη) την είχε βάψει κίτρινη. Γήπεδο, η οδός
Μιχαήλ Βόδα. Περνούσαν τρία
αυτοκίνητα την ώρα αλλά ακούγονταν από μακριά και είχαμε καιρό να τραβηχτούμε.
Χρησιμοποιούσαμε τα διεθνή παραγγέλματα όπως τα είχαμε ακούσει χωρίς να ξέρουμε
καλά-καλά τι σημαίνουν. Κάθε λίγο άκουγες: «Μπενάρτυ!» ρε! «Μπενάρτυ»!
Η ΑΕΚ έχανε πάντα (είχε μόνο ένα παίχτη) αλλά
είχε την μπάλα. Μέχρι που κάποια αλητόπαιδα μας την έκλεψαν και συνεχίσαμε
χρησιμοποιώντας παλιές κάλτσες ραμμένες σε μικρούς μπόγους. Ήρθε η Κατοχή, οι
άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους από το κρύο και την πείνα και κανείς δεν είχε
όρεξη να παίξει.
Η δεύτερη επαφή μου με το ποδόσφαιρο ήταν μετά
δέκα χρόνια. Αν θυμάμαι καλά, στην Εκάλη υπήρχε ένα μικρό ξενοδοχείο ",Αριάδνη".
Εκεί μας έστειλε ο πατέρας μου, την μητέρα κι εμένα, για να παραθερίσουμε. Εκεί λοιπόν
παραθέριζε και ολόκληρη η Εθνική Ελλάδος για ξεκούραση πριν από ένα διεθνές
ματς. Δεκαπέντε χρόνων τότε, πέρασα πάνω από μια εβδομάδα με όλα τα αστέρια του
Ελληνικού ποδοσφαίρου. Μέσα στο δάσος υπήρχε και μία αλάνα όπου γίνονταν οι
προπονήσεις. Πολλές φορές με φώναζαν κι εμένα να συμπληρώσω κάποια θέση.
Έτσι πέρασα πάνω από μια εβδομάδα με τα
διασημότερα τότε ονόματα της Εθνικής Ποδοσφαίρου: Ρωσσίδης, Δαρίβας,
Μαρόπουλος, (70 χρόνια πίσω, ούτε που
θυμάμαι πια τα ονόματά τους). Τα βράδια μας έλεγαν ιστορίες από ματς και ξαναζούσαμε
ένδοξες στιγμές της Εθνικής.
Μετά, το 1954, βρέθηκα στο Μόναχο για σπουδές.
Δεν χρειάστηκε πολύς καιρός για να ανακαλύψω ότι η γραμμή του τραμ που περνούσε
από το σπίτι μου κατέληγε στο παλιό γήπεδο της Μπάγερν. Έτσι ξεκίνησε μία νέα εποχή στις σχέσεις μου
με το ποδόσφαιρο. Βέβαια δε θα ισχυριστώ ότι περνούσα ώρες στις κερκίδες – αλλά
παρακολουθούσα όσο μπορούσα την ένδοξη πορεία αυτής της μεγάλης ομάδας.
Κι ερχόμαστε στο σήμερα όπου το ποδόσφαιρο
περνάει τις πιο ενδιαφέρουσες και θα έλεγα ένδοξες στιγμές του. Όπως και δισεκατομμύρια
φίλαθλοι παρακολούθησα σχεδόν όλους τους αγώνες του Παγκόσμιου Κυπέλου στο
Κατάρ. Το οποίο συνοδεύτηκε και από μία ανθρώπινη δραματική ιστορία: την
αποθέωση του ταπεινού και απλού Λιο Μέσι και την κατάρρευση του κάποτε ανταγωνιστή
του, του υπερόπτη και επαρμένου Ρονάλδο.
Σκέπτομαι την άδολη χαρά που θα βασιλεύει στο
Χριστουγεννιάτικο τραπέζι της οικογένειας Μέσι και τους σιγοτραγουδάω
ψιθυριστά: «Feliz
Navidad…»
Ευτυχισμένα Χριστούγεννα και σε σας αναγνώστες!