…παρά γέρος, φτωχός και άρρωστος.
Θα την έχετε σίγουρα ακούσει αυτή τη φράση –
είναι το αποκορύφωμα του αυτονόητου. Δεν μπορώ ούτε να φανταστώ άνθρωπο που να
διαφωνήσει με αυτήν.
Ωστόσο υπάρχουν μερικά συμπληρώματα που την
κάνουν ακόμα πιο αυτονόητη. Π. χ. αν στο τέλος της φράσης προσθέσει κάποιος τις
λέξεις «…στην Ελλάδα». Διότι το να είσαι άρρωστος στην Ελλάδα (εκεί, στην
αρρώστια, καταλήγει η φράση) διαφέρει πολύ από το να αρρωστήσεις π.χ. στη
Δανία. (Έχω πείρα και των δύο καταστάσεων).
Η διαφορά είναι τόσο μεγάλη που σχεδόν
ακυρώνει τις πρώτες λέξεις της έκφρασης – τις έννοιες γέρος και φτωχός. Σε μία
Σκανδιναβική χώρα, ακόμα και οι γέροντες και οι φτωχοί βρίσκουν άρτια περίθαλψη
και αντιμετώπιση από το σύστημα υγείας.
Ενώ στην Ελλάδα… Έβλεπα τα αποτελέσματα της
έρευνας All Can* που έγινε πρόσφατα σε εννέα ευρωπαϊκές χώρες. (Δείγμα για την Ελλάδα
640 καρκινοπαθείς). Τραγικές ελλείψεις, τόσο στην απόλυτα απαραίτητη έγκαιρη
διάγνωση και ενημέρωση, όσο και στην οικονομική υποστήριξη. 89% των ασθενών
επιβαρύνθηκαν οικονομικά κατά την διάρκεια της νόσου.
Μα, θα αναρωτηθείτε, δεν υπάρχει η Δημόσια
Περίθαλψη, το ΕΣΥ και δεν είναι όλοι (ή έστω οι περισσότεροι) Έλληνες
ασφαλισμένοι στο Δημόσιο ή σε κάποιο ταμείο;
Δυστυχώς στη χώρα μας – όπως και σε άλλους
τομείς – η περίθαλψη έχει διχοτομηθεί αφήνοντας στη μέση ένα τεράστιο κενό. Η
Δημόσια είναι υποστελεχωμένη, με λίγους (και κουρασμένους) γιατρούς, τεχνολογικές
ελλείψεις και ελάχιστους πόρους. (Όχι μόνο γιατί το κράτος δεν πληρώνει, αλλά
και διότι η εισφορά του δεν αξιοποιείται. Σύμφωνα με τον καθηγητή Ιωάννη
Υφαντόπουλο ένα 40-45% των πόρων που κατευθύνονται στα δημόσια νοσοκομεία δεν
αποδίδει όφελος για τους ασθενείς).
Δεν είναι ανάγκη να περιγράψω τις
καθυστερήσεις, την ταλαιπωρία, τα ράντζα στις εφημερίες, κλπ. Τα ζούμε οι
περισσότεροι κάθε μέρα.
Από την άλλη πλευρά η Ιδιωτική ανθίζει (και
λόγω των ελλείψεων της Δημόσιας). Έχει πλούσια εμφάνιση, πληθώρα γιατρών,
προχωρημένο τεχνολογικό εξοπλισμό καλή και γρήγορη εξυπηρέτηση. Αλλά είναι
πανάκριβη. Απρόσιτη για το 90% των Ελλήνων.
Δεν υπάρχει ο μέσος όρος: νοσοκομεία καθαρά,
οργανωμένα, με επαρκή στελέχωση και εξοπλισμό – αλλά χωρίς να συναγωνίζονται το
Χίλτον σε πολυτέλεια. Αυτός ο μέσος όρος είναι ανύπαρκτος, όπως και η
εξαφανισμένη Μεσαία Τάξη στην οποία αντιστοιχεί.
Ο τρίτος παίκτης σε αυτό το παιχνίδι είναι η
ιδιωτική ασφάλιση. Αυτή θα μπορούσε να καλύψει ένα μέρος από το χάσμα ανάμεσα
σε δημόσια και ιδιωτική περίθαλψη. Αλλά και αυτή είναι ακριβή και υποτυπώδης.
(Ασφάλιστρα κλάδου ζωής: 0,9% του ΑΕΠ, έναντι 4,6% μέσου όρου στην Ευρώπη). Δεν
λειτουργούν, όπως σε άλλες χώρες, μικτά συστήματα κρατικής και ιδιωτικής
ασφάλισης που να απαλύνουν το πρόβλημα και να καλύπτουν το κενό.
Επιπλέον – για
να μην ξεχνάμε και τον πρώτο πόλο της αρχικής μας φράσης – τους γέροντες – οι
δικές μας ασφαλιστικές δεν καλύπτουν όλες τις ηλικίες. Ενώ το προσδόκιμο ζωής
έχει μεγαλώσει εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια, οι περισσότερες ασφαλιστικές
εταιρίες δεν ανεβάζουν τα δικά τους όρια ηλικίας.
Έτσι, ένας ογδοντάχρονος δεν βρίσκει ασφαλιστή
στην Ελλάδα και οι μόνες του καταφυγές είναι δύο ξένες Αγγλικές εταιρίες. Οι
οποίες εκμεταλλευόμενες την ολιγοπωλιακή τους θέση, ανεβάζουν κάθε χρόνο τα
ασφάλιστρα, ζητούν υψηλές συμμετοχές και μερικές φορές απαιτούν εξαιρέσεις
νοσημάτων με πολύ περίεργες αιτιολογίες.
Οπότε η γνωστή αρχική μας φράση συμπληρώνεται
ως εξής: Αν δεν είσαι νέος, πλούσιος και υγιής – κάλλιο να ζεις στην Σκανδιναβία…
* Ρεπορτάζ
Πέννυς Μπουλούτζα στην Καθημερινή 11.4.