Όταν τα δύσκολα γίνονται πολύ δύσκολα, ο άνθρωπος καταφεύγει
κάπου. Στον θεό, το ποτό, τους φίλους, το παρελθόν, το μέλλον….
Εγώ, μερικές φορές, γυρίζω πίσω. Πολλές δεκαετίες πίσω – στην παιδική
ηλικία.
Ο καθένας μας έχει μία παιδική ηλικία. Αλλά δεν είναι όλες
ίδιες. Θα πίστευε κανείς πως οι περισσότερες είναι ευτυχισμένες – η θαλπωρή του
σπιτιού, η αγάπη της μάνας, η προστασία της οικογένειας, η σιγουριά του πατέρα…
Αλλά συχνά δεν είναι έτσι. Και το πιο μικρό παιδί, και το πιο αγαπημένο, έχει
τα άγχη, τους κρυφούς φόβους, την ανασφάλεια, το πείσμα, τη ζήλεια. Μικρά πάθη
αλλά αρκετά για ένα μικρό ανθρωπάκι.
Στην φωτογραφία είμαι στο Πεδίον του Άρεως (έτσι μου έχουν
πει) στην αγκαλιά της μητέρας. Τεσσάρων ετών, πριν από τον πόλεμο. Χαιρετώ.
Ποιον; Τον φωτογράφο; Και ποιος ήταν ο φωτογράφος; Μήπως ο πατέρας με την
αρχαία (τότε μοντέρνα) Zeiss-Ikon με
την φυσούνα.
Πώς έγινε κι αυτό το ανέμελο παιδάκι πέρασε τόσα πράγματα
και τώρα κάθεται εδώ και σας γράφει; Πού να ήξερε τι του μελλόταν να ζήσει… Και
τώρα που ξέρει όσα έζησε, πώς νιώθει απέναντι στον τετράχρονο εαυτό του;
Θα ήθελα να σας καλέσω να γυρίσετε πίσω. Κάποια ανάμνηση,
κάποια στιγμή ωραία ή άσκημη, του παιδιού που ήσασταν κάποτε. Να ανταλλάξουμε
αναμνήσεις, μια και είναι η μόνη σίγουρη περιουσία που έχουμε…
Τρυφερές σκέψεις. Καλογραμμένες. Αξιοδιάβαστες και δις και τρις και τετράκις. Γι' αυτό αξιοθαύμαστες. Και το γεγονός, το φαινόμενο της ζωής, το γεγονός της πτήσεως και το γεγονός της πτήσεως των πουλιών επίσης, δεν είναι τίποτα άλλο από αυτές, τις όμορφες σκέψεις και δεν ξεχωρίζεται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα ζουμε το σημερα & να κοιταμε μονο το μελλον.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν κανουμε αναποληση παρελθοντος ,να γινει μονο για διδαχη.
Για να μην επαναληφθουν σφαλματα...
Μια ματια στο παρελθον & κατοπιν... παντα μπρoστα...
Το ..μπροστα να ειναι ...καλυτερο απο... το πισω... :)
Θυμήθηκα τον Θίασο, μια φωτογραφία στην αρχή της ταινίας και η ίδια στο τέλος, και στο ενδιάμεσο όλη η δράση για να μάθουμε τι απέγιναν αυτοί οι άνθρωποι που αποθανατίζονται εικονικά στην φωτογραφία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠριν είκοσι χρόνια ένας παππούς στη Θεσσαλονίκη- σίγουρα θα έχει πεθάνει πλέον-, περιμένοντας στον διάδρομο την σειρά του για να τον δει ο γιατρός μου έδειχνε κάποιες φωτογραφίες που είχε στην τσέπη του από την εποχή που ήταν αυτός και η αδελφή του-ήδη μακαρίτισσα τότε- παιδάκια στην Αγγλογαλλοκρατούμενη Θεσσαλονίκη του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και ποζάραν μαζί με τους συμμαχικούς στρατιώτες.
Φωτογραφίες έχουμε ελάχιστες. Πού χρόνος, εξειδίκευση και χρήμα; Τα παιδιά εύκολα φωτογραφίζουν και συλλέγουν. Με τους υπολογιστές πια θα διατηρηθούν για πολλά χρόνια. Για πάντα.
ΔιαγραφήΣήμερα παιρνάμε στο άλλο άκρο, είμαστε αιχμάλωτοι της φωτογραφίας, της εικόνας, τα μέσα δικτύωσης συμβάλλουν σε αυτό
ΔιαγραφήΚάποιος συγγραφέας έγραψε κάποτε ( Δεν ξέρω ποιος ούτε πότε ) « Πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία»
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο πιστεύω και το νοιώθω πολύ συχνά τώρα που μεγάλωσα, ή γέρασα, ή ωρίμασα, ή κουράστηκα….
Όταν αισθάνομαι την ανάγκη για θαλπωρή και τρυφερότητα κλείνω τα μάτια , βάζω κλασσική μουσική, τυλίγω τα χέρια γύρω από το σώμα μου και γυρνάω πίσω. ..Όχι πίσω στα νεώτερα χρόνια μου ,στα νιάτα και την εφηβεία μου αλλά στα παιδικά μου χρόνια. Τότε που η τραγικότητα της ζωής δεν μου είχε ακόμα αποκαλυφθεί, που η ασφάλεια μέσα στην γλύκα της οικογένειας ήταν δεδομένη , η σκληρότητα του ανθρώπου άγνωστη.
Η μεγαλύτερη αγωνία μου ήταν το βράδυ, όταν έβγαιναν οι γονείς μου, αν θα ξαναγύριζαν πίσω. Περίεργη αγωνία γιατί οι γονείς μου ήταν υγιέστατοι και πολύ νέοι. Ωστόσο ο φόβος αυτός του πιθανού χωρισμού με ακολούθησε ως σήμερα .
N.
Περιγραψατε τοσο ωραια αυτο ακριβως που και εγω νιωθω οσο μεγαλωνω. Ειδικα τα τελευταια χρονια, που δυσκολες καταστασεις με εχουν 'ριξει' ψυχολογικα, προσπαθω να παρω δυναμη απο τις αναμνησεις της παιδικης μου ηλικιας.
ΔιαγραφήΜου θυμισατε οτι και εγω φοβομουνα πολυ οταν εβγαιναν εξω οι γονεις μου και δεν ηρεμουσα παρα μονο οταν ακουγα την εξωπορτα να ανοιγει. Και οταν τυχαινε να εχουν καλεσμενους στο σπιτι, με επαιρνε ο υπνος ακουγοντας απο μακρια την ευχαριστη βαβουρα απο τα γελια και τις συζητησεις τους.
Ναι κι εγώ θυμάμαι πόσο μου άρεσε να έχουν κόσμο οι γονείς μου. Ηταν όλοι εκεί , μαζεμμένοι, δεν θα πήγαιναν πουθενά . Κι εγώ ΑΣΦΑΛΗΣ στο κρεβάτι μου . Εκει μέσα βέβαια ονειρευόμουν , εκ του ασφαλούς, τον κόσμο και την ζωή των ενηλίκων. Του ενήλικα εαυτού μου.
ΔιαγραφήΝ.
Ακομα και η μυρωδια των τσιγαρων εκεινες τις βραδιες δεν με ενοχλουσε. Ισα-ισα που συμληρωνε την μαγικη ατμοσφαιρα που επικρατουσε στο σαλονι.
ΔιαγραφήΜία ανάμνηση από τον Εμφύλιο (την έχω ξαναγράψει)
ΑπάντησηΔιαγραφήΧριστούγεννα 1944. Κλεισμένοι μέσα, χωρίς φως - είχαμε συνεχείς διακοπές ρεύματος - καίγαμε μαγκάλι για ζέστη. Ο πατέρας βρισκόταν στην "Σκομπία" - έτσι λέγαμε τότε το κέντρο της Αθήνας που
ελεγχόταν από τους Εγγλέζους του Σκόμπυ. Εμείς, είχαμε δίπλα μας την πολιτοφυλακή του ΕΛΑΣ. Η μητέρα φοβόταν τους Ελασίτες αλλά μία φορά που ήρθαν στο σπίτι, με τις γενειάδες και τα φυσεκλίκια τους, μας φέρθηκαν πολύ ευγενικά.
Ο πατέρας εργαζόταν στο υπουργείο Οικονομικών - και (έτσι θυμάμαι) τον είχε καλέσει ο υπουργός για μία έκτακτη δουλειά και δεν μπόρεσε να επιστρέψει. Γεγονός πάντως πως μας έλειπε - και πως, παραμονή Χριστουγέννων, δεν υπήρχε ούτε φως, ούτε ζέστη, ούτε πατέρας. Μόνον όλμοι και βόμβες.
Καθόμασταν λοιπόν γύρω από την λάμπα του πετρελαίου (ακόμα νιώθω την μυρωδιά της) όταν ξαφνικά ακούμε ένα κορνάρισμα έξω από το σπίτι. Παρά την απαγόρευση πετάγομαι στο μπαλκόνι
- και τι να δω! Ένα νοσοκομειακό του Ερυθρού Σταυρού στην πόρτα μας - κι ένας εξάδελφος μου, μεγαλύτερος, που μου γνέφει να κατέβω.
Κατρακυλάω τα σκαλιά. Τα νοσοκομειακά ήταν τότε τα μόνα οχήματα που ελευθεροκοινωνούσαν ανάμεσα στις δύο ζώνες. Ο εξάδελφος έφερνε μήνυμα από τον πατέρα. Ήταν καλά και μας έστελνε για δώρο μία σοκολάτα και δύο αυγά.
Τώρα εσείς νομίζετε πως χάρηκα για τη σοκολάτα. Όχι πολύ - είχα ξαναφάει μία, Αγγλική, στην απελευθέρωση. Το θαύμα ήταν τα αυγά. Παιδί της κατοχικής πόλης, είχα σχεδόν ξεχάσει πως είναι
ένα αυγό. Τα χάζευα, τα χάιδευα (τι τέλειο σχήμα που έχουν!) κι όταν τα βράσαμε και τα κόψαμε, έμεινα εκστατικός μπροστά στο χρώμα και τη γεωμετρική συμμετρία του κροκού μέσα στο ασπράδι.
Έτσι λοιπόν έγινε που, αντί για πασχαλινό, εγώ χάρηκα τότε αυγό Χριστουγεννιάτικο.
Πρόλαβα λάμπες πετρελαίου, οινοπνεύματος, μαγκάλια, ερυθροπυρωμένα και ανοιχτοκόκκινα κάρβουνα. Έβρεχε. Ξεφύλλιζα ένα σχολικό αναγνωστικό για την αρχαία Αίγυπτο.
ΔιαγραφήΠαλι ..κονσερβα..
ΑπάντησηΔιαγραφήΠες μας κατι αδημοσιευτο...
Πάντα ευγενικός Χάρη...
ΔιαγραφήΤο κακό είναι πως όταν γράφεις 60 χρόνια, ό,τι θυμόσουν το έχεις ήδη αφηγηθεί. Όμως υπάρχουν πάντα άνθρωποι που δεν το έχουν διαβάσει...
Μόνη πατρίδα τα παιδικά μας χρόνια. προσυπογράφω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ πέρασα πολύ ευχάριστη παιδική ηλικία.
Μία ανάμνηση. Καλοκαίρι εγώ παιδί του δημοτικού να ίπταμαι για τόσο πολύ που στο μυαλό μου νόμιζα πως πετούσα, έως ότου πέσω στη θάλασσα. Γελούσα δυνατά και δε με ένοιαζε τίποτα πρά μόνο το παιχνίδι. Η δύναμη για αυτές τις πτήσεις έρχονταν από τα χέρια του πατέρα μου και ενός οικογενειακού φίλου, που πιάνοντας ο καθένας με το δεξί του χέρι,το αριστερό σχημάτιζαν ένα τετράγωνο πάνω στο οποίο εγώ πατούσα και με το τρία εκσφενδονιζόμουν ψηλά στον αέρα.
Δεύτερη μνήμη. Μεγαλώνοντας στα τέλη του '80 αρχές του '90 και ακούγοντας τις ηλιθιότητες της tv είχα πιστέψει ότι με το aids θα εξαφανιστεί η ανθρωπότητα καθώς πλέον στο μυαλό μου κάθε παιδί που γεννιόταν από τότε και ύστερα γενιόταν με aids
Τέλειο. Από τα φιλμς της τηλεόρασης και την εναλλαγή τους με ειδήσεις είχα πιστέψει ότι δεν βλέπαμε έγχρωμα λέει, μέχρι τον καιρό που άρχισαν οι προβολές ασπρόμαυρων κινηματογραφικών έργων...
ΔιαγραφήΦοβάμαι το σκοτάδι. Όχι βέβαια λόγω σκοταδιού. Φοβάμαι τα πόδια ή τα χέρια έξω από τα κλινοσκεπάσματα. Όχι φυσικά λόγω διαφορετικής θερμοκρασίας. Μόνος δεν στέκομαι ποτέ όρθιος δίπλα σε κρεβάτι, καναπέ, καρέκλα. Ινδιάνος να καραδοκεί για την εξαρπαγή μου; Η μητέρα της νύχτας, η αληθινή μαμά, με τις απαγορεύσεις και τους εκφοβισμούς γνωρίζει την αλήθεια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατί όλα τα παιδιά αρνούνται να πάνε για ύπνο; Θυμάμαι σοφιστείες και τεχνάσματα για να μείνω ξύπνιος πιο αργά και να παρακολουθώ τους "μεγάλους".
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπεκτείνουν με την παρακολούθηση της θεατρικής παράστασης των μεγάλων την παραμονή τους στον παράδεισο της παιδικής ηλικίας.
ΔιαγραφήΑχ τι μου θυμίσατε! Έπρεπε, λέει, να κοιμάμαι στις 9. Όταν η ώρα πήγαινε 9 και τέταρτο, έλεγα πήγε η ώρα "Κλάφ'τα Χαράλαμπε"! Όχι ότι γνώριζα ακόμα την ώρα, ήξερα απλώς ότι η οριζοντίωση των δεικτών αποδεικνύει ότι ξενυχτώ. Άγνωστο πώς είχε καθιερωθεί το παραπάνω επιφώνημα. Και σύμπτωση, μου το θυμίσατε σήμερα, που δεν εξέπνευσε ακόμη, έστω μεταμεσονυκτίως, η γιορτή του Αγίου Χαραλάμπους!
ΔιαγραφήΞαπλωμένος δίπλα στον πατέρα μου, ο οποίος παρακολουθεί "Χαβάη 5-0".Τα μάτια μου κλείνουν από νύστα,αλλά δεν θέλω να το παραδεχθώ.Γέρνω στο δεξί πλευρό και του λέω πως θα κλείσω μόνο το ένα μάτι.Ανάθεμα και αν κατάφερα ποτέ να δω έστω και μία περιπέτεια του Στηβ ΜακΓκάρετ...
ΔιαγραφήΧριστούγεννα του 1989, 9 χρονών τότε, κρατούσα στα χέρια μου εφημερίδα με πρωτοσέλιδο την πτώση και την εκτέλεση του Τσαουσέσκου. Για να το θυμάμαι ακόμα, θα πρέπει να με είχε εντυπωσιάσει. Δεκαετίες αργότερα κατάλαβα τη σημασία εκείνων των γεγονότων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘαυμάσια αλλαγή στη θεματολογία, απόδειξη η ποιότητα των σχολίων έως τώρα. Ψυχοθεραπευτικό το θέμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεκαετία '70, πλαζ αστέρια γλυφάδας, αυλάκι βάρκιζα. Ρακέτες οι μεγάλοι, στάνταρ τετράδες, το Αγόρι να πουλάει ρακέτες και μπαλάκια και οι μικροί όλοι μέρα βουτιές και παιχνίδι στον ήλιο. Μυρωδιά μπύρας από τις καντίνες. το βράδυ, συχνά πυκνά, ταβέρνα στον δρόμο για την επιστροφή.
Την αγάπη στη θάλασσα και στον ήλιο προσπάθησα και το πέρασα και στην κόρη μου. 'Αλλωστε είναι μία από τις φτηνότερες και πλέον εύκολες διασκεδάσεις στην Ελλάδα.
civil
Έλεγα να γίνω Ψηλός Μετεωρίτης. Για να κατεδαφίσω τα άστρα της ουράνιας σούπας. Υπενθυμίζουν και με περιπαίζουν καμιά φορά. Καμιά φορά θα τους κόψω τα αφτιά. Οι αφιλότιμοι! Θυμούνται...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι ένα (υποτίθεται) "Παιδικό" του τραγικού Κώστα Καρυωτάκη:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤώρα η βραδιά,
γλυκιά που φτάνει,
θα μου γλυκάνει
και την καρδιά.
Τ' αστέρια εκεί
θα δω, θα νιώσω
οι άνθρωποι πόσο
είναι κακοί.
Κλαίοντας θα πω:
«Αστρα μου, αστράκια
τ' άλλα παιδάκια
θα τ' αγαπώ.
»Ας με χτυπούν
πάντα κι ακόμα.
Θα 'μαι το χώμα
που το πατούν.
»Αστρα, καθώς
άστρα και κρίνο,
έτσι θα γίνω
τώρα καλός.»
@Nikos Dimou
Διαγραφή2016-02-10 15:29:37+00:00
> τ' άλλα παιδάκια
> θα τ' αγαπώ.
> »Ας με χτυπούν
> πάντα κι ακόμα.
> Θα 'μαι το χώμα
> που το πατούν.
Nα μην τ' αγαπάς, αλλά να καρφώσεις το bullying.
bullying... δεν υπήρχε τότε ο όρος... ακόμα θυμάμαι όταν ο ένα χρόνο μεγαλύτερός μου μαθητής Α. Α. (γνωστός σήμερα αρχιτέκτονας) σε μία παρατήρησή μου απάντησε με μία γροθιά στην μύτη. Πόνεσα αλλά περισσότερο ξαφνιάστηκα από την βία. Από τότε προσπαθούσα να τον αποφύγο. Ήμουν δώδεκα χρόνων.
ΔιαγραφήΒλέπει κανείς μετά από δεκαετίες παλιούς παιδικούς φίλους, συζητάει μαζί τους ήρεμα και ευδιάθετα και να σε τέτοιες περιπτώσεις το παιδί που βρίσκεται από κάτω ζητάει εκδίκηση, να ανταποδώσει την σφαλιάρα, την γροθιά, και ας πέρασε μια ολόκληρη ζωή
ΔιαγραφήΝα κανουμε ποστ για τον τσαμπουκα ( " μπουλλινγκ" ) ..
ΔιαγραφήΕγω πιστευω οτι ειναι νορμαλ & αναγκαιος
για τη σκληραγωγια των παιδιων..
Αλλιως θα γινουν μπουληδες ,να τους τυρρανουν οι δυνατοι...
Η μπουλλινγκ ... ή μπουλης...
Σε χτύπησαν και υποστηρίζεις ακόμη την μέθοδο που τους κρατάει στον αφρό;
ΔιαγραφήΤα ταξίδια στην Ευρώπη με το "σχολικό". Τα καλοκαιρινά μεσημέρια στον κήπο και οι ανακαλύψεις. Οι στρωματσάδες στη βεράντα. Το πρώτο ποδήλατο. Ιδιαίτερη μνεία στα τζιτζίκια και στα μυρμήγκια της παιδικής ηλικίας. Η αγάπη της γιαγιάς. Η "Ξενούλα".
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα χλωρά φυστίκια που έτρωγα από τις φυστικές του κήπου μας στο Καλαμάκι. Την συζήτηση των γονιών μου μόλις τελείωσα την πρώτη Δημοτικού - πρέπει να βάλουμε το παιδί να δουλέψει τι καλοκαίρι ... Από τότε όλα τα καλοκαίρια δούλευα, έβγαζα χαρτζιλίκι και αγόραζα τόμους της Διάπλασης των Παίδων ... Τις προσκοπικές εκδρομές στην Πεντέλη ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάθε ανάμνηση κι ένα κεφάλαιο στο βιβλίο της ζωής ...
Διάπλασις των Παίδων και Ιούλιος Βερν - η καθημερινή τροφή... Πάνω από 60 τόμους άφησα στα ανήψια μου - κι όταν γύρισα από την Γερμανία δεν βρήκα κανένα. Κι άρχισα να ψάχνω στα παλαιοβιβλιοπωλεία.
ΔιαγραφήΜα για να φάω λίγο κερασάκι από το βαζάκι της με έστειλε στην Κίμωλο για Κβαντική Ορνιθολογία. Έρωτας, φωτιά, αρμύρα. Όλοι πεντάχρονοι εκεί, στην πανεπιστημιούπολη, μελετούσαμε, καπνίζαμε τσιγαράκια μαβιά και συναπτά, αντιαποικιοκρατικά. Ο πατέρας επισκέπτης συχνότατος. Πάμε Αίτνα για τους Ολυμπιακούς, μου λέει σε ένα τρεμουλιάρικο σύγκρυο μελανής οπής. Λέω, στο εντάξει, δικέ μου, φινιρισμένε και να πάμε. Μην είσαι τόσο βιαστικός και ορεξάτος! Αργά. Κλείνουμε δωμάτιο, autobianchi, τρώμε κάτω από την κληματαριά τα αστακοτάιφα τα μουρλιέξ. Ηφαιστειακοί ήχοι, κρότοι και θόρυβοι. Σεισμογόνες και σεισμογενείς δονήσεις. Ποτάμι η λάβα. Πού με έφερες, πλάνη και πλάνε; Είπα. Επιστρέφουμε. Αγώνας για το φτάσιμο στο αεροδρόμιο της Ίθακας. Αγώνας με αγοραίο autobianchi για το σπίτι. Αναπνοή. Από την τηλεόραση μόνον είδα το άλμα του Εμπεδοκλή...
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαρκωτικά;
ΔιαγραφήΚαλησπέρα στην παρέα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμορφο θέμα. Αληθινά ψυχοθεραπευτικό στην μαυρίλα και την ανασφάλεια της εποχής.
Η αναζήτηση στο σκληρό δίσκο των αναμνήσεων σε βάζει σε μια διαδικασία συνειδητοποίησης . Πόσες δυσκολίες,πόσες αγωνίες και όμως πέρασαν. Φτάσαμε όπου έφτασε ο καθένας μας και όμως κάθε που ερχόταν μια δυσκολία φάνταζε ανυπέρβλητη.
Βουτιά λοιπόν. Στα 5 χρόνια μου (πριν από 33 χρόνια) έχασα τον παππού μου (ο πατέρας του πατέρα μου).
Ο πατέρας μου προσπαθώντας να βρει ένα τρόπο να μου εξηγήσει τι συνέβη κάνει το εξής απίστευτο.
Πηγαίνουμε στην εκκλησία και με πρωτοφανή ψυχραιμία με φέρνει σε επαφή με το φαινόμενο του θανάτου.
Η θέα του παππού, η διαδικασία της ταφής και γενικά όλο το διαδικαστικό με σημαδεύουν.
Για αρκετά χρόνια στο σχολείο εξαφανίζομαι από όλους και σε μια γωνίτσα κλαίω γοερά σκεπτόμενος ότι θα έρθει μια μέρα που θα φύγω από τη ζωή.
Άπειρες οι προσπάθειες των δασκάλων,των συγγενών να με βοηθήσουν να το ξεπεράσω.
Τελικά η επαφή μου με την ανθοδετική τέχνη θα με βοηθήσει να συνειδητοποιήσω (όχι να ξεπεράσω) το φαινόμενο του θανάτου.
Αλλά δεν θα ξεχάσω ποτέ και τη στιγμή που χρόνια μετά καθισμένοι παρέα με τον πατέρα κουβεντιάζουμε εκείνη την επιλογή του.
Από την Παυλίνα Θρουμουλοπούλου έλαβα με email το παρακάτω κείμενο. Το δημοσιεύω με την άδειά της:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤεσσάρων χρονών περίπου ταξιδεύοντας για Ξυλόκαστρο σε διακοπές. Περνώντας την κακιά σκάλα η θεία μου δείχνοντας μου τους βράχους στην πλαγιά μου λέει ότι είναι τα κακά παιδάκια, που γι αυτό μεταμορφώθηκαν σε βράχους....
Στο νηπιαγωγείο της θείας Λένας στη Β.Σοφίας η δασκάλα μου ζητάει το χαρακάκι μου, αλλά αργεί να μου το επιστρέψει κι εγώ το αγαπώ πολύ και ανησυχώ. Της το ζητώ και πρίν μου το επιστρέψει μου ζητά να προτείνω τα χέρια μου και με δέρνει με αυτό....
Μεγαλώσαμε με πολλή αγάπη αλλά ψυχολογία μηδέν!!
Μια πολύ μακρινή ανάμνηση, από πολύ μικρή παιδική ηλικία. Η μάνα μου κι εγώ στο χωριό, πατέρας δεν υπήρχε, έφυγε πολύ γρήγορα, δεν τον θυμάμαι. Ούτε αδέρφια υπήρξαν. Ξαπλώσαμε γι ύπνο, στο ίδιο κρεββάτι (πολλοί άνθρωποι στο σπίτι). Τη μέρα εκείνη με κάποιο τρόπο είχα ακούσει για πρώτη για τον Θάνατο. Την πληροφορία τη βίωνα σαν το ενδεχόμενο χαμού και απώλειας της μάνας μου και είχα αναστατωθεί πολύ. Την παρακαλούσα επίμονα να μου υποσχεθεί ότι εκείνη δε θα πεθάνει ποτέ. Δε με έπαιρνε ο ύπνος με τίποτα. Στο τέλος, για να ησυχάσει, το έκανε: "Εντάξει, δε θα πεθάνω". Κοιμήθηκα αμέσως.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ μάνα μου κράτησε το λόγο της για πολλά πολλά χρόνια. Μέχρι το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου που μας πέρασε, λίγο πριν την Ανάσταση. Ίδια μέρα και ώρα με είχε φέρει στον κόσμο.
Σας ευχαριστούμε.
πρώτη μέρα στο σχολείο
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο σχολείο (Δημοτικό) τότε άρχιζε, αν θυμάμαι καλά, στις 21 Σεπτεμβρίου.
Μαζί με το σχολείο άρχιζαν και τα πρωτοβρόχια.
Μέναμε ακόμη στο εξοχικό μας σπιτάκι, στον κάμπο.
Εκείνη τη μέρα η μάνα μας, πρωί-πρωί, μας ετοίμασε εμένα και την αδελφή μου για το σχολείο.
Φόρεσα την απαραίτητη μπλε ποδιά με το στρογγυλό άσπρο γιακαδάκι, που εκείνη, ούσα άριστη μοδίστρα, έγκαιρα μου είχε ράψει.
Για μένα θα ήταν η πρώτη μου μέρα στο σχολείο.
Η αδελφή μου θα πήγαινε στην τρίτη τάξη και τις πρώτες μέρες θα φόραγε την περσινή της ποδιά.
Μας ξεπροβόδισε με φιλιά, λέγοντάς μας, όταν σχολάσουμε, να πάμε στο πάνω σπίτι, στην πόλη, όπου θα πατάνε τα σταφύλια.
Ήταν η εποχή του τρύγου.
Το Δημοτικό στεγαζόταν, τότε, σε ένα διώροφο σπίτι, λίγο πιο πάνω από το Γυμνάσιο.
Η "πρώτη" τάξη έκανε μάθημα σε μια αίθουσα του ισογείου, στο πίσω μέρος του κτιρίου.
Δεν θυμάμαι πολλά πράγματα από εκείνη την πρώτη μέρα στο σχολείο.
Θυμάμαι όμως καλά ότι πιασμένοι από τους ώμους με ένα άλλο παιδί, που εκεί πρωτογνώρισα, τον Τάση, βολτάραμε στο προ-αύλιο τραγουδώντας ένα τραγούδι της εποχής που είχε σαν ρεφρέν:
"Πω-πω-πω θα μου φύγει το καφάσι".
Σχολάσαμε και όπως μας είχε πει η μάνα μας, πήγαμε κατ΄ ευ-θείαν στο πάνω σπίτι.
Εκείνη, μόλις μας βλέπει στο έμπα της αυλής, σκουπίζοντας τα βρεγμένα χέρια της στην ποδιά της, τρέχει να μας προϋπαντή-σει.
Μας αγκαλιάζει και τα δυο και ακούω να λέει, απευθυνόμενη σε μένα:
"Πω-πω, το αγόρι μου μοσχοβολάει γράμματα".
Θα φανεί ίσως περίεργο.
Ακόμη και σήμερα θέλω να πιστεύω ότι τότε μου είχε πει την αλήθεια.
Κώστας Περδίκης
Είναι απλό. Η λέξη φανοστάτης λέει ένα. Το ποίημα του Καρούζου:
ΔιαγραφήΦΑΝΟΣΤΑΤΗΣ
Ανέκαθεν απλουστεύτηκα σε πολύωρους ύπνους
αποφεύγοντας κυρίως την ομιλία
μα όμως
δεν είμαι τιποτ’ άλλο από γλώσσα·
μηχανισμός ηχητικός μετατοπίζοντας λαμποβόλημα·
χιμαιρικός χοροδιδάσκαλος λέξεων
εναγκαλιζόμενος υδράργυρο στο ηλιοθάλασσο
κι όταν έψαχνα για θερμόμετρο αναμνήστηκα
τη βλάστηση που ανεβαίνει.
Τέτοια σκαρφίζεται συνήθως η ωραιότητα.
Οι άνθρωποι που έδιωξαν τα παραμύθια...
ΑπάντησηΔιαγραφή_________________________________________
Τα συνεργεία της ΔΕΗ-ς. Εξηλεκτρισμός στο χωριό. Μέχρι τότε φως με φειδώ απο τον ουρανό τα βράδυα (προϋπόθεση ανέφελος ουρανός -φεγγαράδα..) Στο σπιτι μεχρι 7 χρονων τις νύχτες έβλεπα το φως που μας πρόσφερε η γκαζόλαμπα (το γυαλί της έσπαζε εύκολα, χρειαζόταν να το περιποιείσαι με νερό κι εφημερίδα συχνά σπρωχνοντας το χαρτί εντός με μια βέργα να φευγει η καπνιά). Τα παραμύθια της γιαγιάς έδινα κι εειρνα. να σπαει η σιωπή. Να σε σιγοπαρει ο ύπνος. Κι εκείνα που πλάθαμε με το νου απο τους ανερμηνευτους ήχους κινώντας, τη βοή του αέρα ,το τρίξιμο των τζαμιών, τους θορύβους στο ταβάνι, τα ύποπτα κατρακυλισματα στις στέγες, τα αλυχτίσματα των σκυλιών,τα ουρλιαχτα των λυκων, τον καλπασμό των αλόγων το χάραμα...
Ύστερα ήρθαν οι άνθρωποι που έστησαν όρθιες τις κολώνες με φρέσκο πανω τους το ρετσίνι κι ανεβαιναν σ' αυτες με τα περίεργα σιδερένια άγκιστρα εφαρμοσμένα στι αρβύλες τους σαν μεγάλα αργοκινητα έντομα έμοιαζαν. Κάποτε δυο εργάτες κατέβηκαν χωρίς να βγάλουν τα αναρριχητικά σύνεργα από τα πόδια τους κι ήρθαν στην αυλή μας να πιουν νερό να δροσιστούν. Κατατρόμαξα απο την εμφάνισή τους . Περπατούσαν με ένα ευρύ δρεπανοειδες βήμα σαν απειλητικά εξώκοσμα όντα.
Μετά ,πολύ μετά κατάλαβα πως είχαν έρθει να φέρουν το φως αλλά να πάρουν μαζί τους και τα παραμύθια... Τίποτε δεν θα ήταν ξανά όπως πριν.
[η Πρόοδος έχει το τίμημά της. Τρώγε την και με τα φλούδια και με τα κουκούτσια της , που έλεγε κι ο Οδυσσέας Ε.]
περί Όνου σκιάς...
__________________
Από τους πιο καλους μου φιλους να μην τον ξεχάσω. θα ήμουν τριών χρονών. Ο μικρός γαιδαράκος της πλατείας -γυιός της γαϊδούρας που η Κοινότητα είχε επιτάξει για να την αρμέγει και να δίνει το γάλα της σε παιδιά με κοκκύτη [ήταν θεραπεία εκλογής-Θεός φυλάξοι....]. Το όμορφο μικρό γαϊδουράκι μ' ακολουθούσε παντού σαν δίδυμο αδέρφι μου . Είχε κατανήσει σκιά μου... Μια φορά ανέβηκε μαζί μου στο σπίτι μπηκε και στο δωμάτιό μου. Σώζονται πολλές φωτογραφίες από τη φιλία μας [στο δρόμο/όχι στο σπίτι] .
Πρόλαβα την λάμπα πετρελαίου για φωτισμό και την στάμνα (βίκα την έλεγαν στην Ζάκυνθο και την έκλειναν με ένα κουκουνάρι.) για δροσερό νερό. Ύδρευση φυσικά δεν υπήρχε. Το νερό το έφερναν από την «βρύση» μια διαμορφωμένη πηγή δηλαδή, απ’ όπου γινόταν η προμήθεια νερού για όλο το χωριό. Θυμάμαι που άρχισαν να βάζουν ξύλινες κολώνες για ηλεκτροδότηση. Τους πρόλαβε ο σεισμός. Ο σεισμός έγινε Αύγουστο και είμαστε εκεί όλοι οικογενειακώς. Μόλις γλύτωσα. Ο συνομήλικος φίλος μου, που παίζαμε μαζί δεν ήταν τόσο τυχερός.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜέσο μεταφοράς τα άλογα και τα μουλάρια. Θυμάμαι τα άλογα να να ανεβαίνουν τον ανήφορο, φορτωμένα τενεκέδες με νερό και τον θορυβώδη βηματισμό τους στο λιθόστρωτο. Καβάλα στο άλογο του θείου μου, αδερφού του πατέρα μου, η μεγαλύτερη διασκέδαση. Κυρίως όταν πηγαίναμε στην Θάλασσα. Πηγαίναμε και στο σπίτι της μητέρας μου, σε άλλο χωριό, και καθόμαστε περίπου δυό εβδομάδες. Η μετακίνηση γινόταν πάλι με άλογο. Ερχόταν να μας πάρει ο αδερφός της και ο ίδιος μας ξαναγύριζε.
Γεννήθηκα και διαμέναμε στην Αθήνα αλλά στην Ζάκυνθο πηγαίναμε το καλοκαίρι με την μητέρα μου και μέναμε εκεί τρείς ολόκληρους μήνες στο διώροφο πατρικό μας σπίτι. Από το «παραθύρι» βλέπαμε την θάλασσα γιατί το χωριό ήταν χτισμένο σε έναν λόφο. Το ταξίδι Πειραιάς - Ζάκυνθος γινόταν με πλοίο. Δύο πλοία ήταν στην γραμμή. Το ένα λεγόταν «Κωστάκης Τόγιας» και το άλλο «Άνδρος». Δεν υπήρχαν Ferry boats τότε. Όταν έπαιρνε άδεια ο πατέρας μου από την δουλειά του, ερχόταν για έναν μήνα και αυτός.
Στην Αθήνα ζούσαμε σε μια μονοκατοικία σε μια αστική περιοχή, που ξέραμε όλους τους γείτονες. Τώρα η περιοχή αυτή, μεταξύ Πλατείας Βικτωρίας και Αγίου Παντελεήμονα είναι εντελώς υποβαθμισμένη και ελάχιστα αστική. Το 32ο δημοτικό σχολείο που πήγαινα ήταν λίγο πάρα πάνω, στην οδό Αριστοτέλους.
Θυμάμαι μια κρύα μέρα του χειμώνα, νομίζω πως πήγαινα στην Τρίτη δημοτικού, δεν ήξερα τι να κάνω. Το «Κλασσικό Εικονογραφημένο» και το «Μίκυ Μάους» της εβδομάδος, τα είχα διαβάσει τρεις- τέσσερεις φορές το καθένα. Δεν έμενε τίποτα άλλο παρά μόνο τα χοντρά βιβλία με το μαύρο δέσιμο στην μικρή βιβλιοθήκη του πατέρα μου. Πήρα ένα βιβλίο στην τύχη. Μου φάνηκε πιο εύκολο από τα υπόλοιπα. Ήταν το «Ντεζιρέ» της Α. Selinco. Μόλις το πήρα στα χέρια μου, το ρούφηξα στην κυριολεξία. Ακολούθησαν «Οι Άθλιοι» το «Πόλεμος και Ειρήνη» και πολλά άλλα. Πάντα υπήρχε ένα βιβλίο που διάβαζα. Θυμάμαι πόσο με είχε συγκινήσει το «Υιέ μου Υιέ μου» του Howard Spring.
Αυτή την κρύα ημέρα, που μη έχοντας τι καλύτερο να κάνω, πήρα το πρώτο βιβλίο στα χέρια μου από την βιβλιοθήκη, την θεωρώ πολύ σημαντική.
Οταν κοιταζω τις φωτογραφιες εκεινες που ειμαι πολυ μικρο παιδακι, μου ερχεται να αγκαλιασω αυτο το παιδακι, να το προστατεψω απο ολα οσα προκειται να του συμβουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυτυχως που υπαρχουν και πολλες φωτογραφιες που ειμαι μεγαλυτερη και μου φερνουν στο νου ευχαριστ/ες αναμνησεις. Συνηθως ειναι τραβηγμενες σε διακοπες και με δειχνουν ανεμελη και χαρουμενη κοντα στην θαλασσα.
Οι πιο ανουσιες ειναι αυτες που μας 'εστεινε' η μητερα μας, σχεδον με το ζορι, σε γενεθλια και γιορτες. Ειδικα αυτες οι Αποκριατικες που ημασταν μασκαρεμενες, μου θυμιζουν ακομα και τωρα την αμηχανια που ενιωθα.
σινική μελάνη
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Έπη έθετε μία και μόνη προϋπόθεση.
Τα σχέδια, που οι αναγνώστες του περιοδικού θα έστελναν για δημοσίευση, έπρεπε να έχουν γίνει οπωσδήποτε με Σινική με-λάνη.
Εγώ τότε, αν κάτι σχετικό είχα ακούσει, ήταν για το Σινικό Τείχος που υπήρχε στη μακρινή Κίνα.
Έπη ήταν το ψευδώνυμο κάποιας κυρίας, που είχε την επιμέ-λεια της σελίδας η Γωνιά μας για όσους ζωγραφίζουν, του πε-ριοδικού "Η ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ των ΠΑΙΔΩΝ".
Και εξηγούμαι:
Το περιοδικό έβγαινε κάθε βδομάδα και απευθυνόταν σε παι-διά.
Ήταν η συνέχεια του θρυλικού ομώνυμου περιοδικού, στο ο-ποίο για πολλά χρόνια ήταν διευθυντής ο Γρ. Ξενόπουλος.
Το είχα πρωτοδεί στο σπίτι του ξαδέλφου μου, που ήταν μεγα-λύτερος από μένα, στην Ελευσίνα κάποιο καλοκαίρι.
Από τότε γλυκάθηκα και το έπαιρνα ανελλιπώς, μέχρι τη μέρα που διέκοψε την κυκλοφορία του.
Ζώντας σε μια μικρή κωμόπολη, πολλά χιλιόμετρα από την Αθήνα, το περιοδικό ήταν για μένα ένας μικρός παράδεισος.
Τα πάντα μπορούσε ένα παιδί να βρει στις σελίδες του.
Μυθιστορήματα, αστυνομικές ιστορίες, αθλητικά, ανέκδοτα, γελοιογραφίες, κόμικς, σταυρόλεξα, επιστημονικά νέα κ.ά.
Η σελίδα με το μεγάλο σουξέ, όμως, ήταν οι Μικρές Αγγελίες.
Εκεί τα διαπλασόπουλα, χρησιμοποιώντας παράξενα αλλά και όμορφα ψευδώνυμα, όπως Ήλιος του μεσονυχτίου, Ασμοδαίος, Νταν Υπερκόσμιος, Μπούλης, Τζώρτζης Καραμπίνας κ.ά, αντάλ-λαζαν μεταξύ τους, σε λίγες γραμμές, απόψεις και πειράγματα.
Μια άλλη σπουδαία σελίδα ήταν και εκείνη της Συνεργασίας των αναγνωστών, όπου μπορούσε όποιος ήθελε να στείλει τα πρώτα του διηγήματα, ή ποιήματα και να τα δει, εφόσον κρίνο-νταν αξιόλογα, δημοσιευμένα.
Αρκετοί, μετέπειτα γνωστοί συγγραφείς και ποιητές, από εκεί ξεπήδησαν.
Στη σελίδα της Έπης τα παιδιά έστελναν τα σχέδιά τους και εκείνη έκανε επ΄ αυτών τις παρατηρήσεις και τα σχόλιά της.
Όσα σχέδια έκρινε ότι είχαν κάποιο ενδιαφέρον τα δημοσίευε στη σελίδα της.
Από μικρός μου άρεσε και προσπαθούσα να ζωγραφίζω ό,τι έβλεπα ή φανταζόμουν.
Πόθος μου, διακαής, ήταν να δω κάτι δικό μου δημοσιευμένο.
Το πρόβλημα όμως ήταν η Σινική Μελάνη.
Τέτοιο πράγμα ήταν άγνωστο στο ένα και μοναδικό βιβλιοχαρ-τοπωλείο μας.
Ο πατέρας μου, όντας τότε συνταξιούχος, πήγαινε με το τραίνο, κάθε τέλος του μήνα στον Πύργο, όπου ήταν το Δημόσιο Τα-μείο και έπαιρνε τη σύνταξή του.
Επιστρέφοντας, το μεσημέρι, όλο και κάτι θα μας έφερνε για δώρο, όπως τυρόπιτες, σοκολάτες ή κωκ.
Στον Πύργο υπήρχε τότε και νομίζω ότι λειτουργεί μέχρι σήμε-ρα το περίφημο βιβλιοχαρτοπωλείο του Κορκολή, που είχε ό,τι ήθελες από βιβλία ή γραφικές ύλες.
Από το μαγαζί λοιπόν αυτό ο πατέρας μου αγόρασε και μου έφερε ένα μπουκαλάκι με Σινική Μελάνη και το κατάλληλο πεννάκι.
Στη σελίδα της Έπης έστειλα και δημοσιεύτηκαν κάμποσα σχε-διάκια μου, όμως, τρία μόνον απ΄ αυτά μπόρεσα να διασώσω.
Η χαρά και η ικανοποίηση που έπαιρνα, όταν τα έβλεπα δημο-σιευμένα και η επιβεβαίωση για το όποιο ταλέντο είχα στη ζω-γραφική ήταν αμέτρητη.
Συνεχίζω να ζωγραφίζω μέχρι σήμερα.
Θυμάμαι τον μακαρίτη τον πατέρα μου να βάζει τα κλάματα συγκινημένος, όταν μου έφερε κορνιζαρισμένο από τον Πύργο ένα σχέδιό μου, τον Μεθύστακα.
Ο λόγος ήταν επειδή ο κορνιζάς, όταν είδε το έργο μου, του είχε πει:
" Ό γιος σου έχει ταλέντο, αν συνεχίσει θα γίνει μια μέρα σπου-δαίος ζωγράφος".
Ακόμη περιμένω να γίνω…
Κώστας Περδίκης
Περιοδικά. Αλλαγή καναλιού στην παλαιική συσκευή με τα κουμπιά. Δεν είναι ωραία τα περιοδικά. Υπάρχει πια το δίκτυο. Υπάρχει πια το τίποτα της ανάπνιας των ζωντανών οργανισμών. Ένα ημιαλγεβρικό ποίημα της όποιας τέχνης δεν μπορεί πια να δεθεί σε ένα έντυπο και αμφιβολάρω εάν η περαστική έστω θέση του εντοπίζεται μέσα σε ένα περιοδικό ή σε ένα βιβλίο ή σε έναν τιμοκατάλογο. Κλίκες. Αθηναϊκές κλίκες. Σαλονικιώτικες κλίκες. Περιβάλλοντα εμπεριστατωμένης τοξικότητας. Η πατρίδα εκεί δεν αναπνέει. Η ζωή εκεί ευτελίζεται. Μα ποιος θέλει ποτέ να γνωρίζει τους περιοδικούς ανθρώπους και να μετέχει στις πράξεις ή να ακούει τα σαπισμένα λόγια τους;
ΔιαγραφήΈνα μικρό ανθρωπάκι που πηγαίνει στη ζωή του πρέπει να εκπαιδευτεί να μην καταθλίβεται. Η τέτοια εκπαίδευσι δεν προσφέρεται από την οικογένεια ή από το σχολείο. Αυτή η κατάστασι είναι και απόπειρα για το κακόγουστο αστείο και ένα ήδη διεξαγόμενο δολοφονικό πείραμα. Λέγεται εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Και δεν χρειάζεται μεγάλη λογοτεχνία από την Κολιμά για να συναισθανθώ την πραγματικότητα που οι αισθήσεις μου αποκαλύπτουν στο νου μου αδιαλείπτως, σε όποιο σημείο της υδρόγειας σφαίρας και αν εφημερεύω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάθε Τρίτη βράδυ, η ίδια ιστορία με το ραδιόφωνο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο τρίτο πρόγραμμα είχε την βραδιά της όπερας και το δεύτερο πρόγραμμα τον… Τζών Γκρήκ!
Ο πατέρας μου ήθελε να ακούσει την όπερα και εγώ τον Τζών Γκρήκ, δηλαδή φανταστικές ιστορίες ενός Ελληνοαμερικανού ντετέκτιβ στην Νέα Υόρκη. Ραδιοφωνικοί ηθοποιοί, ο Λιάκος Χριστογιαννόπουλος και η Νάντια Χωραφά.
Εκτός από τους ηθοποιούς, αυτό που θυμάμαι περισσότερο από αυτή την εκπομπή, ήταν το υποβλητικό μουσικό της σήμα. Ακουγόταν τα βήματα ενός μοναχικού ανθρώπου που ενώ περπατούσε σφύριζε. Πολύ αργότερα έμαθα τον τίτλο. Ήταν το «Walking and whistling blues». (Les Paul).
Όσο για το τι ακούγαμε την Τρίτη το βράδυ, συνήθως γινόταν το χατήρι μου εκτός αν είχε προαναγγελθεί στην βραδιά της όπερας η Κάλας. Τότε ο πατέρας γινόταν αμετάπειστος.
Πριν από λίγες μέρες, ένας φίλος έγραψε στο fb: Μάθετε τα παιδιά σας να ακούνε κλασσική μουσική… Θα γίνουν καλύτεροι άνθρωποι. Το πιστεύω και το προτείνω. Το είχα προσπαθήσει και εγώ. Κάποτε είπα στην κόρη μου: Τώρα θα ακούσουμε την «Ενάτη». Συμφωνείς να καθίσεις μαζί μου να την ακούσουμε; Ναι, μου απάντησε προς έκπληξή μου. Θέλω και εγώ να ακούσω την… Χιονάτη! Έμεινα άφωνος!
Μνησικακία
ΑπάντησηΔιαγραφή----------------------
Ήταν η σειρά μου να κάνω κούνια. Αλλά, μόλις έκατσα στην τάβλα, ένα πιο μεγάλο παιδί (το παιδί της διευθύντριας η οποία το άφηνε να δέρνει όλα τα παιδιά) όρμησε κι άρχισε να με τραβάει από το πόδια, μόνο που εγώ είχα γαντζωθεί στις αλυσίδες (σαν… αιχμάλωτος) -αν τις άφηνα θα έπεφτα με το κεφάλι.
Αφού το... ποδοτράβηγμα δεν έφερε αποτέλεσμα, άρχισε να με χαστουκίζει. Τώρα επιτέλους μπορούσα να φύγω. Μ΄ έπιασε όμως η γνωστή ξεροκεφαλιά, κι όταν απελπίστηκε, μου τράβηξε μια αργή μια νυχιά στο αριστερό μάγουλο. (Στάθηκα τυχερός: το σχίσιμο έπεσε ακριβώς στη γραμμή που κάνει το χαμόγελο, και όχι μόνο δεν φαίνεται, αλλά ενισχύει το λακκάκι.) Βέβαια, εκεί αντέδρασα, κάτι που δεν μου συγχώρεσε η διευθύντρια η οποία τηλεφώνησε στη μάνα μου.
Εκείνη ήλθε το απόγευμα, όταν όλα τα παιδιά κοιμόμασταν. Ενόσω κοιμόμουν η ψεύτρα η διευθύντρια τα έβαλε μαζί μου και ρωτάει τη μάνα μου, "να τον δείρω;". Σηκώνει τη κουβέρτα (εγώ μισοκοιμόμουνα ακόμη) και με πλακώνει με ένα χάρακα, πού σε πονεί και πού σε σφάζει. Κι όσο δεν έκλαιγα, τόσο πιο πολύ με κοπάναγε. Της "ξέφυγε" όμως μια ξυλιά στο αφτί μου, οπότε ούρλιαξα, αυτή χάρηκε και έφυγε ικανοποιημένη. Έμεινε η μάνα μου αποσβολωμένη να με θωρεί...
Κι επειδή είμαι μνησίκακος, δεν της το συγχώρεσα. "Εγώ δεν θα άφηνα ποτέ καμία πουτάνα να δείρει το παιδί μου", της είπα όταν προ 25ετίας όταν με επισκέφτηκε στον Καναδά. "Ήταν δικτατορία, ο άντρας της ήταν διοικητής της αστυνομίας, τι ήθελες να κάνω;", απολογήθηκε.
Καμία πουτάνα δεν θα άφηνα, λέω και πάλι.
Μετά τιμής,
Κάπα
Μεγαλώσαμε σίγουρα. Όμως ωριμάσαμε ? Αφήσαμε πίσω μας πολλές ημέρες, μήνες, χρόνια. Όμως τις φοβίες μας και τα αρνητικά συναισθήματα, ίσως ακόμη να μας συνοδεύουν. Δεν ξέρω για εσάς αλλά εγώ ακόμα δεν ξέρω τι θα γίνω όταν θα μεγαλώσω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι ενδιαφέρον που οι περισσότερες αναμνήσεις έχουν στοιχεία φόβου και άγχους - ελάχιστες είναι ευχάριστες.
ΔιαγραφήΝα και μια ευχαριστη αναμνηση: ο ενθουσιασμος, η ευφορια που ενιωσα οταν καταφερα να κανω ποδηλατο χωρις τις βοηθητικες ροδες! Ο πατερας μου απο διπλα να με ενθαρρυνει κι'εγω να λαμπω απο χαρα για το κατορθωμα μου!
ΔιαγραφήΝα πω τα περασμένα αφορμές για την επομένη ευχάριστη αυτοδιάθεση μου στη χαρά μου. Θυσία θα γίνουν.
ΔιαγραφήΜερικές γενικές παρατηρήσεις για το blog:
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε τα δύο τελευταία θέματα μειώθηκε η επισκεψιμότητα - αλλά ανέβηκε η ποιότητα των σχολίων. Μου αρέσει αυτό. Είναι εύκολο να επιλέξει κανείς θέματα "πιασάδικα" που ανεβάζουν τους τόνους και φέρνουν κόσμο. Αλλά προτιμώ ένα blog boutique με ποιότητα αντί για ποσότητα.
Αυτό δεν σημαίνει πως θα εγκαταλείψουμε τα καφτά θέματα της επικαιρότητας που αναγκαστικά μας αφορούν όλους. Αλλά ανάμεσά τους θα υπάρχουν και νησίδες ποιότητας.
@Nikos Dimou
ΑπάντησηΔιαγραφή2016-02-10T12:13:00+02:00
> Θα ήθελα να σας καλέσω να γυρίσετε πίσω. Κάποια ανάμνηση, κάποια στιγμή ωραία ή άσκημη, του παιδιού που ήσασταν κάποτε.
Νιπιαγογίο. Μαθένȣμε να γράφȣμε — αλά μόνο λέκσισ όπȣ ι κανονικί ορθογραφία σιμπίπτι με τι φονιτικί. Μέχρι πȣ, λίγο πριν τι Γιορτί τιζ Μιτέρασ, μασ αναθέτι ι δασκάλα ν' αντιγράπσȣμε από το μπίνακα σε μια κάρτα μία ολόκλιρι πρότασι, ένα μακρινάρι από τι μιαν άκρι τισ έθȣσασ μέχρι τιν άλι:
Μαμά είμαι καλό παιδί
Προσ τι ι φριχτέσ ανορθογραφίεσ; αναροτιέμε, κιε τισ διορθόνο στι γκάρτα μȣ. «Όχι, το ίπε ι κιρία να το γράπσȣμε ακριβόσ όποσ ίνε!» παρατιρȣ́ν ι διπλανί μȣ. Δε ντȣσ άκȣσα κιε σινέχισα με καθαρί τι σινίδισί μȣ τιν ορθογραφικί μεταρίθμισι…
Αυτό είναι ένα από τα καλύτερα θέματα που διάβασα ποτέ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕνοχή
ΑπάντησηΔιαγραφή-----------
Τα παιδιά έπαιζαν μπάσκετ, εγώ έκανα τάχα το διαιτητή, κάτω από το καλάθι ο Κωστής ετοιμαζόταν να δαγκώσει μια μεγάλη φέτα αλειμμένη με λάδι και ζάχαρη, αλλά βρέθηκε στο τσιμεντένιο δάπεδο, σχεδόν αγκαλιά με τον... Ξωμεριτάκη που είχε κάνει ένα πετυχημένο μπάσιμο, ή μάλλον ανάμεσα στα... τεράστια μπούτια του, οπότε του έχωσε μια ξεγυρισμένη δαγκωνιά στο μπούτι…
Ο δάσκαλός μάς μάζεψε όλα τα παιδιά της έκτης, που ήμασταν παρόντες, και ανέβασε τον ύποπτο πάνω στην έδρα, τον Κωστή, που ήταν συμμαθητής μας και γιός του…
Ρωτάει τον έναν: "τι είδες;". "Τίποτε". Ρωτάει τον άλλον, τίποτε. Ρωτάει και τον παράλλο, τίποτε. "Μα, δεν είδε κανείς τίποτε" ούρλιαξε ο πατέρας τού Κωστή. "Αυτός είδε", λένε τα κωλόπαιδα, και δείχνουμε εμένα!
Για πες μας Κωστάκη μου, τι συνέβη" με ρωτάει, καλότροπα, ήρεμα και χαμογελαστά. Του είπα λοιπόν κι εγώ τη φάση. "Άρα, ο Κωστής τον δάγκωσε", συμπέρανε, ρωτώντας με όσο πιο άγρια μπορούσε! "Μάλιστα" του απαντάω χαμηλόφωνα. (Ήθελα να του πω ότι δεν το έκανες επίτηδες, αλλά αιφνιδιάστηκε, ότι αντέδρασε ενστικτωδώς, κάτι σαν αυτοάμυνα, αλλά δεν μου βγαίνανε οι λεξεις…
Με το σπίτι του δασκάλου μάς χώριζε ένας μαντρότοιχος πανύψηλος. Εμείς μέναμε στο διπλανό υπόγειο και τους βλέπαμε από χαμηλά. Αλλά είχαμε καλές σχέσεις, μας αγαπούσαν και πιο πολύ τη γιαγιά μου γιατί ήταν θεοσεβούμενη και άνθρωπος με παιδεία και ακεραιότητα. Ο γιος του ο Κωστής ήταν φίλος μου, συνομήλικος, μαζί πρωτομιλήσαμε, μαζί στο νηπιαγωγείο, μαζί στο δημοτικό και συχνά μου έδινε το μισό κουλούρι του. Πιο συχνά που έδινε φέτες με λάδι και ζάχαρη - είχε καταλάβει η μάνα του, επίσης δασκάλα, ότι εμείς πεινούσαμε και είχε βρει αυτόν τον τρόπο για να με βοηθάει, γι΄ αυτό και του έδινε διπλές μερίδες, ίσως και να τον είχε ορμηνέψει να ανοίγει την κασετίνα του μόνο όταν ήμουνα εγώ κοντά του, για να μου δώσει κι εμένα…
Ώστε έτσι, έγινε, μονολόγησε και γυρίζει προς το γιο του τον Κωστή... Το μαρτύριο τράβηξε… αιώνες και σταμάτησε μέχρι που ο Κωστής κείτονταν λιπόθυμος στην έδρα. Τα κορίτσια της τάξης έκλαιγαν, εγώ κοιτούσα κάτω, και αργότερα όλα τα αγόρια δεν πιστεύαμε ότι ένα παιδί μπορεί να αντέξει τόσες μπουνιές και τόσες κλοτσιές και ότι τόσο ξύλο δεν είχαμε δει ούτε στον… κινηματογράφο.
Φυσικά ο Κωστής συνέχισε να με θέλει για φίλο του, να με αναζητεί προτού ανοίξει το φαγητό του και αργότερα που μεγαλώσαμε με πήγαινε βόλτες με τη μηχανή και γενικώς ποτέ του δεν μου χαλούσε χατίρι.
Μετά τιμής,
Κάπα
Πρέπει να ήταν '75 '76 μαθητής 7ου δημοτικού σχολείου Κορυδαλλού.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜερικές φορές, το πρωί στο σχολείο, όταν η μέρα ήταν ηλιόλουστη και πριν από την έναρξη των μαθημάτων, κάποιοι ξεκινούσαν να φωνάζουν ρυθμικά και σύντομα ακολουθούσαμε όλοι οι υπόλοιποι, μαζί, εν χορώ:
Η βουλή συνεδριάζει
κι ο Καραμανλής φωνάζει:
Έ - κδό - μή.
Έ - κδό - μή.
Υπήρχαν φορές που μας έκαναν το χατήρι και με το χτύπημα του κουδουνιού και την παράταξη σε γραμμές ανά τμήμα για την προσευχή, μας το ανακοίνωναν, το τι πανζουρλισμός γίνονταν τότε δεν λέγεται.
Συνηθέστερη τοποθεσία της εκδρομής ήταν δίπλα στις φυλακές όπου υπήρχαν 88 στρέμματα ελεύθερα. Στο ίδιο σημείο τις καθαρές Δευτέρες έψαχνες να βρεις καθαρό σημείο στο ίσιωμα, για να πετάξεις τον χαρταετό.
Τον χειμώνα, στο νοικιασμένο σπίτι, η σόμπα πετρελαίου ζέσταινε μόνο το ένα δωμάτιο. Ο πατέρας έκοβε φέτες ψωμιού και τις έβαζε να πυρωθούν στην εστία της σόμπας. Όταν έπιαναν τραγανή κόρα τις πίεζε με τα δάχτυλα να ανοίξουν, τις περίλουζε με ελαιόλαδο και έβαζε από πάνω ζάχαρη. Ήταν μια ζεστή λιχουδιά που την αναζητούσα.
Εμείς χωρίς ελληνική ζάχαρη. Μαχαιρωμένη ελληνική ντομάτα και ελληνικό αλάτι. Ελληνικές ελιές. Ελληνικό, φυσικό και χορταστικό γευματάκι.
ΔιαγραφήΤα απογεύματα έβγαινε η πιτσιρικαρία στις γειτονιές για μπάλα κι άλλα ομαδικά παιχνίδια ("το κλεφτράκι", "βράσε βράσε τραχανά", "λιμάδες" κλπ) Όλοι κρατούσαν στο χέρι μια μεγαλη φέτα μπαγιάτικο ζυμωτό ψωμί (ΝΟΣΤΙΜΟ!!!) βρεγμένο λίγο και πασπαλισμένο με ... ζάχαρη και καφέ. Μερικοί έτρωγαν πρασο ψωμί και τυρί. Αρκετοί μαλιστα έπαιρνα μαζί τους χωνοντας τα χερια στη σαλαμουρα ολοκληρη "πλάστρα" τυρί (σαν να λάμε πάνω από μισό κιλό..) και τότε κάποια γιαγιά ή μάνα ξωπίσω φώναζε "μη το φας όλο θα σου τρυπήσει η καραμούζα το κεφάλι!" (καραμουζα=η καρακάξα ως απειλή γαι αποτροπή της βλαβερής για την οικιακή οικονομία υπερκατανάλωσης. Αργότερα ήρθαν οι γκοφρέτες, και άλλες λιχουδιες που ετοιμάζονταν σα εργοστάσια. Δεν υπήρχε απειλή που να ευσταθεί και να μπορούσε να κατισχύσει απεναντί τους...
ΔιαγραφήΟι προσωπικες εμπειριες χρειαζονται λογοτεχνια ,
ΑπάντησηΔιαγραφήγια να διαβαζονται ωραια...
Εμεις οι σχολιαστες δεν διαθετουμε τετοιο ταλεντο.
Οπότε καλυτερα αλλων ειδων θεματα...
Οπως .. " Μπουλλινγκ ή μπουλης..? " :)
Ο Ασίτα έφτασε σ' αυτή την φώτιση την παραμονή των πρώτων γενεθλίων του.
ΔιαγραφήΤο τρίχρονο ανιψάκι μου ξέρει να χειρίζεται το τάμπλετ καλύτερα από μένα. Για παιχνίδια βέβαια. Και σε «παιδική χαρά» να πάει, η χαρά του θα ’ναι πάλι αυτό σε λίγη ώρα. Όταν εγώ ήμουν παιδί, υπήρχαν φυσικά ηλεκτρονικά, οικιακά παιχνίδια, αλλά και τα μη εικονικά παιχνίδια ήταν ακόμα στις δόξες τους. Αγαπημένα, τα ανθρωπόμορφα playmobil. Ένας ολόκληρος κόσμος, από πειρατικά καράβια, ορυχεία και σαλούν, μέχρι νοσοκομεία και φάρμες… Έχοντας μάλιστα και αδερφό μεγαλύτερο κατά μία δεκαετία, κληρονόμησα στη συλλογή μου και κομμάτια που δεν κυκλοφορούσαν πια. Θυμάμαι το πάθος με το οποίο τα στήναμε και φτιάχναμε πλοκές, υποδυόμασταν ρόλους, με φίλους – αλλά και μόνος μου. Όταν, από ‘κει που βάζαμε το θηλυκό playmobil να κοιμηθεί με το αρσενικό, αρχίσαμε να ψάχνουμε γυμνές φωτογραφίες, τα παιχνίδια αυτά άρχισαν να σκονίζονται στην αποθήκη. Μεγαλώνοντας, τα επισκεπτόμουν με όλο και μεγαλύτερη αυτολογοκρισία στην επιθυμία να τα ξαναστήσω. Ώσπου ένα μεσημέρι, γυρνώντας από το σχολείο, είδα να λείπουν τα μισά. Η μητέρα μου τα είχε χαρίσει, πιστεύοντας ότι μεγάλωσα πια και αδιαφορώ. Έλα όμως που εκείνη η μέρα, με το παράπονο που το ‘χα καταγράψει αυτοστιγμεί σε ένα ποίημα, ήταν ο αποχαιρετισμός στην παιδική μου ηλικία…
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ αναμονή των αυτοκινήτων, είτε για τον πατέρα είτε για τους φίλους, ή τους εξαδέλφους και τις εξαδέλφες, ήταν από τις συγκλονιστικότερες καταδύσεις του χρωματιστού νηπίου μου στους ανείπωτους βυθούς των πεθαμένων κοραλλιών. Ελευσίνες αυτοκινήτων σαν κλυδωνισμοί σιροπιασμένου κυδωνιού, σαν καταποντισμοί και σαν γεύσεις του στόματος, αιματωμένες ή γλυκές, σαν ευχαριστιακές προσθέσεις μέσα στους βοτανικούς χώρους της ύλης και άλλων ελεύθερων πλασμάτων. Και ο δρόμος προς τη θάλασσα ανηφορικός και κατηφορικός, άλλος σεισμός, αλλά πάνω στο βότσαλο πατούμενος σεισμός, ένα θερινό γλίστρημα της όρασης στις κίτρινες γραμμές των βυθισμένων βράχων πρασινωπής, αγκαλιαστικής θαλάσσης.
ΑπάντησηΔιαγραφήεε.. για να να μην ξεχνιόμαστε, υπάρχουν και συλλογικές μορφές εξιδανίκευσης του παρελθόντος: οικογενειοκρατία, τοπικισμός, εθνικισμός.. Δεν είναι κακό πράμα η ονειροπόληση, αρκεί να μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για ψέμα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΉρθαμε το 63 στην Αθήνα απ την Κωνσταντινούπολη. Από ένα μεγάλο διαμέρισμα στα Ταταύλα σε ένα ημι-υπόγειο στη Νέα Σμύρνη. 6 ετών εγώ, 2 ο αδελφός μου. Δε θυμάμαι να με πείραξε καθόλου. Η μεγάλη αλάνα δίπλα στην πολυκατοικία που παίζαμε κάθε απόγευμα για μένα ήταν παράδεισος. Τα χρήματα ελάχιστα. λαχταρούσα αυτοκινητάκια Matchbox. Τα πρώτα Χριστούγεννα το δώρο μου ήταν καμιά 20αριά πολύ φθηνά πλαστικά αυτοκινητάκια που κόστιζαν λίγα λεπτά το καθένα. Δεν ήταν Matchbox αλλά δε με πείραξε. Περνούσαν ευχάριστα οι μέρες και τα βράδια μαζί με τους γονείς μου αφοσιωμένοι στο τρανζίστορ SONY να ακούσουμε τον Μίμη Πλέσσα στο " σε 30 δευτερόλεπτα ". Παιδικές αναμνήσεις, ένα καταφύγιο που κρατάει για πάντα. Ευχαριστώ Νίκο Δήμου για την ευκαιρία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ πασχαλίτσα κατά το βάδισμα σε κρυερή πορεία σχολικής επιστροφής. Η πασχαλίτσα σε χωματένιο έδαφος της κλίνης του ηφαιστειακού κορμιού κάποιας μαργαρίτας. Η πασχαλίτσα η σκέτη, γνωριμία με την όραση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό έναν ποιητικό λαό του ήλιου και του αέρα είναι αδύνατο να ζητήσουμε και να λάβουμε μάλιστα με την ακρίβεια της απαίτησης εκείνο που ζητάμε. Διότι λίγο αγέρα και λίγο ήλιο να δει κάποιος στην Ελλάδα αμέσως η σκέψη ακυρώνεται και αρχίζει μία ηδονικότερη καινούργια διαδρομή από το μηδέν...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠραγματικό περιστατικό
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπιστρέφω από τη δουλειά μετά τις 10 και μισή το βράδυ με τα πόδια και προχωράω σε έναν παρακαμπτήριο δρόμο, ο οποίος είναι στρωμένος με υπερυψωμένο πεζοδρόμιο. Δεν υπάρχει ιδιαίτερη κίνηση από ανθρώπους.
- Να σε ρωτήσω κάτι; Στρέφει το βλέμμα προς το μέρος μου, καθισμένος με σβηστή τη μηχανή σε μία βέσπα. Δεν τον έχω ξανασυναντήσει στη ζωή μου, είναι γύρω στα τριάντα και έχει μία καλοσύνη και ηρεμία στο πρόσωπό του.
- Ναι του απαντάω και σταματάω αργά τον βηματισμό μου.
- Ξέρω ότι είναι περασμένη η ώρα αλλά βρίσκομαι σε ένα δίλημμα…
Εκείνη τη στιγμή σκέφτομαι δύο πράγματα. Ή θα μου ζητήσει χρήματα ή το πιο βέβαιο είναι ότι έχει καταναλώσει αρκετή ποσότητα αλκοόλ και κάτι θέλει να μοιραστεί μαζί μου… Καθώς μιλάει, βέβαια, διαπιστώνω από την εκφορά των πρώτων του λέξεων ότι έχει απόλυτη συνείδηση αυτών που λέει και τον αφουγκράζομαι. Τον αφήνω να μιλήσει χωρίς να κάνω κανένα σχόλιο.
- Αυτή τη στιγμή μιλάμε και θέλω να μου πεις τη γνώμη σου για αυτό που με απασχολεί… Αυτή τη στιγμή είναι να αποφασίσω για δύο πράγματα. Το ένα είναι να πάω σε ένα μπαρ και να πιω ένα ποτό. Με τον δείχτη του δεξιού χεριού του σημαδεύει δεξιά προς τα πάνω. Και το άλλο είναι να πάω στο σπίτι μου. Τι από τα δύο να κάνω;
- Σπίτι, απαντάω δίχως να το σκεφτώ.
- Είσαι ωραίος.
Βάζει αμέσως μπροστά τη μηχανή, φεύγει βιαστικά προς τα κάτω και έχω μείνει αποσβολωμένος για μερικά δευτερόλεπτα.
Πολυ μικρη, Πασχα σε καποιο γραφικο χωριο. Ηλιος και κρυο και πασχαλιες και παπαρουνες και μαργαριτες και ζουζουνια παντου. Με το καλημερα σας, με πιανει ενας ανεκδιηγητος μπάρμπας (σαν τον Καλογηρου, στο πιο χοντρο), με σηκωνει στον αερα, με στροβιλιζει γκαριζοντας κατι "Αι ΚΟΠΕΛΛΟΥΔΑΜ! ΤΣΗ ΠΑΝΤΡΕΙΑΣ! ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟΥΔΙΚΟΟΟΟ!" κι οταν εδεησε να με κατεβασει, ημουν ετοιμη να τα βγαλω. Με απιθωνει κατω, παραπατoυσα, παω να φυγω, με ξαναπιανει ο αχρηστος και μου ΚΑΡΦΩΝΕΙ μ'ενα πολυ μυτερο αγκαθι μια ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ στο παλτουδακι μου, σαν καρφιτσα! Το δυστυχο το πλασματακι, φτεροκοπαγε σαν τρελλο, κι εκεινος του πιεζε τα φτερα... και στο τελος (κλιατς!) το ελιωσε με τις λουκανικοδαχτυλαρες του (ΙΙΙΙΙΟΥΟΥ!)... ακομη θυμαμαι εκεινα τα κιτρινοπρασινα χρωματα απο τα φτερακια της, να εχουν βαψει σαν πουδρα τα χερια του. Αρχισα να τσιριζω, μ’επιασε η μανα μου, με ηρεμησε, κλααααμμα εγω...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕ, με πιανει σε λιγο αλλος μπαρμπας (σαν τον Ανεστη Βλαχο), να μου δειξει τα προβατα και τα κατσικια, παω εγω (Πιιιφφφ! βρώμαααα!), παταω με τα καλα μου τα κοκκινα τα λουστρινια του κοσμου τις καβαλινες... μεχρι το "πλιατς!" θυμαμαι στο ασπρο μου το καλσονακι και τη σιχαμαρα στο ποδι!
Φτανουμε στο μαντρι, ειχε παρακεί ενα κοφινι με κατι μηλα κι αχλαδια, ηξερα οτι ειναι λιχουδιτσες για τετοια ζωντανα, παιρνω λοιπον ενα να ταισω ενα μικρο κατσικακι. Σκεφτομαι "Ας το δαγκωσω, να με δει οτι το τρωω και να φαει κι αυτο το μικρουλακι", του το πεταω, ξυνιζει τα μουτρα αυτο, βελαζει στη διαπασων, ερχεται η μανα του κι ολο του το σοι πηδοβολωντας καταπάνω μου, με σωζει ο μπαρμπας ευτυχως, και μου λεει: "Αυτα ειναι τα ψεκασμενα, δεν τους αρεσουν, τους βρωμανε!" («ΤΩΡΑ ΜΟΥ ΤΟ ΛΕΣ ΡΕ ΑΧΡΗΣΤΕ?!» τσιριζα στο μυαλο μου μεσα). Μυξοκλαιγα, αρχισε να τσουζει η γλωσσσα μου, ζηταω να γυρισω στη μανα μου.
Στη διαδρομη πεφτω πανω σ’ενα δεμενο σκυλι (απο αυτα που τα δενουν και καλα σαν φυλακες μια ζωη στα χωραφια μες τα χωματα, τα λιπασματα, τις καβαλινες ολων των ειδων), κι ενω ηταν καλουλι- γλυκουλι- ουριτσες κτλ, μολις σκυβω, πεταγεται πανω μου να με δαγκωσει (Ουρλιαζα μες το κεφαλι μου "ΕΙΣΑΙ ΗΛΙΘΙΟ ΡΕ ΣΚΥΛΙ?!").. και μου κανει το παλτουδακι, απο κοκκινο, σκατί. Σκατι περλε για την ακριβεια, γυαλιζε στον ηλιο.
Εμπηξα τα πιο γοερα κλαμματα που ειχα στο ρεπερτοριο μου, να λαχταρισει η μανα μου, να «τσιρωσουμε μια τριχα», να γυρισουμε σπιτι. Με μαλωσε (τι ψυχολογα γυναικα!) με μπαούλιασε και μ’απιθωσε στο πασχαλινο τραπεζι... εβγαλα τον σκασμο, συνειδητοποιησα οτι μ’ετσουζαν πλεον και τα ματια μου και με γαργαλουσε ο λαιμος μου (απ΄το ψεκασμα) και γυρισα να δω απο πού ερχοταν αυτη η αποπνικτικη μυρωδια – η τσικνα... κι ειδα σε ολη τους τη μεγαλοπρεπεια, τα αρνια στις σουβλες παραπερα. Ποιος Ταραντινο και ποια γηπεδα heavy metal συναυλιων, τετοιες τσιριδες φρικης δεν ειχαν ξαναματακουσει στο χωριο!
Φυγαμε παραυτα, η μανα μου μες τις δικαιολογιες, μου εσφιγγε το χερι και ηξερα οτι αν μπορουσε, θα μ’εσπαζε στο ξυλο μπροστα τους. Μ’εσωσε ο πατερας μου που παντα με δικαιολογουσε. Η τελευταια μου εικονα απο εκεινο το μερος? Μια θειά (σαν τη Σουλτανα, τη μανα του Βουτσα), να χτυπαει με μια μωβ πλαστικη μυγοσκοτωστρα μια σφηκα πανω σ’ενα ταψι με κοκκορετσια...
Λαμπρά λαμπρή μας Aphrodite!
Διαγραφή[άντε τωρα να ξαναστηθεί βουκολικό σκηνικό νοσταλγίας κι άντε να έρθουν ...Παπαδιαμαντηδες να σώσουν τη μπάλα...:)]
Οπως λεει και ο Γουντυ Αλεν, "Εγω και η Φυση ειμαστε δυο!"...
Διαγραφή@Aphrodite
Διαγραφή2016-02-13 18:05:05+00:00
Αποθησαυρίστηκε. Θα σταλθεί την Πρωτομαγιά εν είδει ευχών.
Ερώτηση κρίσεως: ποιος έλαβε την απόφαση να πας στα χωράφια ντυμένη μπιμπελό; Η μαμά, ο μπαμπάς, ή μήπως εσύ η ίδια;
Ο Χριστός να φυλάει τους παραλήπτες... σκέψου το καλύτερα!
ΔιαγραφήΟσο για την ερώτησή σου, πιστεύεις ότι με ρωτούσε κανείς? Νομίζω πως το διασκέδαζε ιδιαιτέρως η μάδερ να με ντύνει "μπιμπελό" όταν επισκεπτόμασταν "χωριάτες χρυσό μου". Για να έχουν να λένε (που σίγουρα θα είχαν να λένε, αλλά πολύ φοβάμαι όχι ακριβώς αυτά που ήθελε!). Στην πόλη, που ήξεραν απ'αυτά κι έβλεπαν πολλές ελληνικές ταινίες, το πρωτόκολλό της έλεγε ντύσιμο "νύφη μαρέγκα", σε μινι μέγεθος.
Ευχαριστώ το Θεό που δεν ήταν της μόδας τότε το Pretty Woman να με περιφέρει από βρέφος με τσίτια και μπότες μέχρι την πάνα...
Ένα μικρό ανθρωπάκι απολύτως τίποτα δεν ζηλεύει. Ένας μεγάλος άνθρωπος όμως δύναται την άσχημη και σκληρή και ξέφρενη ανησυχία.
ΑπάντησηΔιαγραφή"Να αφήσω πίσω μου την ατμόσφαιρα του σπιτιού, μια σύνθεση από αδιαφορία, ασυνεννοησία και αντιπαράθεση που με αρρώσταινε". Γίνονται και καλύτερες συνθέσεις, ως προς την αποτελεσματικότητα τους για την άψογη εκτέλεση της εξόντωσης. "Θυμάμαι, κάποια στιγμή στα δεκάξι μου ορκίστηκα μέσα μου πώς δεν θα κάνω παιδιά". Και γι' αυτό υπάρχει εξοντωτικότερος τρόπος, εκτός από τον τρόπο ενδελεχούς ορκομωσίας του θύματος. Αλλά αυτή είναι η παράλογη παγίδα: "τι εγγύηση είχα πώς δεν θα έκανα τα ίδια στο παιδί μου". Η παραμικρή έκθεση στην παγίδευση πιάνει μια χαρά. Αλλά οι εξοντωτικές μέθοδοι λειτουργούν τελειότερα. Όσο πιο κουτοί οι γονείς, τόσο αποτελεσματικότερες οι μέθοδοι.
ΑπάντησηΔιαγραφή