Σάββατο, Σεπτεμβρίου 18, 2010
Όνειρο
Στον ύπνο σου βλέπεις πως περπατάς ή και πετάς πάνω από δρόμους και προσγειώνεσαι κάπου σε παχειά χλόη και είναι λέει η οδός Πανεπιστημίου - απέναντί σου το μέγαρο του Σλήμαν. Ξαπλώστρες και πολυθρόνες στο γκαζόν, άνθρωποι λιάζονται μέσα στην μέση της λεωφόρου.
Παιδάκια παίζουν έξω από το μεγάλο πολυκατάστημα, ποδηλάτες περνάνε εκεί που βρόνταγαν φορτηγά και λεωφορεία.
Ναι ήταν όνειρο εκείνο το πρωινό της 18ης Σεπτεμβρίου. Η "ημέρα χωρίς αυτοκίνητο" έστω και σε ένα δρόμο...
Κυριακή, Σεπτεμβρίου 12, 2010
Σε δύσκολους καιρούς
Ακούω αυτούς που στενάζουν για τα δύσκολα που ζούμε και γι αυτά που έρχονται και θυμάμαι το στίχο του Μπρεχτ: «αλήθεια ζω σε δύσκολους χρόνους». Κοιτάζοντας πίσω βλέπω πολλά σκοτάδια στη ζωή μου και λίγα ξέφωτα.
Δεν είχα καλά-καλά σταθεί στα πόδια μου και με τρέχανε στα καταφύγια, τυλιγμένο σε μία κουβέρτα. Ο ήχος από τις σειρήνες ακόμα αντηχεί στ’ αυτιά μου. Πόλεμος του 40. Αερομαχίες πάνω από την Αθήνα.
Κατοχή. Μπότες των Ναζί. Χειμώνας του 1941, σκληρός, λευκό χιόνι. Η Μεγάλη Πείνα. Να ακούς κάποιον έξω από το σπίτι σου να φωνάζει «πεινάω!» όλη τη νύχτα και το πρωί να τον μαζεύουν κοκαλωμένο. Να νιώθεις ενοχές πιο βαριές κι από την μπομπότα που έφαγες.
(Αχ, όλοι αυτοί που τώρα επιλέγουν μπομπότα για «ποικιλία», τι θα έλεγαν αν την έτρωγαν υποχρεωτικά κάθε μέρα;).
Δεκεμβριανά. Ο πόλεμος στον δρόμο σου. Και πίσω από τις μάχες η μισή γειτονιά να κυνηγάει και να καταδίδει την άλλη μισή. Πολιτοφυλακή. Χίτες. Όλμοι. Πολυβόλα.
Εμφύλιος. Όχι μόνο στο βουνό αλλά και μέσα στην τάξη του σχολείου. Θυμάμαι τον καθηγητή που μας δίδασκε Σολωμό: «Η Διχόνοια που βαστάει / ένα σκήπτρο η δολερή...» να αναστενάζει βαριά. Αριστερός που κρυβόταν σε μεγαλοαστικό σχολείο.
Διάλειμμα. Πανεπιστήμιο στη Γερμανία μετά τον πόλεμο. Το ένα τρίτο της πόλης γκρεμισμένο. Πολλοί συμφοιτητές ανάπηροι. Ωστόσο εκεί έζησα μία αναγέννηση.
Επιστροφή. Βουτιά με το κεφάλι στη βιοπάλη. Δουλειές του ποδαριού και συχνά το τίποτα. Παράλληλα, 26 μήνες θητεία! Ατέλειωτη.
Μόλις ισορρόπησα επαγγελματικά – η Χούντα. Επτά σκοτεινά χρόνια με ελάχιστες αναλαμπές. Θυμάμαι να τραγουδάω με πολλούς άλλους Θεοδωράκη στην κηδεία του Γιώργου Σεφέρη.
Αττίλας, Κύπρος. Θυμάμαι να στήνω το «Δεν ξεχνώ».
Και τώρα, μετά από τρεισήμισι δεκαετίες ευημερίας, η χρεοκοπία, το μνημόνιο, η κατρακύλα κάτω από την Ρουάντα και την Μποτσουάνα. Θα υπάρξει σίγουρα κάποτε ανάκαμψη, όμως θα πάρει πολύν καιρό. Θα την προλάβω;
Ζούμε σε δύσκολους καιρούς. Αλλά θυμάμαι δυσκολότερους.
Δεν είχα καλά-καλά σταθεί στα πόδια μου και με τρέχανε στα καταφύγια, τυλιγμένο σε μία κουβέρτα. Ο ήχος από τις σειρήνες ακόμα αντηχεί στ’ αυτιά μου. Πόλεμος του 40. Αερομαχίες πάνω από την Αθήνα.
Κατοχή. Μπότες των Ναζί. Χειμώνας του 1941, σκληρός, λευκό χιόνι. Η Μεγάλη Πείνα. Να ακούς κάποιον έξω από το σπίτι σου να φωνάζει «πεινάω!» όλη τη νύχτα και το πρωί να τον μαζεύουν κοκαλωμένο. Να νιώθεις ενοχές πιο βαριές κι από την μπομπότα που έφαγες.
(Αχ, όλοι αυτοί που τώρα επιλέγουν μπομπότα για «ποικιλία», τι θα έλεγαν αν την έτρωγαν υποχρεωτικά κάθε μέρα;).
Δεκεμβριανά. Ο πόλεμος στον δρόμο σου. Και πίσω από τις μάχες η μισή γειτονιά να κυνηγάει και να καταδίδει την άλλη μισή. Πολιτοφυλακή. Χίτες. Όλμοι. Πολυβόλα.
Εμφύλιος. Όχι μόνο στο βουνό αλλά και μέσα στην τάξη του σχολείου. Θυμάμαι τον καθηγητή που μας δίδασκε Σολωμό: «Η Διχόνοια που βαστάει / ένα σκήπτρο η δολερή...» να αναστενάζει βαριά. Αριστερός που κρυβόταν σε μεγαλοαστικό σχολείο.
Διάλειμμα. Πανεπιστήμιο στη Γερμανία μετά τον πόλεμο. Το ένα τρίτο της πόλης γκρεμισμένο. Πολλοί συμφοιτητές ανάπηροι. Ωστόσο εκεί έζησα μία αναγέννηση.
Επιστροφή. Βουτιά με το κεφάλι στη βιοπάλη. Δουλειές του ποδαριού και συχνά το τίποτα. Παράλληλα, 26 μήνες θητεία! Ατέλειωτη.
Μόλις ισορρόπησα επαγγελματικά – η Χούντα. Επτά σκοτεινά χρόνια με ελάχιστες αναλαμπές. Θυμάμαι να τραγουδάω με πολλούς άλλους Θεοδωράκη στην κηδεία του Γιώργου Σεφέρη.
Αττίλας, Κύπρος. Θυμάμαι να στήνω το «Δεν ξεχνώ».
Και τώρα, μετά από τρεισήμισι δεκαετίες ευημερίας, η χρεοκοπία, το μνημόνιο, η κατρακύλα κάτω από την Ρουάντα και την Μποτσουάνα. Θα υπάρξει σίγουρα κάποτε ανάκαμψη, όμως θα πάρει πολύν καιρό. Θα την προλάβω;
Ζούμε σε δύσκολους καιρούς. Αλλά θυμάμαι δυσκολότερους.
Σάββατο, Σεπτεμβρίου 04, 2010
Η (διαρκής) φόρτιση ως ψευδαίσθηση αθανασίας
Όσες συσκευές μου διαθέτουν μπαταρία, τις κρατάω πάντα φορτισμένες στον ύψιστο βαθμό. Όταν δω το εικονίδιο μίας μπαταρίας που αδειάζει μου έρχεται να βάλω τις φωνές: «κάτι πεθαίνει!». Γιατί χωρίς φόρτιση η συσκευή είναι νεκρή.
Κάποια στιγμή κατάλαβα ότι ταυτίζομαι. Κι ότι υποσυνείδητα φορτίζω συνεχώς τα πάντα, για να δώσω αποθέματα ζωής στον εαυτό μου. Το ρεζερβουάρ της βενζίνης στο αυτοκίνητο δεν πέφτει ποτέ κάτω από τα τρία τέταρτα.
Τα κινητά μου είναι στο 100% αλλά και το ρολόι μου (που φορτίζει με την κίνηση του χεριού) έχει συνεχώς απόθεμα φόρτισης για ένα μήνα.
Και σκέπτομαι κάποτε, που θα πάψω να κινούμαι, εκείνο θα έχει ζωή ένα μήνα πάνω από εμένα. Και θα μπορεί να ξαναφορτίσει.